Επίκαιρα και Ανεπίκαιρα

Ανεπίκαιρα: άρθρο 29ο: Η τέχνη της αναβολής, του Γιάννη Καραχισαρίδη

Spread the love

Γιάννης Καραχισαρίδης

Φτάνει το καλοκαίρι. Πλησιάζουν οι διακοπές. Ο Πρωθυπουργός – δεν έχει σημασία ποιος και πότε – δίνει την εξής εντολή στους υπουργούς του: Δουλέψτε σαν να είναι Σεπτέμβρης. Μια τέτοια παραίνεση μοιάζει φυσική και προφανής. Δεν παραξενεύει κανέναν απολύτως. Γιατί όταν έρχεται το καλοκαίρι ή οι γιορτές, γενικά χαλαρώνουμε. Οπότε χρειάζεται λίγη πίεση για να βγουν κάποιες προθεσμίες. Αλλά κι αν δε βγουν, είναι απλό. Θα βάλουμε νέες. Η προθεσμία είναι ένας εύπλαστος μηχανισμός για να προδιαγράφουμε το μέλλον. Προ – θέτω, στη περίπτωση μας, σημαίνει βάζω εκ των προτέρων ένα χρονικό όριο για κάτι που επιθυμώ να ολοκληρωθεί στο μέλλον. Εάν φτάσω σ’ αυτό το όριο και ο στόχος δεν έχει επιτευχθεί, τότε μπορώ και πάλι να προ – θέσω. Κι όταν εξοικειωθώ μ’ αυτή τη διαδικασία, μαθαίνω ότι μια προθεσμία είναι απλά μια εκτίμηση, ένας γενικός μπούσουλας, κάτι ρευστό που εύκολα μπορεί να μετακινείται μέσα στο χρόνο. Έτσι οι λέξεις προθεσμία – παράταση έγιναν σιαμαίες στη συνείδηση μας. Και η ομογενοποιημένη συνύπαρξη τους γεννάει το αυτονόητο, που είναι η αναβολή.

Για να τακτοποιήσουμε τις δραστηριότητες μας στον χρόνο επιλέξαμε τη λέξη «προθεσμία». Μια λέξη με περιορισμένη αυστηρότητα, γιατί όταν φτάνει το χρονικό όριο, μπορώ πάλι να προ-θέσω ένα καινούριο. Κι έτσι να διατηρείται η ψευδαίσθηση ότι και το σχέδιο εξελίσσεται, αλλά και πίεση δεν υπάρχει. Στην αγγλοσαξωνική «διάλεκτο» ο αντίστοιχος όρος είναι dead-line, δηλαδή πέρα από το ορισθέν χρονικό όριο, το σχέδιο είναι νεκρό. Αυτή η ορολογία απαγορεύει ρητά το ενδεχόμενο της αναβολής. Μια απαγόρευση που έχουμε μάθει να την αντιλαμβανόμαστε υποσυνείδητα, σαν κάτι αποκρουστικό και απολύτως τεχνοκρατικό, εφ’ όσον η πρακτική μας λέει ότι οι προθεσμίες μπορούν να ανανεώνονται κατά το δοκούν, χωρίς κανένα σχέδιο να πεθαίνει. Ή ακόμα καλύτερα, βρίσκουμε τον τρόπο να προσαρμόσουμε τον ξενόφερτο όρο στη δική μας νοοτροπία. Οπότε εύκολα το dead-line ενσωματώνεται στις συνεννοήσεις μας, αλλά, παραφρασμένο αιωρείται μέσα στον ρευστό χρόνο, όπως ακριβώς και η προθεσμία. Οπότε, παρ’ όλο που βάζουμε dead-line, πάλι υπάρχει η δυνατότητα παράτασης. Έτσι συμβαδίζουμε με τις σύγχρονες και διεθνοποιημένες ορολογίες, αλλά ταυτόχρονα διατηρούμε και τη φιλική προς εμάς τεχνική της αναβολής.

Στη χώρα μας κανένα σχέδιο δεν πεθαίνει, εφ’ όσον μπορεί να αναβάλλεται για πάντα. Οπότε ο θάνατος έχει αντικατασταθεί με τη λήθη. Όσο διαρκούν οι αναβολές, καινούρια θέματα έρχονται στην επικαιρότητα, οπότε σιγά-σιγά το σχέδιο αποσιωπάται, χάνει την επικαιρότητα του και τελικά ξεχνιέται, μέχρι – ενδεχομένως – να το ξαναφέρει στην επιφάνεια νέα σειρά γεγονότων. Τότε το ξεχασμένο σχέδιο αντιμετωπίζεται σαν να είναι ολοκαίνουριο και εντάσσεται σε νέες προθεσμίες, που όμως σαν κινούμενη άμμος θα ακολουθήσουν το ίδιο μοτίβο. Κι αν το πράγμα δε χωράει αναβολή, τότε η λύση είναι πρόχειρη και βιαστική, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι το σχέδιο ολοκληρώθηκε και το θέμα επιλύθηκε. Επειδή όμως στην πραγματικότητα αυτό δε συμβαίνει, το θέμα θα επανέλθει αργά ή γρήγορα ως άλυτο. Και το γνωστό μοτίβο θα εμφανιστεί με απόλυτη φυσικότητα.

Η αναβλητικότητα έχει γίνει πλέον αυτονόητη και δε διατρέχει μόνο όλες τις λειτουργίες του δημόσιου τομέα, αλλά έχει επεκταθεί και στο σύνολο του κοινωνικού ιστού. Βασίζεται σε δύο πυλώνες που εναλλάσσονται ή συνυπάρχουν, στη ραθυμία και στην έλλειψη μεθοδολογίας. Για να γίνει όμως κοινωνικά αποδεκτή είναι απαραίτητο οι δύο βασικές αιτίες να μεταμφιεστούν, έτσι ώστε η αναβλητικότητα να είναι και νόμιμη και αξιόπιστη και ηθική. Κι έτσι εμφανίστηκαν ως βασικές αιτιολογίες ο φόρτος εργασίας και η ευθύνη των άλλων. Εάν κάποιος εργάζεται σκληρά και δεν προλαβαίνει τις προθεσμίες, τότε είτε η μέθοδος του είναι προβληματική, είτε έκανε λάθος υπολογισμούς στις προθεσμίες. Εάν λουφάρει, τότε ο «φόρτος εργασίας» είναι ένα πρόσφορο αθωωτικό επιχείρημα. Στην περίπτωση που φταίνε οι άλλοι σπάνια κατονομάζονται συγκεκριμένα πρόσωπα, γιατί η «ηθική» δε μας επιτρέπει να εκθέτουμε ανθρώπους, ακόμα κι όταν λουφάρουν ή αδιαφορούν για τη δουλειά τους. Οπότε οι άλλοι είναι σχεδόν πάντα κάποιες άλλες υπηρεσίες ή ανώνυμοι φορείς ή αόρατοι μηχανισμοί, που είτε δε κάνουν σωστά τη δουλειά τους, είτε συνωμοτούν για να εξυπηρετήσουν «άλλα συμφέροντα», οπότε και μας σαμποτάρουν ή μας καθυστερούν. Υπάρχει όμως και η περίπτωση που πραγματικά φταίνε οι άλλοι. Όταν αυτό συμβαίνει, οφείλεται στη χαώδη γραφειοκρατία ή σε περίεργες συναρμοδιότητες, που επιβάλλουν παράλογες διαδικασίες για να επιτευχθεί ένας απλός ή σύνθετος στόχος.

Οι διάφορες τεχνικές της αναβολής βασανίζουν αποκλειστικά τους ικανούς, εκείνους δηλαδή που σχεδιάζουν, εργάζονται και τηρούν τις προθεσμίες. Είναι πάρα πολύ δύσκολο σ’ ένα «αναβλητικό» περιβάλλον να τρέξεις με συνέπεια ένα σχέδιο. Μας αρέσει να μιλάμε συχνά για ανάπτυξη, μια λέξη που έχει καταντήσει αφροδισιακό στον πολιτικό, αλλά και στον καθημερινό λόγο, που συνεχίζει όμως να παραμένει αόριστη. Η λέξη αυτή στο μυαλό μας έχει αποκτήσει μονοδιάστατο και απλοϊκό νόημα. Οι μόνες μεταφυσικές εικόνες που φέρνει μπροστά μας είναι πολλά λεφτά με πλούσιες χρηματοδοτήσεις, πολλές νέες επιχειρήσεις, πολλές θέσεις εργασίας. Εκεί τελειώνει η συλλογιστική επεξεργασία. Άντε και το πολύ-πολύ να προσθέσουμε στη γενική εικόνα το μόνιμο εμπόδιο της καταραμένης γραφειοκρατίας, την οποία πού θα πάει θα τη δαμάσουμε και η ανάπτυξη θα πάρει φωτιά. Όλες αυτές οι αοριστολογίες μας κάνουν ανεξήγητα αισιόδοξους, μας εφησυχάζουν, ενώ δίπλα μας η τεχνική της αναβολής ολοένα βελτιώνεται, δίνοντας στην αποτυχία και νομιμότητα και αξιοπιστία.

Έχουμε μάθει να ζούμε με την αναβολή κι όταν δε μας παίρνει άλλο, καταφεύγουμε σε πρόχειρες λύσεις της τελευταίας στιγμής. Το καθήκον μας, τις πιο πολλές φορές, ολοκληρώνεται με μια αβίαστη εξαγγελία. Στη συνέχεια είμαστε έτοιμοι να συγχωρήσουμε και να δικαιολογήσουμε οποιαδήποτε επιβράδυνση και οποιαδήποτε αναβολή, χωρίς ποτέ να νοιαζόμαστε για προσωπικές ευθύνες. Και τελικά, επειδή στην αναβλητικότητα δεν μπορούμε να βρούμε κανένα ιδεολογικό κίνητρο, εύκολα τη προσπερνάμε, την αποκλείουμε από τις συζητήσεις μας και τελικά δεν τη θεωρούμε καν πρόβλημα. Τα ιδεολογικά και τα επίκαιρα έχουν πάντα τη πρωτοκαθεδρία, ενώ η δυσκολία του να σχεδιάσεις και να υλοποιήσεις μέσα σε ορισμένο χρόνο είναι – προς το παρόν – ένα θέμα για τις καλένδες.

  Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Επίκαιρα: Αποχαιρετώντας τον Madiba, του Γιάννη Καραχισαρίδη
Η μεταρρύθμιση, του Γιάννη Καραχισαρίδη
Στο λυκόφως μιας εποχής, του Γιάννη Καραχισαρίδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.