Φίλες και φίλοι,
Ο χρόνος τελειώνει∙ λίγες μέρες απομένουν και το 2015 θα αποτελεί κι αυτό παρελθόν, θα στριμωχτεί στα ράφια πίσω από την πόρτα του παρόντος.
Επειδή η ΠΟΡΤΑ μας έχει βάση της το νησί της Ρόδου, σκέφτηκα να «σας πω τα κάλλαντα» τα τοπικά, αλλά όχι τα επίσημα. Προτίμησα τα σκωπτικά, που
λέγονταν μετά την απομάκρυνση από το το σπίτι που δεν είχε φερθεί ανάλογα, δηλαδή δεν είχε δώσει τα συνηθισμένα «κεράσματα».
Η δομή παράμένει η ίδια, δηλαδή έχουν την εισαγωγή τους, την αναφορά στον αφέντη του σπιτιού, μετά την αναφορά στην κυρά του, ακολουθούν οι
αναφορές στα παιδιά, και τελειώνουν με την αναφορά στο σπίτι/κτήριο.
Το αποτέλεσμα, βέβαια, είναι όλες οι ευχές να μετατρέπονται σε συμφορές, προσβολές και πειράγματα, ο σεβασμός σε πλήρη αναίδεια και κοροϊδία,
θυμίζοντας περισσότερο την αχαλίνωτη σάτυρα της αποκριάς.
«Κάλλαντα καλλαντίσαμε και δεν μας επλερώσαν
να πέσουν τα τσουκάλια τους με τα γιαπράκια μέσα.
Κάλλαντα καλλαντίσαμε και δεν μας επλερώσαν
χατέστε να πααίνουμεν και χοίρους έχει μέσα.
Εσέν’ αφέντη μπρέμπει σε καρέκλα καρυδένια
για ν’ακουμπά η μέση σου η ξεχαρβαλωμένη.
Εσέν’ αφέντη μπρέμπει σε ένα κουτσό μουλάρι
που να μην έχει πέταλα, καπίστρι και σουμάρι.
Και πάλι ξαναμπρέμπει σε, άμμο να ρεμονίζεις(κοσκινίζεις)
άθθο(στάχτη) και καρβουνόσκονη στο γδι να κοπανίζεις.
Που τα γιαπράκια που θα φας σούρδιση(διάρροια) να σε πιάσει
κι οι πόρδοι σου ν’ακούονται σ’ ολόκληρη την πλάση.
Κυρά γλωσσού, κυρά ψειρού, κυρά γλωσσοκοπάνα,
η μουζωμένη φούστα σου μοιάζει με φούρνου πάνα.
Τον ακαμάτη γιόκα σου που ρέγχει(ροχαλίζει) στο κροββάτι
μ’ ένα λιτάρι(σχοινάκι) δέσε τον στης πόρτας τον μπεράτην.
Κυρά την θυγατέρα σου βάρτην μεσ’ το ζιμπίλι
και κρέμασέ την στα ψηλά να μην την φαν οι ψύλλοι.
Ψύλλους, κοριούς και ποντικούς το σπίτι να γεμίσει
κι αφέντης μεσ’ το στρώμαν του ‘πόψε να κατουρήσει.
Σ’ αυτό το σπίτι που’ ρταμε πέτρα να μη ραϊσει
κι από τον ανεμόβροχο το δώμα να τρυπήσει».
Εύχομαι σε όλες και όλους σας ο καινούριος χρόνος να σας φέρει καλύτερες μέρες, υγεία και αγάπη.
(Τα σκωπτικά Ροδίτικα κάλλαντα τα βρήκα στο βιβλίο του Νίκου Σκουμιού, «Οδοιπορικό στα Κοσκινού», έναν πραγματικό λαογραφικό θησαυρό).
* Το άρθρο απηχεί στις απόψεις του συντάκτη του.
iPorta.gr