Ανοιχτή πόρτα Κοινωνία - Ελλάδα - Οικονομία

Η αστυνομία της έκφρασης και οι φωτογραφίες με τα καμένα κορμιά, του Γιάννη Σιδέρη

Spread the love

( Ακολουθεί σεντόνι, παρά την προσπάθεια να γίνει τηλεγραφικό – δεν είχα χρόνο να γράψω λίγα, όπως μου έλεγε σκωπτικά παλιός αρχισυντάκτης )

Το γεγονός : Η τραγωδία στο Μάτι άγγιξε στο πανελλήνιο παρόμοιες χορδές: Του πόνου, της λύπης, της οδύνης, της αλληλεγγύης, του σπαραγμού για το αποτρόπαιο, της οργής για το άδικο.

Ομως επειδή οι άνθρωποι – ευτυχώς – δεν είμαστε πανομοιότυποι σαν τα ανθρωπάκια του Γαίτη, κάποιοι δημοσιογράφοι διέθλασαν με το εσωτερικό τους πρίσμα τη φρίκη, και ανήρτησαν στο ΦΒ – και όχι σε δημοσιογραφικά Μέσα – φωτογραφίες των καμένων δίδυμων κοριτσιών. Το αιτιολόγησαν ως προσπάθεια «αφύπνισης της κοινωνίας» στις πυρκαγιές.

Δεν ξέρω πόσοι το έκαναν, δεν γνωρίζω αν οι φωτογραφίες εξέπεμπαν το μήνυμα που στόχευαν οι πομποί τους. Δεν είδα τις φωτογραφίες, και να τις έβλεπα δεν θα τις αναρτούσα ( όπως δεν ανήρτησα και τον μικρό Κούρδο πρόσφυγα Αιλάν να κείται άψυχος στην άκρη του κύματος).

Ακολούθησε όμως ένας ακραίος ανθρωποφαγικός πανζουρλισμός. Υψώθηκαν ιερές κραυγές αγανάκτησης για την «τυμβωρυχία», και άρχισε η συλλογή υπογραφών με αίτημα προς την ΕΣΗΕΑ, για καταδίκη όσων προέβησαν στην ανίερη πράξη.

Η έναρξη του ψηφιακού λιθοβολισμού κατά των «απάνθρωπων» συναδέλφων μου, αρχικά έχει την αθώα της πλευρά: Τον ξεκίνησε δημοσιογράφος που είναι δοσμένος ψυχή τε και σώματι (δηλαδή με κόστος ανεργίας ) στις αρχές του. Φυσικά οι υπογραφές γρήγορα πολλαπλασιάστηκαν, καθώς ο έντονος συναισθηματισμός που φόρτιζε τους δημοσιογράφους ( ψυχροί παρατηρητές γεγονότων είπαμε;) ήταν μεταδοτικός. Φάνταζε περίπου ως υποχρέωση προάσπισης της… τιμής του επαγγέλματος.

Δεν θα αποδίδαμε κομματικά χαρακτηριστικά στο εγχείρημα, λόγω της εκτίμησης στον πρωτεργάτη αλλά και του συναισθηματισμού που προσήλκυσε υπογραφές δημοσιογράφων χωρίς έντονο πολιτικό στίγμα, αλλά:

Στην αρχική ομαδοποίηση ήταν έντονη η παρουσία υπογραφών οι οποίες είχαν επιδείξει απαράδεκτη δυσανεξία στην ελεύθερη έκφραση εκείνων των δημοσιογράφων που ήταν υπέρ του « Ναι» στο δημοψήφισμα.

Φυσικά η δουλειά των δημοσιογράφων κείνη την εποχή κατά την γνώμη μου ήταν μόνο να εξηγήσουν στον κόσμο:

1) Τις προβληματικές δημοκρατικές παραμέτρους, όπως ας πούμε τον εκβιαστικό χρονικό περιορισμό της μιας εβδομάδας, που κάθε άλλο παρά ήταν επαρκής για να κατανοήσει ο πολίτης ένα τόσο πολύπλοκο οικονομικό πρόβλημα, το οποίο έτεμνε και τεκτονικές γεωπολιτικές παραμέτρους τη χώρας ( π.χ. το μπορούμε να βρούμε κι άλλα λιμάνια που είχε πει ο Τσίπρας ενώπιον του Πούτιν). Ηταν τόσο σύντομος ο χρόνος που έμοιαζε με υφαρπαγή ψήφου.

2) Να αναλυθούν ψύχραιμα ποιες θα ήταν οι σημαντικές επιπτώσεις του «Ναι» και του «Όχι» στην καθημερινότητα των πολιτών, κάτι που δεν έγινε καθώς υπήρξαν επιπόλαιες ανεπίγνωστες στοιχίσεις πίσω από εντεταλμένους κομματικούς ινστρούχτορες που μηρύκαζαν συνθήματα το βάρος των οποίων αγνοούσαν. Αυτά τα δύο δεν έγιναν ένθεν κακείθεν.

Ομως η ευθύνη επιμερίστηκε μόνο στη μια πλευρά. Είδαμε να σέρνονται στο πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ όσοι δημοσιογράφοι υπηρέτησαν το «Ναι», ενώ οι κήρυκες του «Όχι» (που έκαναν εκ του αντιθέτου ακριβώς την ίδια προπαγάνδα, και με οξύτερους τόνους, καθώς είχαν αποδεχθεί τη ρητορική του μίσους περί «προδοτών» ), παρέμειναν στο απυρόβλητο. Ου μόνον, αλλά εστέφθησαν και το φωτοστέφανο του «αγωνιστή» ενάντια στους «προσκυνημένους» ( γιατί ως γνωστόν στην Ελλάδα αυτός είναι ο ρόλος του δημοσιογράφου, να είναι «λαϊκός αγωνιστής»…).

Το ωραίο είναι – δηλαδή το τραγελαφικό είναι – ότι οι του «Ναι» πέρασαν Πειθαρχικό εκ των υστέρων, με την κατηγορία περίπου πως παρέσυραν το λαό στο «Ναι», ενώ εκ του αποτελέσματος ο λαός τους είχε «γράψει» και είχε ψηφίσει «Όχι». ( εκτός είχαν παρασύρει τον Πρωθυπουργό που έκανε το «Όχι» «Ναι», αλλά δεν κατηγορήθηκαν γι αυτό).

Η τωρινή συλλογή υπογραφών για να τιμωρηθούν δημοσιογράφοι που απέκλιναν του αποδεκτού (ποιος και πως το ορίζει; ) αισθητικού, ιδεολογικού και συναισθηματικού πλαισίου, είναι η επιτομή της αυθαίρετης επέμβασης μιας ομάδας πίεσης, επί της ελευθερίας έκφρασης του μεμονωμένου ατόμου, ακόμη και αν όλοι επικαλούνται τον ίδιο σκοπό, την προσωπική ευαισθησία απέναντι στο γεγονός και την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας για τις πυρκαγιές, απλώς διαφέρει ο τρόπο εξωτερίκευσης.

Παράδοξον : Όσοι αντιτίθενται στη δημοσίευση καμένων παιδιών ακόμη και με «μωσαϊκό», επικαλούνται το επιχείρημα του σεβασμού των νεκρών, αντιτιθέμενοι στον «κανιβαλισμό» που επιδεικνύουν οι προκλητικοί συνάδελφοί τους. Ψέγουν δε τους «δράστες» ότι παρά τις παρατηρήσεις (!) δεν συνεμορφώθησαν προς τας υποδείξεις,

Δεν είδα όμως την ίδια επιθετική ευαισθησία όταν δημοσιογράφοι ( με πόνο και αυτοί ) αναρτούσαν το άψυχο κορμάκι του μικρού πρόσφυγα Αιλάν στην ακροθαλασσιά.

Ευαισθησία γιατί τότε έπρεπε να καταγγελθεί ( και σωστά ) η δυτική επέμβαση που είχε την ευθύνη του αίματος και της προσφυγιάς. Τώρα την ευθύνη έχει η ελληνική κυβέρνηση (Δεν ξεκίνησε από αυτή την στόχευση ο πρωτεργάτης δημοσιογράφος, αλλά ο ιεραποστολισμός του ίσως – λέμε ίσως – δίνει χώρο σε άλλους με άλλες στοχεύσεις: Να μην πληγεί η κυβέρνηση ας πούμε, πολύ περισσότερο που η φερόμενη ως πρώτη αναρτήσασα είναι σκληρή επικριτής της). Αλλωστε την πρωτοβουλία πλαισίωσαν με ζέση σαφώς και δημοσιογράφοι που κινούνται από ανθρωπιστικά αισθήματα, αλλά και άλλοι που έχουν δώσει αρκετές ικμάδες της δημοσιογραφικής τους ζωτικότητας στην υπηρεσία της… λαϊκής κυβέρνησης.

Έτερον παράδοξον: Οι δημοσιογράφοι απαιτούν ελευθερία γνώμης από τους εργοδότες τους αλλά οι ίδιοι με πάθος ( και με την δύναμη της ομαδοποιημένης πίεσης που επιτρέπουν πλέον τα social media), διεκδικούν να γίνουν λογοκριτές συναδέλφων τους – για δεύτερη φορά μετά το δημοψήφισμα!

Κλείνοντας: Δεν θα αντιδικήσω με κανέναν και δεν θα απαντήσω σε κανέναν. Δεν προσπαθώ να αποδείξω ότι έχω δίκιο άλλωστε. Ο,τι έγραψα ισχύει για μένα. Πιστεύω ότι σε αυτό το επάγγελμα ο καθένας είναι μόνος του, και υφίσταται το βάρος των επιλογών του. Διαθλά τις καταστάσεις μέσα από το δικό του φάσμα αισθητικής και ευαισθησίας. Απολογείται στη δική του συνείδηση, και στους αναγνώστες, ακροατές, θεατές, οι οποίοι με ένα απλό κλικ μπορούν να τον καταργήσουν. Το σινάφι μπορεί να τον εκτιμά ή να τον φτύνει. Αλά όχι αν τον λογοκρίνει

Ομαδοποιημένη αστυνομία της έκφρασης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, και σε όποιον αρέσει.

Γιάννης Σιδέρης

Giannis Sideris

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Θεός και Εργασία, του π. Μάξιμου Παναγιώτου
Το μαρτύριο της σταγόνας, του Γιώργου Αρκουλή
Πικρά Νερά, του Μάνου Στεφανίδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.