Πόρτα στην Πολιτική

Χαμένοι στη μετάφραση, του Νίκου Ζέρβα

Spread the love

 

* 0 Νίκος Σπ. Ζέρβας είναι Πολιτικός Επιστήμονας και Υπ. Διδάκτορας Πανεπιστημίου Αθηνών 

 

Πριν από μία περίπου εβδομάδα ολοκληρώθηκαν οι προγραμματικές δηλώσεις της νέας Κυβέρνησης στη Βουλή. Όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο, η Κυβέρνηση έλαβε από το νομοθετικό σώμα την ψήφο εμπιστοσύνης. Όπως ήταν επίσης αναμενόμενο, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τέθηκαν οι εισηγήσεις τόσο του πρωθυπουργού, όσο όμως και των νέων υπουργών. Εισηγήσεις, εκ των οποίων εξήχθησαν εύλογα μεν συμπεράσματα, κυρίως δε κρίσιμα ερωτήματα.

Ο πρωθυπουργός, κατ’ αρχάς, εμφανίστηκε στην αίθουσα της Ολομελείας πλήρως συνειδητοποιημένος για την κρισιμότητα των περιστάσεων. Δηλώνοντας χαρακτηριστικά πως έχει συναίσθηση των δυσκολιών, της ευθύνης, καθώς όμως και των παθογενειών που μας έφεραν ως χώρα σε δεινή θέση, εμφανίστηκε έτοιμος για τη σκληρή διαπραγμάτευση. Ωστόσο, στην αμέσως επόμενη παράγραφο της ομιλίας του υπέπεσε σε μία μεγάλη αντίφαση. Έκανε λόγο για μια αμετάκλητη απόφαση που έχει λάβει μαζί με τα υπόλοιπα κυβερνητικά μέλη για την τήρηση όλων των προεκλογικών δεσμεύσεων, αιτιολογώντας την πως πρόκειται για ένα ζήτημα τιμής, αξιοπιστίας και σεβασμού της Δημοκρατίας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο όμως, αυτοαναίρεσε τις προθέσεις του για την αντιμετώπιση των δύσκολων καταστάσεων και την πραγματοποίηση μιας σοβαρής και έντιμης διαπραγμάτευσης. Διότι οι διαπραγματεύσεις, σε κάθε περίπτωση, απαιτούν και αμοιβαίες υποχωρήσεις.

Οι αντιφάσεις όμως του νέου πρωθυπουργού δεν έμειναν εκεί. Παρόλο που πολύ σωστά επεσήμανε, ότι ο προκάτοχός του, μαζί με την ’’αυλή’’ του, τους συμβούλους που τον συνόδευαν στα χρόνια της πολιτικής του ερήμου, επένδυσαν στην αποτυχία της Ελλάδος, επιλέγοντας μια 2μηνη (λήγουσα την 28η Φεβρουαρίου) και όχι 6μηνη παράταση του τρέχοντος προγράμματος που τους προσφερόταν, θέλοντας έτσι να εγκλωβίσουν τη νέα Κυβέρνηση και να ευοδωθεί το σχέδιό τους για μια σύντομη «αριστερή παρένθεση», ο ίδιος έκλεισε αμέσως το σενάριο μιας νέας παράτασης. Δεν δικαιούται, ισχυρίστηκε, να ζητήσει παράταση του Μνημονίου, παράταση του λάθους και της καταστροφής. Κάπως έτσι όμως, δυστυχώς για τη χώρα μας, προέκυψε και το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων στο Eurogroup της Δευτέρας.

 

Οι αντιπρόσωποι της ελληνικής Κυβέρνησης, ο αντιπρόεδρός της και ο υπουργός Οικονομικών, μαζί με τους υπολοίπους Ευρωπαίους ομολόγους του, βρέθηκαν χαμένοι στη μετάφραση. Οι μεν έκαναν λόγο για παράταση, επέκταση, επιμήκυνση ή όπως αλλιώς μπορεί να τεθεί της τρέχουσας δανειακής σύμβασης, χωρίς όμως τους επαχθείς μνημονιακούς όρους, οι δε επέμεναν στην παράταση του τρέχοντος προγράμματος, όπως την παρείχαν στην προηγούμενη Κυβέρνηση. Οι δικοί μας, αξιοποιώντας τη γλώσσα της πολιτικής διπλωματίας, αποδέχονταν το 70% του προηγούμενου προγράμματος, απορρίπτοντας το υπόλοιπο τοξικό 30%, την ώρα που οι εταίροι μας, διακατεχόμενοι φύσει από μία τεχνοκρατική αντίληψη, αδυνατούσαν να κατανοήσουν τι υπάγεται στο 70% και τι στο 30%.

 

Διότι, ναι μεν η λιτότητα αναιρεί κάθε προσπάθεια για ανάκαμψη, παγιώνοντας την ύφεση, εντούτοις όμως είναι αδύνατο να αναλογιστεί κανείς γιατί στα ’’τοξικά’’ μνημονιακά μέτρα υπάγεται η ανεύρεση πηγών χρηματοδότησης και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας μέσω ιδιωτικοποιήσεων ακινήτων που σκουριάζουν, αξιοποιήσεων φυσικών πόρων που λιμνάζουν, του ανοίγματος της αγοράς ενέργειας με τα τόσα οφέλη του για τους Έλληνες καταναλωτές, όπως και του αντίστοιχου της «κλειστής αγοράς εργασίας». Αυτές τις μεταρρυθμίσεις αμφισβήτησαν στην πλειονότητά τους οι νέοι υπουργοί κατά τις προγραμματικές τους δηλώσεις, ορμώμενοι για μια στροφή 180 μοιρών στο κρατικοδίαιτο παρελθόν. Μιας στροφής που μας φέρει πολλές δεκαετίες πίσω ακόμη και στον κρίσιμο τομέα της παιδείας, όπου η αριστεία θεωρείται για το νέο πολιτικό προϊστάμενο ταμπού. Η στροφή αυτή, βέβαια, δεν τους βρίσκει μοναχούς τους στο τιμόνι της εξουσίας. Αντιθέτως, όπως επικαλούνται, τους βρίσκει σε μια αμοιβαία σύμπνοια και συμμαχία με το λαό, τα κινήματα της ’’πλατείας’’ για μια ’’ανάσα αξιοπρέπειας’’, που όλοι μας αντικρίσαμε τις προηγούμενες μέρες. Η λήθη όμως είναι ο χειρότερος εχθρός. Ας μην ξεχνάμε, επομένως, πως στις ίδιες πλατείες το 2011 οι κρεμάλες, τα φασκελώματα και οι προσδοκώμενοι εμπρησμοί της Βουλής επώασαν το αβγό του φιδιού, εκτινάσσοντας το νεοναζιστικό μόρφωμα στην τρίτη κοινοβουλευτική θέση.

Για να επανέλθουμε στα της διαπραγμάτευσης, το χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών εντοπίζεται και στην επίβλεψη-επιτήρηση. Κατόπιν δηλώσεών του νέου υπουργού Οικονομικών αμφισβητήθηκε ο θεσμικός ρόλος της τρόικας. Πράγματι, είναι πρωτοφανές τα μέλη του φορέα της εκτελεστικής εξουσίας ν’ αναζητούν λύσεις με τους υπαλλήλους κοινοτικών και διεθνών θεσμικών οργάνων. Πολλώ δε μάλλον, όταν αυτές οι λύσεις παρουσιάζονται ως θέσφατα ελέω ελλείψεως εναλλακτικών επιλογών εκ μέρους των κυβερνώντων μας, κυρίως πρώην, αλλά και νυν. Δυστυχώς όμως, αυτή είναι η συνέπεια όταν και οι πρώην υστερούντο πολιτικής βούλησης να έρθουν σε ρήξη με επιχειρηματικά συμφέροντα, και οι νυν αρνούνται, μη αναλαμβάνοντας το πολιτικό κόστος, να αντιληφθούν και να συγκρουστούν με κακοδαιμονίες όχι μόνο των ανωτέρων στρωμάτων, αλλά και κείνων, στους οποίους έταξαν την επιστροφή στο παρελθόν της επίπλαστης ευημερίας, κατά την προεκλογική περίοδο.

Καταλήγοντας, ελέω της επιστημονικής εξειδίκευσης του νέου επικεφαλής της οικονομίας μας, πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν πως αυτή τη στιγμή εφαρμόζεται στην πράξη η «θεωρία των παιγνίων». Βάσει αυτής, αναλόγως και της στρατηγικής που ακολουθεί κάθε παίκτης, οι αποφάσεις λαμβάνονται σε καταστάσεις είτε σύγκρουσης, είτε συνεργασίας, ο δε ανταγωνισμός μεταξύ των παικτών (Ε.Ε και Ελλάδας στην προκειμένη περίπτωση) οδηγεί σε κέρδη για τη μία και απώλειες για την άλλη πλευρά. Εντούτοις, η ανωτέρω θεωρία δεν πολυταιριάζει στην κρίσιμη παρούσα κατάσταση. Αντιθέτως, αυτό που διεξάγεται αυτές τις μέρες στις Βρυξέλλες, αποτυπώνεται περισσότερο σε μια άλλη οικονομική θεωρία, σ’ ένα επονομαζόμενο «game of chicken». Λαμβάνοντάς την υπ’ όψιν, τη μετωπική σύγκρουση μεταξύ των δύο παικτών, που αποτελεί το χειρότερο δυνατό σενάριο και για τους δύο, μπορεί να την αποτρέψει η υποχώρηση. Υποχώρηση είτε εκ μέρους του ενός, είτε εκ μέρους και των δύο. Αυτές τις μέρες και οι δύο παίκτες, έστω και σιωπηλώς, φέρονται να καταλήγουν στο δεύτερο σενάριο, σε μια αμοιβαία έντιμη υποχώρηση. Στο χέρι τους είναι να την υλοποιήσουν. Στη δε περίπτωση που την επιλέξουν, κυρίως οι δικοί μας, είναι βέβαιο πως θα έχουν την αμέριστη στήριξη και συμπαράσταση όλων των πραγματικών φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων του τόπου, που δεν αναλώνονται σε μικροκομματικές σκοπιμότητες, κυρίως δε της πλειοψηφίας των υπεύθυνων, και μόνο, πολιτών.

 

SHARE
RELATED POSTS
Από τον διχασμό στη συναίνεση. Μια πρόταση ουσίας, του Πάνου Μπιτσαξή
Αφορισμοί, του Νίκου Βασιλειάδη
Deja vu!, του Γιώργου Σαράφογλου – by George Sarafoglou

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.