Eικόνα: Το δάχτυλο στη μύτη και δυο διαβολάκια, ΚΑΜ, Δεκέμβριος 2015
Το δάχτυλο στη μύτη
Δεν θα το κάνω πια.
Δεν θέλω να ζω μέσα στην αμαρτία, με το στίγμα της διαστροφής και της ψυχικής ανωμαλίας. Δεν θέλω να είμαι ένα μίασμα που το
φτύνουν οι ευσεβείς και κανονικοί άνθρωποι.
Τώρα πια ξέρω.
Είναι μια κακιά συνήθεια, μια διαστροφή, κάτι έξω από τις φυσιολογικές συνήθειες ενός κανονικού ανθρώπου, πέρα και έξω από τις
προδιαγραφές που έθεσε η φύση και ο πλάστης των πάντων.
Και το αποφάσισα.
Δίνω τέρμα στη κολασμένη μου εμμονή.
Βρίσκω τη δύναμη και σταματώ εκούσια το κατρακύλισμά μου στον βούρκο τής ανηθικότητας.
Ναι. Το πήρα απόφαση.
Ποτέ πια δεν θα ξανασκαλίσω τη μύτη μου.
Ποτέ πια δεν θα κολλήσω τη μύξα μου κάτω από θρανίο ή άλλο κάθισμα.
Έχω μάθει ότι αυτό είναι μια ασυγχώρητη ασέβεια απέναντι στη φύση και στον θείο νόμο, μια διαστροφή, ένα βίτσιο που μπορεί να με
καταστρέψει.
Για πολλά χρόνια ήμουν βυθισμένος στην αμαρτία και στη διαφθορά χωρίς να έχω συνείδηση της βλάβης που προκαλώ στο σώμα μου, στο
κοινωνικό σύνολο και στην αθάνατη ψυχή μου.
Έξι χρόνια στο δημοτικό κι άλλα τόσα στο γυμνάσιο.
Αλλά και μετά, συνέχιζα να το κάνω. Κρυφά.
Με έσπρωχνε η ηδονή.
Γιατί πρέπει να το παραδεχτώ! Ήταν μεγάλη η ηδονή να βυθίζω το δάχτυλο μέσα στο ρουθούνι μου, να βγάζω προσεχτικά τη μύξα και
κοιτάζοντας γύρω μου ―μη με δει κανείς― να την κολλάω προσεχτικά κάτω από το θρανίο, κάτω από το κάθισμα στο σινεμά, κάτω από
παγκάκια σε πάρκα, κάτω από το κάθισμα του αυτοκινήτου.
Η διαστροφή μου αυτή με είχε οδηγήσει σε ακραίες συμπεριφορές. Αλλοίωνε την προσωπικότητά μου, με έκανε να κρύβομαι από ντροπή. Η
ευχαρίστηση όμως ήταν μεγαλύτερη κι από τις ενοχές μου και από τον φόβο της αποκάλυψης.
Ο κίνδυνος μήπως αποκαλυφθεί το βίτσιο μου και με καταστήση απόβλητο από την κοινωνία, αποσυνάγωγο από τις φυσιολογικές παρέες
μου, δεν με τρόμαζε. Αντίθετα, ο τρόμος της δημόσιας αποκάλυψης των μυστικών ηδονών μου με έκανε να αποζητώ αυτές τις αφύσικες
ηδονές με ακόμα μεγαλύτερο ζήλο. Λες και μέσα από τον φόβο της ενδεχόμενης φανέρωσης της κακής μου συνήθειας μεγάλωνε η
ευχαρίστηση που αντλούσα από το πάθος μου.
Είχα αναπτύξει ιδιαίτερη ικανότητα στο να χαίρομαι τη διαστροφή μου ακόμα και μέσα σε πλήθος κανονικών ανθρώπων.
Μπορούσα να αποσπώ την προσοχή των πολλών μακριά από το κουσούρι μου έχοντας αναπτύξει έναν ιδιόμορφο τρόπο να αντιμετωπίζω με
χιούμορ και απλοϊκή ―όπως φαινόταν στους άλλους― αφέλεια τη διαφορετικότητά μου.
Ήμουν επίσης σε θέση να διακρίνω εκείνους που είχαν το ίδιο πάθος με εμένα και να αποζητώ τη συντροφιά τους σε ύποπτα στέκια, μακριά
από τους υγιείς.
Τους ξεχώριζα με την πρώτη ματιά. Με τον τρόπο που άγγιζαν τη μύτη τους, τον τρόπο που κρατούσαν ένα χαρτομάντιλο, για ξεκάρφωμα…
Και πήγαινα κοντά τους, να ζήσω μαζί τους αυτό που οι άλλοι ονόμαζαν ανωμαλία. Πολλές φορές το έκανα με αχαλίνωτη ορμή, μόνο και
μόνο για λίγες στιγμές παράνομης ηδονής.
Δάχτυλο στο ρουθούνι, μύξα και κόλλημά της κάτω από ένα κάθισμα. Α! Ήταν υπέροχο να το κάνεις αυτό παρέα με κάποιον συνένοχο!
Αλλά τώρα πλέον, την έκοψα αυτή την κακιά συνήθεια. Δεν πήγαινε άλλο.
Ίσως να με έσπρωξαν στον ίσιο δρόμο τα σοφά λόγια κάποιου φιλάνθρωπου ιεράρχη που μου κατέδειξαν το μέγεθος της αμαρτίας μου.
Όσο σκληρά κι αν ήταν τα λόγια του, που καλούσαν τους κανονικούς και ευσεβείς ανθρώπους να αποπέμπουν και να φτύνουν, όπου τους
συναντούν, ανθρώπους σαν κι εμένα, εκείνους δηλαδή που χώνουν το δάχτυλο στο ρουθούνι, σκαλίζουν τη μύτη τους και μετά κολλάνε τη
μύξα τους όπου βρουν, εμένα τα λόγια αυτά, τα φωτισμένα, με οδήγησαν στον δρόμο της κανονικότητας, της αρετής και της ψυχικής
υγείας.
Τέτοια σοφά λόγια δεν θα μπορούσαν παρά να με ξεστρατίσουν από την ατραπό της βδελυρής και διεστραμμένης ηδονής που
ακολουθούσα, να με απαλλάξουν απ’ αυτή την ταπεινωτική ψύχωση και να με φέρουν ξανά στον ίσιο δρόμο μιας κοινωνίας γεμάτης υγεία
και ευσέβεια, γεμάτης αγάπη για τον κανονικό συνάνθρωπό μου και γεμάτης μίσος για κάθε τι που ξεφεύγει από αυτό που ορίζουν ως
κανονικό και υγιές οι πνευματικές και κοινωνικές μας εξουσίες.
Επομένως, ποτέ πια το δάχτυλο στη μύτη.
Εκτός κι αν η μπόχα γύρω μου είναι τόσο αφόρητη που να με αναγκάζει να βάζω και στα δυο μου ρουθούνια τα δάχτυλά μου.
Κι αν τύχει να τραβήξω και καμιά μύξα, βγάζοντας τα δάχτυλα, να την κολλάω στον γιακά κάποιου βρομιάρη.
Αλλά αυτό δεν το θεωρώ αμαρτία. Νόμιμη άμυνα το λέω.
15 Δεκεμβρίου 2015