1647-1717
Οι τολμηροί άνθρωποι πάντα με ελκύουν, πολύ περισσότερο όλοι αυτοί που έζησαν σε χρόνια χαλεπά, μακριά από ένα σωρό πράγματα που σήμερα θεωρούμε «απλά και καθημερινά». Μια τέτοια περίπτωση είναι η Μαρία Μέριαν.
Γεννήθηκε στην Φραγκφούρτη. Έχασε τον Ελβετό εκδότη πατέρα της στα τρία της χρόνια και η μητέρα της ξαναπαντρεύτηκε τον ζωγράφο Μάρελ, κάτι πολύ συνηθισμένο εκείνα τα χρόνια. Εκείνος ενθάρρυνε και έδωσε μαθήματα ζωγραφικής στη μικρή Μαρία, που της άρεσε να παρατηρεί τα έντομα, να μαζεύει κάμπιες και να μελετά τη ζωή τους.
«Όταν ήμουν νέα, συνήθιζα να αφιερώνω τον χρόνο μου στην παρατήρηση των εντόμων. Αρχικά ξεκίνησα από τους μεταξοσκώληκες, αλλά πολύ σύντομα παρατήρησα πώς αυτές οι κάμπιες εξελίσσονταν σε πανέμορφες πεταλούδες…», γράφει η ίδια στο βιβλίο της Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΝΤΟΜΩΝ ΤΟΥ ΣΟΥΡΙΝΑΜ, που της έφερε μεγάλη αναγνώριση.
Ο Μάρελ τις παράτησε και η Μαρία στα 12 της χρόνια έμεινε μόνη και ανήμπορη με τη μητέρα της, ζώντας με όσα χρήματα θυμόταν ο Μάρελ να στέλνει.
Στα 18 της παντρεύτηκε τον πρώην βοηθό του πατριού της, Γιόχαν Γκράφ και μετακόμισε στην Νυρεμβέργη. Για να ζήσουν, παρέδιδε μαθήματα ζωγραφικής σε κόρες πλουσίων- εκείνη, όχι ο άντρας της! Χανόταν συχνά μέσα στους απέραντους κήπους εκείνων των σπιτιών μελετώντας και ζωγραφίζοντας φυτά και έντομα.
Οι παρατηρήσεις της επιβεβαίωσαν τις θεωρίες του Ιταλού φυσιοδίφη Φραντσέσκο Ρέντι ( 1626-1697) για την γέννηση των εντόμων από ωοτοκία και όχι από αυτόματη γέννηση, όπως πρέσβευε η Εκκλησία τότε.
Το 1675 εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο με ζωγραφιές με τίτλο Neues Blumenbuch, μετά από πίεση του συζύγου της.
Το 1681 πέθανε ο πατριός της. Η Μαρία πήρε τις δύο κόρες και την μητέρα της, εγκατέλειψε τον άχρηστο-όπως φαίνεται- Γιόχαν και πήγε στην Ολλανδία. Ήταν μια καλή επιλογή, γιατί το μεγάλης έκτασης Άμστερνταμ επέτρεπε σε γυναίκες να έχουν τη δουλειά τους και να κρατούν τις περιουσίες τους. Με πολλή δουλειά, ζωγραφίζοντας και διδάσκοντας, κατάφερε να αποκτήσει μια καλή φήμη και να μπορεί να αναθρέψει καλά τις δύο κόρες της.
Το 1692 η μεγάλη της κόρη παντρεύτηκε έναν έμπορο και μετακόμισε στην Ολλανδική Γουινέα(σήμερα Σουρινάμ). Επτά χρόνια αργότερα, πήγε κι εκείνη εκεί, αδιαφορώντας για τους κινδύνους ενός ταξιδιού στην άλλη άκρη της γης, μόνο και μόνο για να μπορέσει να μελετήσει την χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής, ταξιδεύοντας συνεχώς. Εκεί δημοσίευσε και ένα βιβλίο με γκραβούρες, σχετικές με τη ζωή της στο Σουρινάμ.
Δεν παρέλειψε να ασκήσει έντονη κριτική στους Ολλανδούς μεγαλοκτηματίες για τον απάνθρωπο τρόπο με τον οποίο φέρονταν στους ντόπιους σκλάβους, χωρίς να φοβηθεί καθόλου. Έμεινε μόνο δύο χρόνια, γιατί έπαθε μαλάρια και αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω στο Άμστερνταμ, όπου και πέθανε, αφού υπέφερε για δύο χρόνια από τις επιπτώσεις ενός εγκεφαλικού.
Σας προτείνω να δείτε στο ιντερνετ δείγματα της υπέροχης δουλειάς της, βέβαιη ότι θα ενθουσιαστείτε. Εγώ διάλεξα μόνο μία πεταλούδα…\