Έβλεπα τα σκίτσα του Βαγγέλη Παυλίδη τα «μαύρα χρόνια»: ένας αγώνας πώς θα ξεπεράσει τη λογοκρισία. Θυμάμαι «Το καζάνι του Βαγγέλη», τις φοιτητικές διαδηλώσεις που έβγαζαν δεμένες με αλυσίδες. Πού να προσέξουν οι αγράμματοι λογοκριτές ότι ένας κρίκος είχε αρχίζει να σπάζει και η έκρηξη ήταν αναπόφευκτη… Θυμάμαι ένα σκίτσο για την Αρλέτα όταν έφυγε: κανένας δε θα μπορούσε να πει με τόσα λίγα, τόσα πολλά.
Τον είχα ήδη γνωρίσει στο <iPorta.gr>. Τον αποκαλούσα «Πατριάρχη μας» και γελούσε για τον θρησκευτικό τίτλο που του απέδιδα. Τέτοιο καιρό μου έστελνε κάποια φωτογραφία από το απομονωτήριό του στη Λαχανιά της Ρόδου. Μου χρωστάει και μια σούμα… Τώρα την πίνω σιωπηλά στη μνήμη του, γιατί καθένας είναι αθάνατος όσο κάποιος τον θυμάται. Και η Ματίλντα, η μοτοσυκλέτα του 1953, αν είχε ψυχή θα ένιωθε να της λείπει το αγαπημένο βάρος του στην πλάτη της.
Με το φιλαράκι μου από τη Βιέννη, την Αλεξάνδρα, είχαμε αποφασίσει να του κάνουμε μια έκπληξη στα γενέθλιά του: ένα αφιέρωμα στην Πόρτα μας. «Κλαψ, κλαψ, σνιφ» μας ειχε πει ο Βαγγέλης.
Δεν είμαι το άτομο που εκφράζει δημόσια τα αισθήματά του, είναι προσωπική μου υπόθεση. Απλά έτσι για τους αναγνώστες της Πόρτας ανεβάζω πάλι την ανάρτηση που είχαμε φτιάξει με την Αλεξάνδρα πριν τρία χρόνια. Διαβάστε εδώ.
Χρήστος Μαγγούτας