Βιβλίο

Διαβάζοντας: ”Ματωμένη τζαζ” της Μπερνίς Μακ Φάντεν, του ‘Αγγελου Κουτσούκη

Spread the love

Ο  Άγγελος Κουτσούκης είναι Ραδιοφωνικός Παραγωγός και Δημοσιογράφος.

“Ματωμένη τζαζ” της Μπερνίς ΜακΦάντεν – εκδόσεις Κλειδάριθμος

Η Μπερνίς ΜακΦάντεν έγραψε ένα βιβλίο όχι για να διηγηθεί μια ιστορία μουσικής, αλλά με αφορμή τη ζωή του παππού της Χάρλαν Έλιοτ, για να διηγηθεί τη ζωή ενός αφροαμερικανού μουσικού της τζαζ που, βέβαια, δεν ήταν μια κανονική ζωή αφού, λόγω των συνθηκών της εποχής έζησε ουσιαστικά στο περιθώριο της λαμπερής αμερικάνικης κοινωνίας και από εκεί βρέθηκε στο Παρίσι με το συγκρότημά του,την λάθος στιγμή, για να καταλήξει σε ένα γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, στο Μπούχενβαλτ.

Γιατί, από τα πλαίσια φυλετικής καθαρότητας των Ναζί, δεν θα μπορούσαν να εξαιρεθούν οι ”μαύροι”, έστω κι αν ήταν Αμερικανοί πολίτες. Πας μη Αριος έπρεπε να εξολοθρευτεί!

Η συγγραφέας ξεκινά την διήγηση της περιγράφοντας την ζωή των γονιών του Χάρλαν Ελιοτ,  μέσα στις κοινωνικές συνθήκες του μεσοπολέμου, που ήταν μια ιδιαίτερα σκληρή εποχή για την αμερικανική κοινωνία,πόσο μάλλον αν δεν ήσουν λευκός. Η οικονομική κρίση μαστίζει την Αμερική καί οι φτωχοί πασχίζουν να επιβιώσουν. Μέσα σε αυτούς και η Εμα και ο Σαμ, φτωχοί βιοπαλαιστές. Ο ερχομός του γιου τους Χάρλαν, τους κάνει να αντέχουν τα πάντα,προκειμένου να προσφέρουν τα απαραίτητα στο παιδί που μόλις έφεραν στον κόσμο. Ο μικρός ,από νωρίς,δείχνει ότι έχει κλίση στη μουσική και σχεδόν έφηβος βρίσκεται να παίζει μουσική στην μπάντα της της Lucille Nelson Hegamin, που ήταν η δεύτερη Αφροαμερικανίδα τραγουδίστρια των μπλουζ που ηχογράφησε δίσκο. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον κινείται,συναντά μέχρι και τον θρύλο της μαύρης μουσικής, τον Λούις Αρμστρογκ και λίγο πριν από τον πόλεμο σχηματίζει δικό του συγκρότημα,όπου συμμετέχει ο φίλος του τρομπετίστας Λίζαρντ Ρόμπινς. Ο Λίζαρντ, εκτός από καταπληκτικός μουσικός, όμως, είναι και Εβραϊκής καταγωγής, αφού οι παππούδες του, μετοίκησαν στην Αμερική, δυο γενιές πίσω, για να γλυτώσουν από τους διωγμούς των Εβραίων στην τσαρική Ρωσία.

Μια πρόταση από την Γαλλία τους φέρνει στο Παρίσι μαζί με το συγκρότημά τους. Παίζουν τζαζ σε ένα δημοφιλές καμπαρέ της Μονμάρτης-το Χάρλεμ του Παρισιού. Όμως, σύντομα η Πόλη του Φωτός καταλαμβάνεται από τους Ναζί. Ο Χάρλαν και ο Λίζαρντ δεν προλαβαίνουν να ξεφύγουν. Και τότε καταλαβαίνουν τι σημαίνει να είσαι ”διαφορετικός” για το Τρίτο Ράιχ. Συλλαμβάνονται και καταλήγουν στο Μπούχενβαλτ.

Η Μπερνίς Μακ Φάντεν έγραψε ένα βιβλίο για τον ρατσισμό, για τις κοινωνικές συνθήκες που έζησαν οι Αφροαμερικανοί στην Αμερική, πριν εκείνοι εξεγερθούν και τους αναγνωρίσουν κάποια δικαιώματα. Για την καθημερινή αδικία πού ζούσαν επειδή είχαν διαφορετικό χρώμα. Το ίδιο, βέβαια, συνέβαινε εκείνη την εποχή και στην Ευρώπη με τους Εβραίους. Η ζωή αυτών των ανθρώπων ήταν προδιαγεγραμμένη. Και η συγγραφέας τα έχει ζήσει στο οικογενειακό της περιβάλλον, άμεσα, ώστε μπορεί να τα περιγράψει χωρίς ωραιοποιήσεις.

Ο Λίζαρντ,σαν Εβραίος, που όμως παίζει τρομπέτα σαν μαύρος, προσπαθεί να ξεπεράσει με τον δικό του τρόπο το χρώμα του δέρματος: ”Στο τρένο για το Σαίντ Λούις κάθισε σε μια θέση στο βαγόνι για έγχρωμους. Τον πλησίασε ένας νεαρός μαύρος αχθοφόρος αποφεύγοντας επιδέξια να τον κοιτάξει καταπρόσωπο.  Με τα μάτια καρφωμένα στα κουμπιά του πουκαμίσου του Λίζαρντ ο αχθοφόρος είπε: “Συγνώμη, κύριε, αλλά αυτό εδώ το βαγόνι είναι για έγχρωμους. Οι λευκοί κάθονται δύο βαγόνια μπροστά.”

”Ναι,είμαι στο σωστό μέρος”, απάντησε ο Λίζαρντ.

”Α!” Οι ώμοι του αχθοφόρου χαλάρωσαν, τα καστανά μάτια του συνάντησαν τα γκριζοπράσινα μάτια του Λίζαρντ.  Όταν μίλησε πάλι, η τυπικότητα στη φωνή του είχε μετριαστεί.”Καλό ταξίδι λοιπόν.” ”Ευχαριστώ”. Ναι,ήταν τόσο εύκολο.”

Η πραγματικότητα, βέβαια, δεν ήταν καθόλου εύκολη για τους Αφροαμερικανούς. Κάθε άλλο.

”Οι μαύροι κάτοικοι του Νιούαρκ υφίσταντο κακοποίηση και προσβολές από την αστυνομία επί δεκαετίες. Τούς σταματούσαν ενώ οδηγούσαν ή περπατούσαν επειδή ήταν μαύροι, έψαχναν τα αμάξια τους, τους άδειαζαν τις τσέπες-κι ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, οι μπάτσοι τους αποκαλούσαν αράπηδες, πιθήκους και χαμάληδες.

Τα θύματα; Τι μπορούσαν να κάνουν παρά να στέκονται ακίνητοι και σιωπηλοί, να τα καταπίνουν όλα, να τα χωνεύουν αμάσητα, σαν τα θύματα βιασμού που περιμένουν να τελειώσει για να γυρίσουν στο σπίτι και να δουν τις μαμάδες τους, τις γυναίκες τους, τα παιδιά τους.

Τον τελευταίο καιρό η αστυνομική κτηνωδία είχε κλιμακωθεί, με τους φόνους να γίνονται σε τακτική βάση. Οι αστυνομικοί σκότωναν μαύρους σαν να ήταν η εποχή του κυνηγιού τους. Οι οικογένειες των νεκρών κατέθεταν τη μια μήνυση για ανθρωποκτονία μετά την άλλη χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Οι αστυνομικοί όχι μόνο αθωώνονταν πάντοτε από κάθε κατηγορία,αλλά επαινούνταν κιόλας για τις πράξεις τους.

”Δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για να απαγγελθεί κατηγορία”. Αυτή η φράση ήταν συνηθισμένη πια στα πρωτοσέλιδα των τοπικών εφημερίδων όσο και εκείνων παναμερικανικής κυκλοφορίας. Η δικαιοσύνη μπορεί να ήταν τυφλή, αλλά αυτό δεν απέκλειε το να είναι και ρατσίστρια”’.

Για το μυθιστόρημα ”Ματωμένη τζαζ” έγραψαν:

”Παίζοντας με τα θέματα της θείας δικαιοσύνης και των βασάνων που υφίστανται οι δίκαιοι, η ΜακΦάνεν παρουσιάζει το ξεχωριστό και φρέσκο πορτρέτο ενός μέσου ανθρώπου και της απίστευτης γενναιότητας του ενώπιον του απόλυτου κακού”.  Booklist, Starred Review.

Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
«Το δακτυλίδι της Θεάς». Κεφάλαιο 6ο: Ρουτίνα, του Νίκου Βασιλειάδη
Στιγμιότυπα από την συγκινητική, διάχυτη ζεστασιάς παρουσίαση της βιογραφίας του Ψυχιάτρου της ΠΑΝΑΚΕΙΑ “Δρομολόγιο – Δρ Αναστάσιος Πλατής”
Διαβάζοντας: “Οι Ντάρρελ της Κέρκυρας”, του Άγγελου Κουτσούκη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.