Ανοιχτή πόρτα

Η Υψιπετής Εθνική μας Ψευδαίσθηση, του Χρήστου Χωμενίδη

11049464_10153794481499523_4185608025578033362_n.jpg
Spread the love
 
11049464_10153794481499523_4185608025578033362_n.jpg

 

 

 

 

 

 

 

 

 

* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

 

 

 

Ο Δημήτρης Κρέτσης είναι ένας από του δυο δημιουργούς του έργου στην οδό Πειραιώς 50, της Αθήνας. Η προσευχή στρέφεται αντί για τον ουρανό στη γη. Σα να θέλει να προσευχηθεί στον άνθρωπο-θεό να στρέψει το βλέμμα του στα πολύ ανθρώπινα, τα απλά και αγαπημένα. Όπως είναι η χαρά, ένας ζεστός καφές, ένα βλέμμα βαθύ στον συνάνθρωπο, ένα βήμα μακρυά από την απομόνωση. “Μια αστραπή η ζωή μας, μα προλαβαίνουμε…” που λέει και ο Καζαντζάκης. [Φωτογραφία: Τζίνα Δαβιλά]

 

13332719_10208531077706674_3059412067319000195_n_1.jpg

 

 

Συμπληρώνεται οσονούπω ένας χρόνος αφότου η προσφιλέστερη γυναίκα της ζωής όλων μας -εκείνη που μάς βύζαξε με το γάλα της, μάς υπνώτισε με τα χάδια της, μάς διέπλασε με τις ιστορίες της- αποχαιρέτησε τον μάταιο ετούτο κόσμο. Το τέλος της σκηνοθετήθηκε όπως ακριβώς η ίδια θα επιθυμούσε: Ως ένα ανεπανάληπτο, παλλαϊκό πανηγύρι. Ο θάνατός της μεταμφιέστηκε σε υπέρτατο θρίαμβο. Ή -εάν προτιμάτε- ο υπέρτατός της θρίαμβος την σκότωσε… Αναφέρομαι, θα το έχετε ήδη καταλάβει, στην Υψιπετή Εθνική μας Ψευδαίσθηση, που τα κακάρωσε το βράδυ του δημοψηφίσματος.

 


Ακόμα και εγώ, ο οποίος κλείνω το καλοκαίρι τα πενήντα, ακόμα και άνθρωποι πολύ μεγαλύτεροί μου, παιδιά της Κατοχής, σημερινοί ογδονταπεντάρηδες, που τους νανούριζε στην κούνια τους, δεν περιμέναμε πως θα την αντικρύζαμε ποτέ νεκρή. Όσο και να την εχθρευόμασταν για το κακό που είχε σπείρει, είχαμε ουσιαστικά συμφιλιωθεί με την αθανασία της. Το περισσότερο που τολμούσαμε να ευχηθούμε ήταν οι επόμενες γενιές να την αντιμετωπίζουν σαν μια φλύαρη, ξεδοντιάρα γιαγιά. Που τα λόγια της δεν τα παίρνεις τοις μετρητοίς.

 

Με πρωτοεπισκέφθηκε όταν ήμουν νήπιο. Δεν την κάλεσαν οι γονείς μου στο προσκεφάλι μου -σιγά μην ίδρωνε όμως το αυτί της- επικρατούσε τότε ο στρατιωτικός νόμος, το καθεστώς της 21ης Απριλίου, και η Υψιπετής Εθνική μας Ψευδαίσθηση μπαινόβγαινε ανεμπόδιστη παντού. “Πώς σε λένε;” τη ρώτησα αλαφιασμένος. Ο νάιλον αρχαιοπρεπής χιτώνας της και το στεφάνι από μισοξεραμένα φύλλα δάφνης που φορούσε στα βαμμένα της μαλλιά με τρόμαζαν.

 

“Σημασία έχει ότι εσύ είσαι Έλλην!” μου απάντησε όλη στόμφο. “Κατευθείαν απόγονος του Περικλή και του Αισχύλου, του Πλάτωνα και του Φειδία!” “Ποιοί ήταν όλοι αυτοί; Τι έκαναν;” “Η δόξα τους λάμπει ανά τους αιώνας!” απέφυγε να μπει σε λεπτομέρειες που μάλλον αγνοούσε. “Τον νου σου μην τυχόν και τους ντροπιάσεις!” Άρχισε να τραγουδάει στη διαπασών ένα εμβατήριο και να παρελαύνει με βλοσυρό ύφος μέσα στο παιδικό μου δωμάτιο. Προτού μπήξω τα κλάματα, οι συνταγματάρχες πρόδωσαν την Κύπρο και το ‘βαλαν στα πόδια και η Υψιπετής Εθνική μας Ψευδαίσθηση αποσύρθηκε στο καμαρίνι της για να αλλάξει ρούχα.

 

Στη δεύτερη επίσκεψή της ήταν λιγότερο απόκοσμη. Φορούσε τζην κι αμπέχονο, κονκάρδα του Τσε Γκεβάρα στο πέτο και είχε τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη υπό μάλης. “Νάτο, Σία, Προδοσία!” κραύγασε. “Η Ελλάδα στους Έλληνες! Το Πολυτεχνείο μπορεί να έριξε τη Χούντα αλλά οι αγώνες του λαού δεν δικαιώθηκαν! Μας θέλουνε γκαρσόνια της Ευρώπης! Δεν θα τους περάσει.” Ως μουσική επένδυση είχε διαλέξει ετούτη τη φορά αντάρτικα τραγούδια, που με τον στόμφο τους με ξεσήκωναν. Ο πατέρας μου τής γέλασε κατάμουτρα. “Άκου, κυρά μου” την έβαλε στη θέση της “δώδεκα χρονών φώναζα με το χωνί συνθήματα του ΕΑΜ στην Κυψέλη. Στα δεκαοχτώ μου έμαθα τι σήμαινε Στάλιν και έφτυσα τον κόρφο μου που δεν κατέλαβε το ΚΚΕ την εξουσία. Ξεκουμπίσου λοιπόν!” Εκείνος που ξεκουμπίστηκε ήταν ο μπαμπάς μου. Από καρκίνο στα σαρανταοχτώ του. Η Υψιπετής Εθνική μας Ψευδαίσθηση με πήρε από το χεράκι και με πήγε σε πορεία προς την Αμερικάνικη Πρεσβεία.

 

Τρίτη φορά την αντίκρυσα πολεμοχαρή στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ο “Υπαρκτός Σοσιαλισμός”, το ανατολικό μπλόκ, είχε καταρρεύσει κι ενώ πολλοί μιλούσαν για χρυσή ευκαιρία της Ελλάδας να ηγεμονεύσει στα Βαλκάνια, η Υψιπετής Εθνική μας Ψευδαίσθηση έριξε αλλού το βάρος. Περιστοιχισμένη από παππάδες και γιαλαντζί μακεδονομάχους, έδωσε τη μάχη του ονόματος. Ανθρωποθάλασσες να σείονται στο “Μακεδονία Ελληνική του Αλεξάνδρου η χώρα”. Σημαίες, μπλουζάκια, αυτοκόλλητα με τον Ήλιο της Βεργίνας. Υπουργοί να ζηλεύουν δόξα Παύλου Μελά και να προβάλλουν ως μόνο σκοπό της εξωτερικής μας πολιτικής την κατατρόπωση του γειτονικού κρατιδίου… Έκανε αναμφισβήτητα σπουδαία δουλειά, μεγάλη ζημιά, τότε η Υψιπετής Εθνική μας Ψευδαίσθηση.

 

Την τέταρτη φορά ευτυχώς την πάτησε. Μπορεί ο Μακαριστός να ανέμισε το λάβαρο του ’21 και στις λαοσυνάξεις να επωάστηκε η “Χρυσή Αυγή”, ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας όμως, ο Κωστής Στεφανόπουλος -καλή του ώρα-, τού έτριψε στα μούτρα τις υπογραφές που είχε συγκεντρώσει. Δημοψήφισμα για το θρήσκευμα στις ταυτότητες δεν διενεργήθηκε. Η Υψιπετής Εθνικής μας Ψευδαίσθηση έβαλε την ουρά στα σκέλια για καμιά δεκαπενταετία.
Όχι ότι μας άφηνε να την ξεχάσουμε κατά τη χαρισάμενη εποχή της αστακομακαρονάδας. Εμφανιζόταν ίσα-ίσα τακτικά για να υιοθετήσει κάθε θρίαμβο ή “θρίαμβό” μας. Τα μετάλλια στους Ολυμπιακούς αποδίδονταν στο ανώτερο ελληνικό dna. Η πρωτιά στο ευρωπαϊκό ποδοσφαίρου στην ψυχάρα μας. Ακόμα και η Έλενα Παπαρίζου όταν κέρδισε στη Γιουροβίζιον ήταν η μετεμψύχωση της Σοφίας Βέμπο. Αν όχι και του Πίνδαρου.

 

Το 2010, που χρεοκόπησε το ελληνικό κράτος, η Υψιπετής Εθνική μας Ψευδαίσθηση βρέθηκε στην καλύτερή της ώρα. Έγινε αγανακτισμένη και αντιμνημονιακή. Θέριεψε με θεωρίες συνομωσίας, μηρυκάζοντας περασμένα μεγαλεία και στήνοντας κρεμάλες για νενέκους. Εξέθρεψε και εξετράφη από έναν εσμό δημοσιογράφων, οι οποίοι αφού είχαν θητέψει στο λάιφ-στάιλ, ανέμιζαν τώρα τα λάβαρα της Επανάστασης. Έβγαλε στο κουρμπέτι μια γενιά πολιτικών, περιθωριακού παρελθόντος, που απεδείχθησαν μανούλες στο να πουλάνε φύκια για μεταξωτές κορδέλες.

 

Ψήλωσε τόσο ο νους της ώστε την πάτησε. Αφέθηκε στα χέρια του αγοριού με το μονίμως διάπλατο χαμόγελο. “Εγώ θα σε φέρω στα πράγματα!” της έταξε. “Μαζί θα κυβερνήσουμε!”
Γεροντοέρωτας; Υπολανθάνουσα αυτοκτονική διάθεση; Γεγονός είναι ότι η Υψιπετής Εθνική μας Ψευδαίσθηση διέσχισε το κατώφλι του Μαξίμου αγκαλιά με τον Αλέξη. Σάμπως να μην μπορούσε να υποπτευθεί ότι ο κατά συρροήν πολιτικά πατροκτόνος -Αλαβάνος, Γλέζος- θα προέβαινε με χαρακτηριστική άνεση και σε μητροκτονία.

 

Η Υψιπετής Εθνική μας Ψευδαίσθηση έσκασε σαν πυροτέχνημα το βράδυ της 5ης Ιουλίου 2015 πάνω από την Πλατεία Συντάγματος.

 

Κανείς έκτοτε δεν τολμάει να τάξει παραδείσους στους Έλληνες. Φοβάται μην τον πάρουν στο ψιλό. Εκτός εάν είναι ο Αρτέμης Σώρρας. Η Ζωή, έστω, Κωνσταντοπούλου.

 

Συμπληρώνουμε οσονούπω έναν χρόνο δίχως παρηγορητικές αυταπάτες. Χωρίς παραληρήματα μεγαλείου. Έχουμε γίνει καλύτεροι; Μπαίνουμε σε τροχιά ενηλικίωσης; Προς το παρόν, πάσχουμε από συλλογική κατάθλιψη. Ίσως να αποτελεί αναγκαίο στάδιο. Για την υπέρβαση του πένθους. “Πότε θα ανθίσουν τούτοι οι τόποι; Πότε θα ρθουν καινούργιοι ανθρώποι να συνοδεύσουν τη βλακεία στην τελευταία της κατοικία;” αναρωτιόταν προφητικά το 1976 ο Νίκος Γκάτσος.

 

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  Δημοσιεύεται και στο capital.gr

The article expresses the views of the author

iPorta.gr 

 

SHARE
RELATED POSTS
Επιστροφή στην κανονικότητα; Όχι για όλα τα παιδιά
Δημήτρης Κατσούλας
Αταξίες νύχτα Χριστουγέννων, του Δημήτρη Κατσούλα
Σε πενταψήφιο αριθμό κλήσης μετατρέπεται το «100», του Δημήτρη Κατσούλα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.