Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Φωτοδιήγημα (Ψυχοσάββατο), του Δρ Μάνου Στεφανίδη

Spread the love

 

Ο Μάνος Στεφανίδης είναι Ιστορικός Τέχνης και Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ

 

Μία συγκινητική όσο και απλοϊκή ιστορία συναισθημάτων. Αλλά και της δοκιμασίας ή της υστέρησης τους από το όχι και τόσο μακρινό ’60. Εποχή δύσκολη αλλά και βαθιά ρομαντική. Απελπισμένα ρομαντική.

Η Ελένη, γεννημένη το 1940, που ζει στην Ευγένεια του Πειραιά, είκοσι ενός χρονών, αρραβωνιάζεται, με συνοικέσιο βέβαια, τον ως τότε άγνωστο της Χρήστο από την Χίο εμπρός στην φωτογραφία του… Διερωτώμαι σήμερα: Γιατί τόση βία; Όμως σκέφτομαι ότι πρόκειται για μίαν εποχή εντελώς διαφορετική. Προσέξτε επίσης τον ιερό χαρακτήρα – ακόμη – της εικόνας. Η φωτογραφία συμβολίζει την αέναη παρουσία!

Ο Χρήστος είναι ναυτικός, ήδη ταξιδεύει και το μυστήριο, η αλλαγή των δακτύλιων αρραβώνων δηλαδή, τελείται μέσω συγγενών του. Τόπος, το Κερατσίνι δίπλα στο στρατιωτικό εργοστάσιο της Κοπής που η Ελένη (Νίτσα) δουλεύει.

Η Ελένη έχει χάσει τους γονείς της στα μαύρα Δεκεμβριανά – αλλά και τον παππού και τους θείους της – και μεγάλωσε ως υιοθετημένη από την οικογένεια του θείου Βασίλη και της θείας Στέλλας, αδελφής του πατέρα της Κυριάκου. Άπαντες Κωνσταντινοπολίτες. Όμοια παραδόθηκαν σε ανάλογους συγγενείς και η μικρότερη αδελφή κι ο αδελφός της. Είμαστε λίγο μετά τον Πόλεμο με τον Εμφύλιο να μαίνεται και τους επιζώντες να φροντίζουν όπως όπως τα ορφανά των σκοτωμένων. Ώστε η ζωή να συνεχίζεται με κάθε κόστος.

Όταν έχασε τους γονείς της η Νίτσα ήταν τεσσάρων ετών, η μεγαλύτερη και πιο πληγωμένη από τα τρία αδέλφια αφού ουδέποτε ξέχασε τις βασανιστικές αναμνήσεις εκείνης της περιόδου.

Στην δεύτερη φωτογραφία το σενάριο έχει πραγματοποιηθεί και η χαρά των δύο νέων έχει ολοκληρωθεί. Ο γάμος έχει μόλις γίνει και οι νεόνυμφοι ποζάρουν ευτυχείς αλλά και ολίγον αμήχανοι. Δεν έχει ακόμη αγγίξει ο ένας τον άλλο. Το πρώτο φιλί, σύμφωνα με τα λεγόμενα και των δύο, δόθηκε στην εκκλησία. Ο θείος Βασίλης και ο γιός του Δημήτρης ήσαν κέρβεροι. Ο δε Χρήστος ντροπαλός και άπραγος εκ φύσεως. Και στις δύο φωτογραφίες διακρίνεται ένας ψηλός νεαρός

Είναι ο μικρότερος αδερφός της Αντώνης. Η παρουσία του είναι σαφώς συμβολική. Εκπροσωπεί τους νεκρούς. Προσέξτε επίσης τα ρούχα, πόζες, τις εκφράσεις των προσώπων, τις λεπτομέρειες του απέριττου χώρου. Την παρουσία και την συμμετοχή των παιδιών.

Σε λίγο πάντως ο σύζυγος θα ξαναμπαρκάρει. Η διάρκεια των ταξιδιών εκείνη την εποχή ήταν, κατά μέσον όρο, ενάμισης χρόνος. Ο αφηγητής παίζει στο έργο ως ο μικρός παράνυμφος δεξιά. Πρέπει να είναι οχτώ χρονών. Όλα τα πρόσωπα αποτελούν αυτοτελείς όσο και αυθεντικές περιπτώσεις μιας συγκεκριμένης εποχής και ενός ευδιάκριτου ήθους πραγμάτων. Όλα τα πρόσωπα αφηγούνται μια ιστορία.

Θα μπορούσε να υπάρχει happy end εν προκειμένω αλλά αυτό δεν συμβαίνει ποτέ στον έρωτα ακόμη και όταν παίρνει τόσο μετριοπαθείς και ήπιες μορφές. Εντός του δεδομένου ελληνοχριστιανικού, δηλαδή μικροαστικού, πλαισίου.Τόσο ήσυχες και τόσο ανθρώπινες. Ο Χρήστος, νωρίς θα προσβληθεί από μυασθένεια και θα εγκαταλείψει τις θάλασσες. Η σύζυγος του, το κορίτσι της πρώτης φωτογραφίας, θα τον περιθάλψει μέχρι το τέλος. Σήμερα ζει στον Πειραιά, περασμένα ογδόντα, μόνη κοιτώντας τις παλιές φωτογραφίες επί ώρες ή επισκέπτεται τα δύο, ενήλικα παιδιά της. Κάθε Κυριακή εκκλησιάζεται στον Άγιο Σπυρίδωνα, πλάι στο λιμάνι. Έχει έναν εγγονό. Όταν κοιτάζει τους σκοτωμένους στο οικογενειακό, κιτρινισμένο λεύκωμα, λέει “ο μπαμπάς, η μαμά μου”. Έστω κι αν πλέον έχει την διπλή ηλικία των προσφιλών νεκρών της. Έστω κι αν τώρα είναι αυτή η γιαγιά των ανυπεράσπιστων γονιών της.

Εδώ πλέον η μικροαστική ηθογραφία αποκτά όρους υπόκωφης τραγωδίας. Μιας τραγωδίας που έχουν βιώσει τα περισσότερα μεταπολεμικά σπίτια. Δεξιοί και αριστεροί σ’ έναν αιματηρό, πολυδάπανο διχασμό που μοιάζει να μην έχει τέλος. Σ’ ένα μίσος σχεδόν μεταφυσικό. Η ίδια διατηρεί πάντα ένα στωικό χαμόγελο, γεμάτο απορία. Ποτέ δεν κατάλαβε γιατί συνέβησαν όλα αυτά, γιατί είναι έτσι η ζωή κι όχι αλλιώς…

ΥΓ. (Για τον Εμφύλιο που συνεχίζεται)

* επηρεασμένος από την συναισθηματική όσο και ακριβοδίκαιη εξιστόρηση του Εμφυλίου ως διεθνούς πολέμου από τον Ανδρέα Γερολυμάτο (εκδόσεις Διόπτρα)

(Οι φωτογραφίες αφιερώνονται στον Πάρι και τον Σπύρο Στεφανίδη, τον Αντώνη και τον Κυριάκο Σταθερόπουλο, την Πόπη και τον Κυριάκο Φλωρά, την Δάφνη και την Αριάδνη Στεφανίδου)

Οι δύο τελευταίες φωτογραφίες αποτελούν, τρόπον τινά, τη συνέχεια του φωτοδιηγήματος που δημοσίευσα πιο πάνω, αποτέλεσμα του ξεφυλλίσματος του ίδιου, αρχαίου άλμπουμ. Ο πλωτάρχης αριστερά είναι ο παππούς της Ελένης (Νίτσας), της πρωταγωνίστριας της προηγούμενης ιστορίας που αρραβωνιάστηκε μια φωτογραφία. Που κάποιες, κιτρινισμένες φωτογραφίες είναι σήμερα όλη η ζωή της. (Αναφέρω αυτή την ιστορία γιατί κάθε ελληνικό σπίτι κρύβει μιαν ανάλογη).

Τα κορίτσια δεξιά, στην τελευταία εικόνα, είναι η θεία και η μητέρα της, κόρες του γέρο Υδραίου αξιωματικού. Φωτογραφία προπολεμική. Το πρώτο κορίτσι είναι η Βαρβάρα, η γιαγιά της Δάφνης και της Αριάδνης. Οι γονείς της Ελένης, Κυριάκος και Κούλα, μαζί με τον παππού της – τον παππού μας Παρασκευά -εκτελέστηκαν από την ΟΠΛΑ στα Δεκεμβριανά του 1944. Οι πληγές σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο παραμένουν ακόμη ανεπούλωτες. Ο εμφύλιος

συνεχίζεται…

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.   

The article expresses the views of the author      

iPorta.gr 

 

SHARE
RELATED POSTS
Όπου να ‘ναι ξεκινάμε, του Δημήτρη Κατσούλα
Ένα αληθινό περιστατικό, κάποια Χριστούγεννα, του Νίκου Βασιλειάδη
Βίκυ μου, συγγνώμη που δεν πρόφτασα…, του Δημήτρη Κατσούλα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.