Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Ο Χάρος και η Καλεσμένη του Μεγάλου Πάρτι (επισόουντ 11), του Χάρου Χάρου

Spread the love

Είδα τον Χάρο με τα μάτια μου (δε τι-βι σίριες) – Ο Χάρος και η Καλεσμένη του Μεγάλου Πάρτι (επισόουντ 11)

 

Έμοιαζε σαν να μην ήξερε πού βρίσκεται. Όταν βλέπω λουσάτες γκόμενες, πάντα γουστάρω να κάνω εντυπωσιακή είσοδο μέσα από ατμούς κρατώντας τον Κέρβερο κοντά μου. Αν δεν είχε ήδη πεθάνει, θα της είχα προκαλέσει καρδιακή προσβολή.

«Ανέβα, θνητή.», της κάνω με βαριά μυστηριώδη φωνή και της δείχνω με το δρεπάνι την βάρκα.

Μπήγει μια κραυγή απόγνωσης.

«ΟΧΙΙΙΙΙΙ! ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ! ΕΙΧΑ ΚΛΕΙΣΕΙ ΤΡΑΠΕΖΙ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΣΕΙΡΑ!!! ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ!», στρίγκλισε και αναλύθηκε σε ένα κλάμα που θα ζήλευε και η καλύτερη τραγική ηθοποιός.

Μετά βίας κρατιόμουν να μη βάλω τα γέλια. Με τόση πίκρα που έχω φάει όμως με τους μαλακισμένους πολέμους σας, δεν μπορούσα να την αφήσω έτσι.

«Ποιο τραπέζι, θνητή;», συνεχίζω απτόητος.

«ΤΗΣ ΑΝΝΟΥΛΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΝΤΣΙΤΑ!!!», δώστου κλάμα αυτή.

Λες και μου έριξε το κανάτι της συγχωρεμένης της Βασιλειάδου κατακέφαλα.

«Για πόσα άτομα;», την ρωτώ.

«Για δέκα!», ωρύεται εκείνη.

Αφήνω το δρεπάνι στην άκρη. Βγάζω καπνό, στρίβω τσιγάρο και το ανάβω.

«Χρωστούσες στην εφορία;», την ρωτώ.

«Φυσικά. Όλη η υψηλή κοινωνία χρωστάει και στις τράπεζες επίσης.», μου απαντά με αφοπλιστική ειλικρίνεια.

«Ζούσες δύσκολα;», συνεχίζω.

«Τι λες, ανόητε. Με offshore εταιρείες και κονέ στη βουλή είναι δυνατόν να ζω δύσκολα;»

«Διάολος!», φωνάζω στο κινητό μου, ενώ το ένα από τα τρία κεφάλια του Κέρβερου χασκογελάει.

«Τι είναι, μωρέ;», με ρωτάει το αφεντικό.

«Σου φέρνω μία πελάτισσα. Προσωπική χάρη. Έναν χρόνο στο “καλό” με τον Σίσυφο.», του λέω κοφτά.

«Αυτό είναι ρουσφέτι.», μου λέει σαρκαστικά.

«Αυτό είναι η δουλειά σου!», του απαντώ με τσαμπουκά.

«Καλά, Ρομπέν των Δασών.», χαμογελά και κλείνει.

«Στην Κόλαση θα πάω;», με ρωτά με αηδία.

«Ω ναι.», της λέω χαμογελώντας πλατιά.

«Μας έχεις άχτι εμάς τους πλούσιους, κομπλεξικέ Χάρε; Πάρε τον βρωμο-οβολό σου!», μου αντιγυρίζει εκείνη.

«Ναι, μωρή πατσαβούρα! Σας έχω άχτι! Αντί να δώσεις τα λεφτά να φάει κανένας άνθρωπος! Να πάει κανένας άρρωστος σε κανένα γιατρό! Τα δίνεις σε μία Τραγουδιάρα και σε μία ανδρόγυνη Περσόνα που θα βγάλουν ούτως ή άλλως λεφτά!», αρχίζω να της κουνάω το δρεπάνι εκνευρισμένος.

Εκείνη την στιγμή διακτινίζεται στο πλευρό μου ο Διόνυσος.

«Συγκρατήσου και κάνε τη δουλειά σου.», με πιάνει από τον αγκώνα.

«Άσε με, γιατί θα την πετάξω σε καμιά αίθουσα αναμονής να ακούει Μανιάτικα μοιρολόγια μέχρι την Δευτέρα Παρουσία!», της φωνάζω πάνω από τον ώμο του.

Εκείνη απτόητη σηκώνει τη μύτη της στο ταβάνι και γυρνά τη φτιασιδωμένη μούρη της από την αντίθετη πλευρά. Θα της χιμούσα να την ξεμαλλιάσω, αλλά με συγκράτησε ο Διόνυσος.

«Ρε μαλάκα, πέθανε! Άστην!», προσπαθεί να με καθησυχάσει.

«Μου γύρισε το μάτι ανάποδα, ρε! Είναι κι άλλοι εκεί πάνω! Τους αφήνουν ζωντανούς και μου στέλνουν ξυπόλητα γυναικόπαιδα, άρρωστους και γέρους! Το συνειδητοποιείς;;;», του φωνάζω.

Μου στρίβει ένα τσιγάρο και μου το χώνει στο στόμα. Το ανάβει και με βάζει να τραβήξω κουπί. Ούτε ταχύπλοο δεν θα έφτανε τόσο γρήγορα στην απέναντι όχθη. Την παράτησα σύξυλη. Χωρίς ενημέρωση. Χωρίς προειδοποίηση. Ο Διόνυσος έβαλε τα γέλια.

«Ρε συ, πεθαμένη είναι. Έλεος κι εσύ! Δεν αλλάζουν μυαλά, πάει και τελείωσε. Τι κοπανιέσαι σα χταπόδι; Την ζαχαρένια σου χαλάς!», μου λέει ανάλαφρα.

Καπνίζω μανιωδώς. Σκέφτομαι πόσο λογικός και πόσο παράλογος συνάμα μου ακούγεται. Μα αν δεν μπορώ εγώ να συγκρατούμαι, αθάνατος όντας και με τόση εμπειρία στο ανθρώπινο γένος, εσείς που είστε θνητοί και με την απειλή του καθημερινού θανάτου πάνω από τα κεφάλια σας, πώς μπορείτε και συγκρατείστε; Να μου συστήσετε και αυτά που πίνετε και αυτά που καπνίζετε.

 

Ο εκνευρισμένος αλλά παρόλα αυτά φιλικός Χάρος της γειτονιάς σας.

SHARE
RELATED POSTS
Το αηδόνι και το τριαντάφυλλο, της Μαρίνας Μαρίας Βασιλείου
Ο Χάρος και η Αφροδίτη (επισόουντ 10), του Χάρου Χάρου
Με τρεις κουβέρτες στο υπόγειο, του Δημήτρη Κατσούλα
2 Σχόλια
  • Christina B.
    1 Αυγούστου 2014 at 08:09

    Πολύ το ευχαριστήθηκα, εύγε 🙂

  • Chris M
    29 Ιουλίου 2014 at 14:29

    Καλά τι τους έπιασε όλους και θέλουν να διαβάζουν τον Χαρούλη?
    — Για να τάχουν καλά μαζί του?
    — Μήπως η Πόρτα έχει υπόγειο πέρασμα προς τον Αχέρωτα ποταμό?

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.