Το Πεδίον του Άρεως στάθηκε λίκνο και παράδεισος της παιδικής μου ηλικίας.
Βρέφος με πήγαιναν με το καρότσι καθημερινά, πρωί-απόγευμα, να «πάρω τον αέρα μου», σάμπως ο αέρας στην Κυψέλη όπου κατοικούσαμε να ήταν τότε μολυσμένος. Νήπιο έφαγα άμμο στα σκάμματά του, σκαρφάλωσα στο μεταλλικό σκελετό αεροπλάνου που δέσποζε στη μία από τις δύο παιδικές χαρές, μαγεύτηκα κοιτάζοντας τους τσιμεντένιους σταλαγμίτες και σταλαχτίτες της μικρής τεχνητής σπηλιάς, ονειρεύτηκα πως, όταν μεγαλώσω, θα γίνω φύλακας του πάρκου και θα ζω στο παραμυθένιο σπιτάκι του. Απέκτησα πατριωτικό φρόνημα θαυμάζοντας τα παλικάρια του ’21 στην ομώνυμη αλέα. Από το αναψυκτήριο έφταναν ως τα αυτιά μας τρομπέτες και πιατίνια, ο θρυλικός Γιώργος Οικονομίδης έκανε σόου κάθε Κυριακή πρωί.
Ο πατέρας μου με έμαθε να ποδηλατώ σε μιαν αλάνα πίσω από το άγαλμα της Αθηνάς, που την λέγαμε «Παγόδα» επειδή γειτνίαζε με ένα κινέζικο εστιατόριο. Έτρεχα όλο και πιο γρήγορα για να εντυπωσιάσω τον μπαμπά, ώσπου το λάστιχο έσκασε, έσκασα κι εγώ με τα μούτρα στο τσιμέντο, πήγα την επομένη στο σχολείο με τουπέ τραυματία πολέμου.
Όταν έδινα για δεύτερη φορά Πανελλαδικές –την πρώτη είχα περάσει στη Θεολογία και η Νομική μού είχε γίνει έμμονη ιδέα– έκανα το μοναδικό τάμα της ζωής μου. Υποσχέθηκα στον Αλέξανδρο Υψηλάντη πως, άμα τα κατάφερνα, θα κατέθετα δάφνινο στεφάνι στα πόδια του αγάλματος που τον παριστάνει νεκρό και βρίσκεται μπροστά στην εκκλησία των Ταξιαρχών.
Τήρησα το λόγο μου. Μάλλον επρόκειτο για την πιo μοναχική αλλά και πιo ειλικρινή απότιση φόρου τιμής στον ήρωα εδώ και πολλές δεκαετίες…
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του. Δημοσιεύεται και στo athens voice.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr