Σε μια εποχή αναζήτησης εξαρτημάτων και προσαρτημάτων σε ποικίλες μηχανές πολιτικής, επικοινωνίας, τέχνης και πλουτισμού, η ακεραιότητα αποτελεί μάλλον μειονέκτημα παρά προσόν.
Έγραψα πριν από λίγο ότι «Είναι φορές που νιώθω να έχω έναν ελέφαντα στο μυαλό, ανίκανο να αμυνθεί στους εμπόρους ελεφαντόδοντου.»
Υποθέτω ότι οι έμποροι ελεφαντόδοντου δεν είναι εκείνοι που σκοτώνουν οι ίδιοι τους ελέφαντες για να πάρουν τους χαυλιόδοντές τους, το ελεφαντόδοντο ή “φίλντισι” (όπως το λέγανε παλιά και που καμιά σχέση δεν έχει με το “σεντέφι” που είναι ο μάργαρος από κάποια όστρακα, κλείνει η παρένθεση).
Τη βρόμικη δουλειά την κάνουν συνήθως κάποιοι φτωχοί (ανεξάρτητα από το πόσα λεφτά έχουν, που μπορεί να είναι και πάρα πολλά για έναν πραγματικά φτωχό), αμόρφωτοι (που δεν αποκλείεται να έχουν τελειώσει και κάποιο πανεπιστήμιο, να έχουν κάνει και μεταπτυχιακό ή διδακτορικό), αδίστακτοι και φοβισμένοι (απέναντι ―κυρίως― στην ελευθερία) άνθρωποι για τους οποίους η ακεραιότητα είναι άγνωστη λέξη.
Δεν βλέπουν στον ελέφαντα το σεβάσμιο όλον που είναι.
Βλέπουν μόνο τα δόντια του και τα μεταφράζουν σε κέρδος.
Δεν μπορούν να δουν τη χάρη, τη δύναμη, τη νόηση και την ελευθερία σε μια φάλαινα.
Βλέπουν μόνο τα κέρδη από το κρέας και το λίπος της.
Κάπως έτσι μύωπες είναι απέναντι και σε ανθρώπους.
Ο χρήσιμος γι’ αυτούς ―και όσους τους έχουν σπρώξει σε αυτό (όχι βέβαια με το πιστόλι στον κρόταφο ― βρίσκουν και κάνουν)― δεν είναι μια ακέραιη και συνολική προσωπικότητα αλλά ένα επικερδές «αξεσουάρ» ανθρώπου. Μια φωνή, ένα ταλέντο στο πέταγμα κορυνών, η ικανότητα να δείχνει το σώμα της με ερεθιστικό τρόπο ή κάτι άλλο που θα κεντρίσει το ενδιαφέρον της πελατείας τους.
Και η πελατεία αυτή ―όσο κι αν κάνει λάικ σε συγκινητικά δημοσιεύματα― είναι δειλή, μοιραία και άβουλη αντάμα απέναντι στο κακό που με δρασκελιές την πλησιάζει.
Είτε αδιαφορώντας πρακτικά (δεν βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω, για να συνεννοούμαστε) για τον Αρμαγεδδώνα της κλιματικής αλλαγής που (και) η ίδια ανέχεται (αν δεν προκαλεί), είτε με την ανεμελιά και την αδιαφορία (αν όχι και απέχθεια) που δείχνει απέναντι στην ακεραιότητα, την εντιμότητα και την οικουμενική σκέψη που θα έπρεπε να χαρακτηρίζει τον όποιον αυτοπροβάλλεται ώς διαχειριστής του μέλλοντός της.
Με κάπως πιο απλά λόγια, ο υποψήφιος κυβερνήτης πρέπει να δείχνει στον πεινασμένο για ελεφαντόδοντο ψηφοφόρο τούς χαυλιόδοντές του.
Και να είναι έτοιμος να θυσιάσει την όποια ακεραιότητά του στον στόχο του, δίνοντας στην πελατεία του εκείνο που αυτή θέλει: ελεφαντόδοντο.
Ή κάτι που να μοιάζει με ελεφαντόδοντο. Κι ας είναι πλαστικό.
Δύσκολο να διακρίνει μια τόσο απαίδευτη πελατεία τη διαφορά.
Κι αυτό το «ψευτοελεφαντόδοντο», δεν το συναντάμε μόνο στην πολιτική.
Όταν δεν ξέρεις από ρούχα και υφάσματα, ακόμα και ένα τσουβάλι να φορέσει με πόζα και έπαρση κάποιος, μπορεί να σου φανεί κομψό και φίνο.
Είναι κάτι σαν κι αυτό που έλεγε η γιαγιά μου:
«Κατέει ο μπουρμάς ίντα είναι ο χουρμάς;».
Ο ελέφαντας, όμως, που μερικές φορές νιώθω να ζει στο μυαλό μου, παραμένει ανίκανος να αμυνθεί στους εμπόρους ελεφαντόδοντου.
Αυτό πολύ με στενοχωρεί και δεν ξέρω τι να κάνω.
12 Οκτωβρίου 2018
Κωστής Μακρής
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr