Δήμητρα Παπαναστασοπούλου
Σαν σήμερα (30 Νοεμβρίου) ο Όσκαρ Φίνγκαλ Ο’ Φλάχερτι Ουίλς Ουάϊλντ, ξεχασμένος και ταπεινωμένος εισήλθε στις πύλες του θανάτου, ενώ η ανθρωπότητα έμπαινε αργά και με μεγαλοπρέπεια στον 20ό αιώνα, από την αρχή εκείνης της χρονιάς.
Μυθιστοριογράφος, ποιητής, δραματουργός, θεατρικός συγγραφέας- μια εκρηκτική προσωπικότητα, έγραψε μόνον ένα μυθιστόρημα: «Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέϋ» κάνοντας τρομακτικό θόρυβο(1890).
Το ιρλανδικό αίμα έτρεχε στις φλέβες του ορμητικό και επαναστατικό, τον έκανε πρωτοπόρο: πολύ νω ρίς έγινε γνωστός για την ενασχόλησή του στο νέο ανερχόμενο ρεύμα του «Αισθητισμού», ακολουθώντας τους ιδρυτές και καθηγητές του Ουόλτερ Πέϊτερ και Τζων Ράσκιν, αλλά ταξιδεύοντας και ως την Αμερική και τον Καναδά δίνοντας διαλέξεις σχετικά με τον «Αγγλικό Διαφωτισμό στην Τέχνη».
Η επιστροφή του στο Λονδίνο ως δημοσιογράφος με οξυδερκές πνεύμα και εξεζητημένη αμφίεση, χαιρετίστηκε με την είσοδό του στους ανώτερους πνευματικούς και κοινωνικούς κύκλους και δεν άργησε να γίνει ένας από τους διασημότερους ανθρώπους της εποχής του.
Στο απόγειο της φήμης του, με το αριστουργηματικό θεατρικό του έργο «Η σημασία να είναι κανείς σοβαρός» να παίζεται στο Λονδίνο, ο Όσκαρ μήνυσε τον Μαρκήσιο του Κουϊνσμπερι, Τζων Ντ’αγκλας, για συκοφαντία. Ήταν η αρχή ενός ταπεινωτικού κατήφορου που τον οδήγησε πρώτα στη σύλληψη, με την κατηγορία του σοδομισμού(ποινικό αδίκημα εκείνη την εποχή) και στην φυλακή αργότερα.
Εκεί, στο κελί της φυλακής του έγραψε την εκπληκτική, τεράστια επιστολή(80 περίπου πυκνογραμμένων σελίδων) με τίτλο ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ (DE PROFUNDIS). Σ’ αυτή την ιδιαίτερη επιστολή- εκδόθηκε το 1905- αναλύει την ψυχοσύνθεσή του στις δίκες, καταφέρνοντας να δημιουργήσει ένα σκοτεινό «αντίβαρο» στην έως τότε φιλοσοφία της απόλαυσης.
Παραθέτω εδώ ένα μικρό απόσπασμα, ακολουθώντας την ορθογραφία του βιβλίου (εκδόσεις Γκοβόστης, μετάφραση Άρης Αλεξάνδρου).
Είμουν ένας άνθρωπος που βρισκόταν σε ιδανικές σχέσεις με την τέχνη και την κουλτούρα της εποχής του. Το κατάλαβα αυτό απ’ τα πρώτα χρόνια της ανδρικής μου ηλικίας και ανάγκασα την εποχή μου να το καταλάβει κι αυτή αργότερα. Λίγοι άνθρωποι κράτησαν μια τέτοια θέση στην εποχή τους και τόσο αναγνωρισμένη. Συνήθως αναγνωρίζεται, αν αναγνωρίζεται ποτέ, απ’ τους ιστορικούς ή τους κριτικούς, όταν πια ο άνθρωπος και η εποχή του έχουν από καιρό περάσει. Με μένα το πράγμα έγινε διαφορετικά. Τόνιωσα μόνος μου και έκανα και τους άλλους να το νιώσουν. Ο Μπάϊρον είαν μια συμβολική μορφή, οι σχέσεις του όμως αναφέρονταν στο πάθος της εποχής του και την κούρασή της απ’ το πάθος. Οι δικές μου αναφέρονταν σε κάτι πιό ευγενικό, πιό έντιμο, πιό ζωτικό, και πιό ευρύ.
Οι Θεοί μού είχαν δώσει σχεδόν τα πάντα. Είχα ιδιοφυϊα, διακεκριμένο όνομα, υψηλή κοινωνική θέση, λαμπρότητα, πνευματική τόλμη. Έκανα την τέχνη φιλοσοφία και τη φιλοσοφία τέχνη. Άλλαξα τα μυαλά των ανθρώπων και τα χρώματα των πραγμάτων. Δεν υπήρξε τίποτα απ’ ό,τι είπα ή έκανα που να μην προκάλεσε τον θαυμασμό. Πήρα το δράμα, την πιό αντικειμενική μορφή της τέχνης και το έκανα έναν τρόπο έκφρασης τόσο προσωπικό όσο κ’ ένα λυρικό ποίημα ή σονέτο. Ταυτόχρονα, πλάτυνα τα όριά του και πλούτισα τα χαρακτηριστικά του. Δράμα, μυθιστόρημα, ποίημα σε πεζό, ποίημα σε στίχο, λεπταίσθητοι ή φανταστκοί διάλογοι- ό,τι κι αν έπιασα στα χέρια μου τόκανα όμορφο μ’ έναν καινούργιο τρόπο ομορφιάς. Έδωσα στην αλήθεια, δηλαδή, όλα όσα της ανήκουν το ψεύτικο όσο και το αληθινό, και έδειξα ότι το ψεύτικο και το αληθινό δεν είναι άλλο από μορφές διανοητικής ύπαρξης. Αντιμετώπισα την τέχνη σαν την υπέρτατη πραγματικότητα και τη ζωή σαν δημιούργημα της φαντασίας. Κέντρισα την φαντασία του αιώνα μου τόσο που δημιούργησε μύθους και θρύλους γύρω απ’ το άτομό μου. Συμπύκνωσα όλα τα συστήματα σε μια φράση και όλη την ύπαρξη σε ένα επίγραμμα. Μαζί, όμως, μ’ αυτά υπήρχαν και διαφορετικά πράγματα μέσα μου. Άφησα τον εαυτό μου να παρασυρθεί σε άσκοπες και αισθησιακές απολαύσεις. Δισκέδαζα με το να είμαι ένας flaneur, ένας δανδής, ένας άνθρωπος της μόδας.
….
Ο πόθος έγινε στο τέλος αρρώστεια ή τρέλλα ή και τα δύο μαζί. Έφτασα να αδιαφορώ για τη ζωή των άλλων. Έπαιρνα την απόλαυση όπου μού άρεσε και προσπερνούσα. Ξέχασα πως κάθε μικρή πράξη της κάθε μιας μέρας φτιάχνει ή χαλάει τον χαρακτήρα και πως γι’ αυτόν τον λόγο ό,τι έκανες κρυφά στο δωμάτιό σου , έρχεται κάποτε μια μέρα που θ’ αναγκαστείς να το φωνάξεις στα κεραμίδια.
…
Πέρασα από κάθε δυνατό τρόπο μαρτυρίου. Καλύτερα κι απ΄τον ίδιο τον Γουώρτσγουορθ ξέρω τι ήθελε να πει, όταν έλεγε:
Το μαρτύριο είναι διαρκές, σκοτεινό και μαύρο, κ’ έχει τη φύση της αιωνιότητας.