Ο καρκίνος του μαστού παραμένει παγκοσμίως ο πιο συχνά διαγνωσμένος καρκίνος σε γυναίκες. Τα τελευταία χρόνια δε, παρουσιάζει μια σχετική αύξηση, ιδιαίτερα στις νεαρές ηλικίες. Είναι η πρώτη κατά σειρά αιτία θανάτου από καρκίνο στις γυναίκες σε ηλικίες 35-50 ετών.
Πλέον όμως, είναι αναμφισβήτητο ότι η έγκαιρη διάγνωση σε όσο το δυνατό πιο αρχόμενο στάδιο μας δίνει τη δυνατότητα καλύτερης αντιμετώπισης, έτσι ώστε μετά την ολοκλήρωση της απαραίτητης θεραπείας, οι πιθανότητες επανεμφάνισης της νόσου να είναι πολύ μικρές.
Παράγοντες κινδύνου για αύξηση πιθανότητας εμφάνισης καρκίνου του μαστού:
• Ηλικία > 40 έτη,
• Πρώιμη εμμηναρχή, καθυστερημένη εμμηνόπαυση
• Ατοκία, παχυσαρκία, αλκοόλ
• Έκθεση σε ιονίζουσα ακτινοβολία
• Χρήση ΘΟΥ > 5 έτη
• Ατομικό ιστορικό καρκίνο μαστού
• Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου μαστού (συγγενείς 1ου βαθμού)
• Γενετική προδιάθεση: κληρονομικός καρκίνος μαστού και ωοθηκών (μεταλλάξεις των γονιδίων BRCA1, BRCA2).
Τα αντισυλληπτικά δισκία δεν ενοχοποιούνται πλέον για αύξηση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του μαστού!
Από την ηλικία των 40 ετών θα πρέπει μια φορά το χρόνο ή το αργότερο κάθε 18 μήνες να γίνεται μία μαστογραφία. Για τις γυναίκες όμως ηλικίας 50-75 ετών, δηλαδή μετά την εμμηνόπαυση, είναι απαραίτητος ο ετήσιος μαστογραφικός έλεγχος.
Στις γυναίκες, που δεν ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου, καλό θα είναι να γίνεται μια μαστογραφία αναφοράς τουλάχιστον με μία λήψη σε κάθε μαστό περίπου στην ηλικία των 35 ετών για τον έλεγχο μικροαποτιτανώσεων (άλατα ασβεστίου που συγκεντρώνονται σε μία ή περισσότερες θέσεις του ενός ή και των δύο μαστών. Αυτές καθ’ αυτές οι μικροαποτιτανώσεις δεν προκαλούν βλάβη στον μαστό. Όμως, ενίοτε αποτελούν το πρώτο και συχνά μοναδικό σημάδι της ανάπτυξης μιας αρχόμενης συνήθως κακοήθειας στην θέση αυτή).
Ο συστηματικός έλεγχος με ψηφιακή μαστογραφία σε συνδυασμό με την κλινική εξέταση, που είναι επίσης απαραίτητη σε κάθε γυναίκα που υποβάλλεται σε μαστογραφία, έχει σαν αποτέλεσμα την ανίχνευση πρώιμου καρκίνου του μαστού και με αυτό τον τρόπο οδηγεί σε αυξημένα ποσοστά επιβίωσης έως και πλήρη ίαση, μικρότερες χειρουργικές επεμβάσεις, ηπιότερες μετεγχειρητικές θεραπείες και ελάττωση της θνητότητας έως και 30%.
Κύριος στόχος μέσα από τον προληπτικό έλεγχο είναι να ανακαλυφθεί το πρόβλημα πολύ πριν αυτό γίνει ψηλαφητό, δηλαδή σε αρχικό στάδιο.
Για το λόγο αυτό, είναι πολύ βασικός ο ρόλος της κλινικής συνεκτίμησης (εξέτασης) των αποτελεσμάτων των απεικονιστικών εξετάσεων από εξειδικευμένους γιατρούς, που έχουν την εμπειρία να ανιχνεύσουν βλάβες που ίσως δεν αναδεικνύονται σαφώς μόνο με τις εξετάσεις αυτές.
Η πρόληψη διαρκεί λίγα λεπτά από τη ζωή μας. Ας μην την αναβάλουμε, γιατί η ζωή μας είναι πολύτιμη!
* Συμμετέχετε και βοηθείστε στην έρευνα της Αναστασίας Φωκά ακολουθώντας τον σύνδεσμο.