Ένα από εκείνα τα μακρά υπέροχα καλοκαίρια της παιδικής μου ηλικίας στην Σύρο θυμάμαι πως άκουσα μια ιστορία που και αυτή σαν πολλές άλλες έμεινε καταχωνιασμένη στα τρίσβαθα της μνήμης, περιμένοντας υπομονετικά την στιγμή που ένα έναυσμα θα την έφερνε στην επιφάνεια και θα την συνέδεε με την εικόνα του παζλ για να πάρει την τελική της μορφή και θέση.
Πρέπει να ήταν απογευματάκι της δεκαετίας του 70, και γω να έβγαινα από την εκκλησία του Σαν Σεμπαστιά που κρυβόμουν τα μεσημέρια στην έρημη ησυχία της διαβάζοντας για πρώτη φορά τον φτωχούλη του Θεού του Καζαντζάκη σχεδόν ξαπλωμένος σε κάποιο στασίδι.
Ήταν περισσότερο το τοπίο που με έθελγε εκεί; Ήταν περισσότερο αυτή η εκπληκτική σιωπή; Δεν ξέρω. ¨Ηταν ένας τόπος μυστικός που με βοηθούσε να ξεπεράσω αυτό που σήμερα ίσως θα ονόμαζα να γίνω πολίτης του αφανούς. Ήταν σαν να είναι ολόκληρο το νησί… Ένα νησί μέσα στο νησί που θα στέκει από μια γωνιά, σ’ έναν ανθισμένο καιρό. Με ή χωρίς.
Βγαίνοντας από το μυστικό μου καταφύγιο για να τραβήξω τα σκαλιά της κατηφόρας για το σπίτι της γιαγιάς, πέρναγα μπροστά από ένα χαμηλό περιποιημένο σπιτάκι που έμενε ένας ιερέας. Η μνήμη μου με απατά για το όνομά του. Από έρευνα που έκανα πολύ αργότερα ενθυμούμενος τα λόγια του πως ήταν ο πρώτος ιερέας στο νησί που είχε φέρει μοτοσυκλέτα για να μπορεί να πηγαίνει στα απομακρυσμένα χωριά και να λειτουργεί υποθέτω πως ο καλοκάγαθος και για μένα σοφός εκείνος ιερέας που με καλησπέριζε κάθε απόγευμα σχεδόν καθισμένος στην μικρή υμιυπόγεια βεραντούλα δίπλα στα σκαλοπάτια ήταν ο αείμνηστος Ντον Τζώρτζης.
Ένα απόγευμα ο Ντον Τζώρτζης με φώναξε να καθίσω μαζί του για να αποσώσει τον καφέ του. Για μένα έβγαλε κέρασμα φρέσκα κομμένα σύκα και παγωμένο νερό. Υποθέτω πως θα ήμουν ακόμη σε ηλικία που δεν θα μου πρόσφερε καφέ, αν και ο απογευματινός τούρκικος καφές ήταν για μένα από μικρή ηλικία μια μοναδική απόλαυση στην οποία με είχε μυήσει η θεία μου η Βαγγελίτσα, θεός συχωρέστην την.
Ήταν δεκαπενταύγουστος όπως και τώρα. Με ρώτησε τι διάβαζα και μιλήσαμε αρκετά για τον άγιο Φραγκίσκο και το πόσο ευαίσθητα και μοναδικά τον είχε αποδώσει ο Καζαντζάκης στο βιβλίο του και για θέματα πιο πνευματικά, όπως θυμάμαι τις τρεις προσευχές της ψυχής από τότε. Η ψυχή, που παρομοιάζεται με δοξάρι, προσεύχεται και λέγει: «-Θεέ μου, τέντωσέ με, αλλιώς θα σαπίσω. –Θεέ μου, μη με παρατεντώσεις, γιατί θα σπάσω. –Θεέ μου, παρατέντωσέ με κι ας σπάσω».
Κουβέντα στην κουβέντα είχε νυχτώσει, σκέφτηκα πως η μάνα μου και η γιαγιά μου μπορεί να με αποζητούσαν μα δεν έλεγα να φύγω. Κάθε κουβέντα του Ντον Τζώρτζη άνοιγε μπροστά μου ένα παράθυρο σε ένα κόσμο ξεχωριστό, σε έναν κόσμο που ήταν ο ίδιος που ζούσα μα από μια άλλη ματιά, μια νέα ιδιότυπη ματιά θεώρησης του κόσμου που αγνοούσα, ή μάλλον δεν είχα ακόμη ωριμάσει τόσο ώστε να μπορέσω να δω καθαρά. Τότε ήταν που ο Ντον Τζώρτζης μου διηγήθηκε την ιστορία του αγίου Λαυρέντιου, ενός από τους επτά διακόνους της αρχαίας Ρώμης υπό τον Πάπα Σίξτο Β΄, που μαρτύρησαν κατά τη διάρκεια των διωγμών από τον αυτοκράτορα Βαλεριανό το 258. Τον Αύγουστο του 258, όταν ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Βαλεριανός άρχισε διωγμούς κατά των χριστιανών, ο πάπας Ξύστος εμπιστεύθηκε τα τιμαλφή της εκκλησίας, μεταξύ των οποίων και το δισκοπότηρο που χρησιμοποίησε του Ιησούς κατά το Μυστικό Δείπνο, στον Άγιο Λαυρέντιο, ο οποίος ήταν ο αρχιδιάκονός του.
Στις 6 Αυγούστου, Ρωμαίοι στρατιώτες ανακάλυψαν τον Ξύξτο σε μία κατακόμβη και την επομένη τον αποκεφάλισαν. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες απαίτησαν κατόπιν από τον νεαρό Λαυρέντιο να τους παραδώσει τους θησαυρούς της Εκκλησίας. Ο Λαυρέντιος ζήτησε τρεις ημέρες για να συγκεντρώσει τους θησαυρούς, αλλά αντί να κάνει αυτό, μοίρασε τους θησαυρούς σε φτωχούς, αρρώστους και ορφανά. Την τρίτη ημέρα παρουσιάσθηκε, μαζί με ορισμένους φτωχούς και αδύνατους της Ρώμης, στους διώκτες του λέγοντας ότι οι θησαυροί της Εκκλησίας ήταν «αποταμιευμένοι» στην συνοδεία του. Εξαγριωμένοι τότε οι Ρωμαίοι διώκτες υπέβαλαν τον Λαυρέντιο σε μαρτυρικό θάνατο ψήνοντάς τον ζωντανό επάνω σε μια σιδερένια σχάρα. Ένας θρύλος μάλιστα αναφέρει πως, πριν συλληφθεί, ο Άγιος Λαυρέντιος πρόλαβε να φυγαδεύσει το ιερό δισκοπότηρο στην Ισπανία, το οποίο λέγεται πως φυλάσσεται στον καθεδρικό ναό της Βαλένθια.
Υποθέτω πως την ιστορία αυτή μου την ανέφερε στην κουβέντα μας επάνω για τα πεφταστέρια του Αυγούστου, τις περίφημες Περσείδες που μπορούμε να δούμε στον ουρανό τις δύο πρώτες εβδομάδες του Αυγούστου, μετά τα μεσάνυχτα, όταν μας επισκέπτεται απαρέγκλιτα μια «βροχή διαττόντων» και ιδιαίτερα στις στις 12 και 13 Αυγούστου κάθε χρόνου. Στη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία θεωρούν ότι το από το βράδυ της 10ης Αυγούστου εμφανίζονται στον ουρανό τα δάκρυα του Αγίου Λαυρέντιου αφού αυτή την ημέρα μαρτύρησε ο νεαρός διάκονος. Από τότε και κάθε Αύγουστο όταν τα βράδυα κοντά στην γιορτή της Παναγίας φέρνω τα μάτια μου στον ουρανό θυμάμαι αυτή την ιστορία του Αγίου Λαυρεντίου, τον μαρτυρικό θάνατο στην φωτιά ( αυτή η φωτιά που θα στοιχειώνει την ζωή μου από δω και πέρα) και την μοναδική του πράξη να μοιράσει στους φτωχούς όλα όσα πολύτιμα ανήκαν στην εκκλησία της Ρώμης.
Φέτος τα δάκρυά του μέσα σε ένα κλίμα άγχους και ασφυξίας ίσως να έχουν και μια ξεχωριστή σημασία για μένα αλλά και πολλούς από εμάς. Να γίνουν στα βασανισμένα μας μας μάτια λίγες υπέροχες εικόνες και το παράδειγμά του μια πολύ δυνατή ιστορία, που αν και μιλάει για το παρελθόν, δεν παύει να τονίζει την αξία της αγάπης και της συγχώρεσης απέναντι στην παράνοια αλλά και όλες τις μικρές εκείνες λεπτομέρειες που καθορίζουν τη ζωή μας, τη σχετικότητα των επιλογών μας.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr
1 Comment
Υπέροχο κείμενο!!
Σας ευχαριστούμε πολύ!!
Ο Άγιος Λαυρέντιος, ας σας σκεπάζει!!