Αν υπάρχει κάτι που δεσπόζει σήμερα στα πολιτικά μας πράγματα, αυτό είναι η αμοιβαία καχυποψία αλλά και η κομματική “ηθική”, το χρέος δηλαδή του κόμματος προς τον ανώνυμο ψηφοφόρο και το αποκλειστικό “δίκιο” του. Όπως επίσης οι οφειλές της ηγεσίας προς τον επώνυμο συνδικαλιστή και τα ιερά “δικαιώματα του”. Η μαχητικά πρασινοκόκκινη με βαθείς, γαλάζιους τόνους ΟΛΜΕ είναι ένα δραματικό παράδειγμα.
Εν προκειμένω, ανάμεσα στον συντηρητισμό της Νέας Δημοκρατίας και τον συντηρητισμό του ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώνω πως η νυν κυβέρνηση διαθέτει τη βούληση να κινήσει εκ νέου την πολυκαιρισμένη, αγκομαχούσα μηχανή, να αλλάξει κάποια στοιχεία που έχουν κακοφορμίσει ενώ η επίσημη πολιτική των Συριζανέλ ήταν η στατικότητα, το dolce far niente. Ακόμη χειρότερα η καθήλωση στο παρελθόν. Το τόσο μανιχαϊστικό όχι σε όλα. Χωρίς καμία υποψία σύνθεσης και υπέρβασης.
Για να εξηγούμαστε: Θεωρώ την Κεραμέως λιγότερο επικίνδυνη από τον Γαβρόγλου όπως επίσης θεωρώ σταθερά επικίνδυνη την αντιμετώπιση της παιδείας μέσα από κομματικοποιημένα μέτρα εκδίκησης και επίδειξη δύναμης. Χωρίς ευρύτερη συναίνεση και διάλογο με όλους τους εμπλεκόμενους και χωρίς κομματικές παρωπίδες. Και με την έμμεση ή άμεση απαξίωση των εκπαιδευτικών. Οι οποίοι, χωρίς να είναι άμοιροι ευθυνών για την κατάντια της παρεχόμενης εκπαίδευσης, είναι άδικο να αντιμετωπίζονται συλλήβδην ως οι απόλυτοι ένοχοι. Ανάμεσα στους χιλιάδες δασκάλους όλων των βαθμίδων υπάρχουν και τα διαμάντια και τα σκουπίδια. Όπως παντού εκ άλλου. Χρέος της πολιτείας είναι να αναβαθμίσει τους πρώτους και να αποκλείσει τους δεύτερους. Επειδή, τέλος, η παιδεία είναι θέμα ΕΘΝΙΚΌ, οφείλει να το προσεγγίζει κανείς ιδεολογικά μεν αλλά όχι ιδεολογικοποιημένα. Εν προκειμένω νομίζω ότι η διαφορά είναι εμφανής.
Ως εκ τούτου βρίσκω ότι το πακέτο της κυρίας Κεραμέως – που απλώς εφαρμόζει τις προεκλογικές δεσμεύσεις της Ν.Δ – περιέχει πολλά θετικά στοιχεία όπως είναι η αξιολόγηση, η βάση του 10, η τράπεζα θεμάτων, η αναβάθμιση του πρυτανικού θεσμού, οι γλώσσες, η ηλεκτρονική εκπαίδευση κλπ. για αυτό δεν κατανοώ το εσπευσμένο της υπερψήφισης χωρίς ευρύτερες συναινέσεις – ας πούμε, της ακαδημαϊκής κοινότητας που θα συμφωνούσε σε μεγάλο βαθμό – πράγμα το οποίο είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγήσει στα αντίθετα των επιδιωκόμενων αποτελέσματα. Μην ξεχνάτε πόσο εύκολα αποσκορακίστηκε ο Νόμος Διαμαντοπούλου παρά την συντριπτική κοινοβουλευτική αποδοχή. Έχω την αίσθηση ότι η πολιτική ηγεσία, και τότε και τώρα, αγνοεί την δραματική καθημερινότητα κυρίως της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και το βαθύ χάσμα ανάμεσα στην διδακτέα ύλη και σε αυτά που εν τέλει αποκομίζουν οι μαθητές. Η αμορφωσιά επιπολάζει σε διδάσκοντες και διδασκόμενους και αυτή η χρόνια παθογένεια δεν θεραπεύεται με την μονομερή επίδειξη πολιτικής δύναμης. Ο ΑΣΕΠ είναι η μόνη ελπίδα στοιχειώδους αξιοκρατίας και βέβαια η αξιολόγηση! Οι εκπαιδευτικοί αντί να την αρνούνται, το οπισθοδρομικό “όχι σε όλα” λέγαμε, οφείλουν να διεκδικήσουν το αδιάβλητο της διαδικασίας της
Ιδού ποια είναι η τραγική αλήθεια. Ως εκ τούτου συστήνω λιγότερη αλαζονεία, περισσότερη μετριοπάθεια και βέβαια ανοιχτό δημοκρατικό διάλογο. Χωρίς κωλυσιεργίες!
Η κ. Κεραμέως επείγεται να αφήσει το δικό της ιδεολογικό ίχνος στην βαριά νοσούσα παιδεία μας. Αγνοώντας, φοβάμαι, τα όσα συμβαίνουν στην μέση, κυρίως, εκπαίδευση. Το πόσο έχει διαφοροποιηθεί το κλίμα… Εξ ου και οι αμφιβολίες μου. Ως απόφοιτος της Ιωνιδείου, του προτύπου δηλαδή δημόσιου γυμνασίου του Πειραιά, δεν μπορεί παρά να συμφωνώ με την αναβάθμιση και αύξηση των προτύπων σε όλη τη χώρα μόνο που τη διαφορά στην εκπαίδευση την κάνει αφενός ο δάσκαλος και αφετέρου το σχολικό εγχειρίδιο. Εκεί χρειάζεται επίπονη προσπάθεια που θα αποδώσει σε βάθος χρόνου. Δεν διστάζω να πω από προσωπική πείρα ότι στο γυμνάσιο τα δύο τρίτα των βιβλίων είναι ΠΑΝΤΕΛΏΣ ακατάληπτα από τους μαθητές!
Όχι μόνο επειδή είναι καλογραμμένα ή αποτελούν συμπίληματα ετερόκλητων εργασιών αλλά και γιατί δεν είναι ελκυστικά προς τον χρήστη τους. Γι’αυτό απλώς δεν διαβάζονται! Στο λύκειο πάλι κυριαρχεί η λογική και η αισθητική του λυσαριού κι όχι η δημιουργική ανάγνωση. Όσο για τα πανεπιστήμια ηγεμονεύει το ένα, το μοναδικό βιβλίο του καθηγητή. Αποτέλεσμα όλων αυτών η λεξιπενία, ο δύσκολα συγκεκαλυμμένος αναλφαβητισμός και το γνωστικό πασάλειμμα χωρίς εμπέδωση και βάθος. Οι πρωτοετείς μας φοιτητές έχουν συχνά γνώσεις πρώτης λυκείου παρότι οι βαθμολογίες των είναι υψηλές. Τί έχει συμβεί; Ένας βελούδινος συμβιβασμός! Οι καθηγητές μοιράζουν εικοσάρια, οι γονείς είναι ικανοποιημένοι και οι μαθητές παρασυρόμενοι από την “επιτυχία” μοιραία κάνουν λάθος επιλογές. Έτσι τα ΑΕΙ “φορτώνονται” με ανθρώπους που ποτέ δεν θα αξιοποιήσουν το πτυχίο που κουτσά στραβά και με χίλιους συμβιβασμούς θα αποκτήσουν (όχι τόσο για τους ίδιους όσο για τη … μαμά τους). Χιλιάδες ατομικές αποτυχίες αθροίζονται έτσι σε μιαν διαρκή ήττα και στην καθήλωση της κοινωνίας.
Τώρα τα φώτα της Βουλής έσβησαν, οι πολιτικοί έπραξαν το καθήκον τους διαπληκτιζόμενοι, οι συνδικαλιστές μάζεψαν τα ανορθόγραφα πανό τους για να τα αξιοποιήσουν στην επόμενη, ανώφελη και βαρετά παλαιομοδίτικη διαμαρτυρία και το ελληνικό σχολείο με τους θεράποντες του επέστρεψε στη θλιβερή του πραγματικότητα.
ΥΓ. Και δύο λόγια για τα δύο κύρια επιχειρήματα της αντιπολίτευσης (που στάθηκε κατώτερη των περιστάσεων και παραχωρώντας έναν εύκολο θρίαμβο στην κυβέρνηση). Πρώτον οι … κάμερες! Που δεν είναι κάμερες αλλά απλώς η οθόνη ενός λαπ τοπ και η δυνατότητα να παρασχεθεί εκπαίδευση σε ακραίες συνθήκες όπως αυτή του αναγκαστικού εγκλεισμού. Δηλαδή λόγω έκτακτου ανάγκης. Δεν πρόκειται ούτε για αστυνόμευση του διδάσκοντος ούτε για έκθεση ή προσβολή του διδασκόμενου αλλά αξιοποίηση της τεχνολογίας αλλά και μιας αισθητικής που βρίσκεται στο DNA του σημερινού μαθητή. Στο πανεπιστήμιο αλλά και στα ακριβά ιδιωτικά σχολεία η ηλεκτρονική εκπαίδευση είναι αυτονόητο κεκτημένο εδώ και καιρό. Θα μπορούσε βέβαια να έχει τακτοποιηθεί το ζήτημα απλά με υπουργική απόφαση ώσπου να αρθούν όλες οι ενστάσεις κι όχι με βαρύγδουπο νόμο.
Εν προκειμένω η ηγεσία δεν αντιλήφθηκε – κακώς – τις ευαισθησίες της βάσης ιδιαίτερα όταν αυτές αφορούν σε προσωπικά δεδομένα.
Δεύτερον… η διαγωγή! Που μάς φέρνει ως ορολογία πίσω στο ’60. Όμως όλοι συμφωνούμε πως είναι άμεση ανάγκη να αποκατασταθούν ο σεβασμός, το πνεύμα της μαθητείας και η πειθαρχία στην εκπαίδευση όπως και η ουσιαστική καλλιέργεια του ήθους. Άραγε η επιστροφή της διαγωγής θα αποκαταστήσει το κύρος του δασκάλου και θα επιτύχει την κόσμια συμπεριφορά του μαθητή; Επειδή μοιάζει με μέτρο αποκλειστικά πειθαρχικό, αστυνομικό, φοβάμαι ότι θα λειτουργήσει ελάχιστα. Επειδή έχει αλλάξει δραματικά η καθημερινότητα στα σχολεία. Αλλά κι ο ψυχισμός και οι συμπεριφορές των παιδιών. Το πρόβλημα είναι τρομαχτικά σύνθετο. Πρόκειται για ένα καινούργιο, άγνωστο κόσμο που εμείς, οι μεγάλοι τραγικά αγνοούμε. Και χρειάζεται πολλή δουλειά και περισσότερη αγάπη για να τον αντιληφθούμε. Για να τον κερδίσουμε ξανά.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr