Σφριγηλή Πίνδος η κορμοστασιά σου.
Ακλόνητη έστεκες στη ακρομύτη του πουέντ, θαρρείς σαν Πόρτο Κάγιο του Ταινάρου.
Λύγιζες το κορμί σου όπως οι βουκαμβίλιες της Σκόπελος στου αγεργιού το φύσημα.
Δαντέλα τα χέρια σου κουνούσες, δαντελωτές ακτές της Μήλος.
Τα λαμπερά γαλαζοπράσινα μεγάλα μάτια σου, της Χαλκιδικής οι θάλασσες.
Η αύρα σου σαν τα βοτάνια, ευωδιαστή πλημμύρα στου Λασήθι το οροπέδιο.
Άνοιξη οι εκφράσεις σου χρωματιστές. Χλωρίδα του Ολύμπου.
Εύθραυστη και ετοιμόρροπη, υπερβατικά σίγουρη, ανυπέρβλητη. Ίδια Χοζοβιώτισσα στης Αμοργός το γκρέμι.
Μαστίχα εύπλαστη της Χίου εσύ.
Ευθυτενής, αγέρωχη, δέσποζες στο κέντρο της σκηνής, Θεσσαλικό εσύ Μετέωρο.
Παλαιοκαστρίτσα, μοναχική, λεπτότροπη, ευγενική Κερκυραία.
Χάλκινη και απολλώνια, ελαφούσα, ασημενιοφεγγαροστόλιστη, θαλασσοκέντητη, ακριτική, κιμπάρισσα σαν Ρόδος.
Αέρινη. Νεράιδα και ξωτικό του Κιθαιρώνα.
Δροσουλίτισσα, παντού και πουθενά.
Εδώ και αλλού, Θράκης θράκα.
Πόσο μας ζέσταινες.
Κρίμα μπαλαρίνα.
Δεν βρέθηκε χορογράφος να γράψει επάνω σου.
Ούτε σκηνογράφος να εντάξει τις πινελιές σου στα φόντα. Σε έπνιξαν στα πασπαρτού.
Μήτε παρτενέρ να σε σηκώσει, να σε κεντράρει στις πιρουέτες.
Κι’ οι θεατές;
Λίγοι απόμειναν να σε θαυμάζουν, να σε πιστεύουν, να σε χειροκροτούν.
Οι πολλοί δεν σε κατάλαβαν, έφυγαν και περιμένουν.
Το προφήτεψε ο Καζαντζάκης, εσύ Μαντάμ Ορτάνς.
Περιμένουν να τσακιστείς να πεθάνεις, για να κάνουν πλιάτσικο τις δαντέλες σου.
Τα μεταξοκέντητα σεμέν, λιγδιασμένα στρωσίδια στα τραπέζια των καζίνο…
Κρίμα μπαλαρίνα.
Η καριέρα σου δεν πήγε πρίμα.
1 Comment
Μπέμπης αλλα τί Μπέμπης, με μία γραφίδα νά!