• Η συντηρητική παράταξη έχει βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία. Άλλες καλές, άλλες κακές και άλλες τρισάθλιες. Όμως κατάφερνε πάντα να επιβιώνει και να πορεύεται μέσα στον χρόνο, ανεξάρτητα από την κατά καιρούς ονομασία της. Από το «Λαϊκό Κόμμα», στο «Συναγερμό», στην «ΕΡΕ» και μετά την μεταπολίτευση στη «Νέα Δημοκρατία». Η ιστορική πορεία της και οι καταβολές της την όπλισαν με το βασικό ένστικτο, το ένστικτο της επιβίωσης και της αυτοσυντήρησης. Η ελληνική Δεξιά αφομοίωνε και ξεπερνούσε τις διασπάσεις και τις αποσκιρτήσεις, μερικές φορές ακόμα κι όταν κανείς δεν το περίμενε.
Αντίθετα, το βασικό ένστικτο ήταν λιγότερο ισχυρό στη δημοκρατική παράταξη και την Αριστερά. Πολλές φορές στην σύγχρονη ιστορία, και η μια και η άλλη, βρέθηκαν στο κατώφλι ή και στο επίκεντρο της πολιτικής ανυπαρξίας από χρόνιες ασθένειες που τις ταλανίζουν. Διασπάσεις, κατακερματισμός, απουσία λόγου, αρχηγικές φιλοδοξίες, άγονοι ανταγωνισμοί, αδυναμία ενότητας. Έτσι, μετά την μεταπολίτευση η Νέα Δημοκρατία άλλαξε ομαλά και χωρίς ιδιαίτερους κλυδωνισμούς δέκα αρχηγούς. Λένε ότι ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο ένατος. Ξεχνούν τον κ. Πλακιωτάκη, η σύντομη παρουσία του οποίου, σε μια κρίσιμη περίοδο για το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ήταν σεμνή, ζωτική και απολύτως ουσιαστική. Κράτησε καλά το γκέμι όταν το άλογο είχε σχεδόν αφηνιάσει. Ας πούμε τα ονόματα ως άσκηση μνήμης.
Κωνσταντίνος Καραμανλής, Γεώργιος Ράλλης, Ευάγγελος Αβέρωφ, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Μιλτιάδης Έβερτ, Κώστας Καραμανλής, Αντώνης Σαμαράς, Ευάγγελος Μεϊμαράκης.
• Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι και το γεγονός ότι ενώ τα πάθη και τα μίση στο χώρο της Δημοκρατικής Παράταξης και της Αριστεράς, οι μάχες των φατριών και των ομάδων, προκαλούσαν αβυσσαλέα και άσβεστα μίση, η Δεξιά τα ξεπερνούσε εύκολα, σαν μα μην είχαν συμβεί ποτέ.
Το 1974, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν αρχηγός ενός μικρού κόμματος με δύο βουλευτές, αν θυμάμαι καλά. Από την εφημερίδα του «Κήρυκας Χανίων» όχι μόνο επέκρινε αλλά καθύβριζε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ελάχιστα χρόνια μετά εντάχθηκε στη Νέα Δημοκρατία, έγινε κοινοβουλευτικός της εκπρόσωπος, αρχηγός και κατόπιν Πρωθυπουργός. Στον «αποστάτη» Αντώνη Σαμαρά, που προδότη τον ανέβαζαν, προδότη τον κατέβαζαν χρεώνουν την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Με τη διάσημη τελική αποστασία του αγνώστου και εξαφανισμένου πλέον βουλευτή Συμπιλίδη. Ο αποστάτης έριξε τον αποστάτη. Έκανε άλλο κόμμα, σιώπησε και επανήλθε ως αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας και Πρωθυπουργός. Ξεχάστηκαν οι προδοσίες, οι αποστασίες και οι προδότες και οι αποστάτες έγιναν η ηγετική ομάδα στην διακυβέρνηση της χώρας. Ο Κωστής Στεφανόπουλος, που δεν άντεξε τη νίκη του κεντρώου αντιπάλου, έφυγε κι έφτιαξε κι αυτός άλλο κόμμα. Επέστρεψε ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, την οποία τίμησε για δέκα χρόνια, όντας κατά γενική ομολογία ο καλύτερος Πρόεδρος που πέρασε, αν και το ποσοστό της λαϊκής υποστήριξης στο κόμμα του, «ΔΗΑΝΑ» το έλεγαν, αν το θυμάστε, ήταν τόσο χαμηλό που υποθέτω ότι δεν το ψήφισαν ούτε οι συγγενείς του.
Οι ιστορικές αυτές παραδοξότητες δείχνουν ότι οι συνεκτικοί δεσμοί που ενώνουν την ελληνική συντηρητική παράταξη είναι αρκετά ισχυρότεροι απ’ ό,τι κατά καιρούς φαίνεται. Μακάρι να ίσχυε το ίδιο και για την Δημοκρατική Παράταξη. Ο χρόνος θα δείξει.
• Ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης αναλαμβάνει την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας σε μια φάση που όλα έδειχναν ότι η Νέα Δημοκρατία βάδιζε σταθερά στο δρόμο της διάλυσης, της συρρίκνωσης και της διάσπασης. Αν ανατρέξει κανείς στα γραπτά εγκύρων αναλυτών ένα – δυο μήνες πριν, η πιθανότητα της πολυδιάσπασης εμφανιζόταν ως πλέον πιθανή αν όχι αναπόφευκτη. Όποιος μου πει ότι περίμενε τη νίκη του Κυριάκου, θα του πω πως δεν λέει αλήθεια. Πιστεύω ακράδαντα ότι ούτε ο ίδιος την περίμενε. Στις δημοσκοπήσεις ερχόταν τρίτος και καταϊδρωμένος. Σε μία, μάλιστα, δημοσκόπηση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, που κατέγραφε το ποσοστό «συμπάθειας» με την ερώτηση στους δημοσκοπούμενους «με ποιόν από τους τέσσερις υποψήφιους θα θέλατε να φάτε ένα βράδυ μαζί», ο Κυριάκος Μητσοτάκης ερχόταν τέταρτος και με διαφορά. Πρώτος ερχόταν ο Άδωνις Γεωργιάδης. Λένε αρκετοί πως η καθυστέρηση στην διεξαγωγή των εσωκομματικών εκλογών της Νέας δημοκρατίας τον βοήθησε. Ότι ήταν η κρίσιμη σύμπτωση. Είναι, όμως, προφανές ότι αυτό, όποια σημασία κι αν είχε, δεν αποτελεί επαρκή εξήγηση.
Ο κ. Μητσοτάκης εξελέγη γιατί προσπάθησε να αρθρώσει σοβαρό δεξιό μεταρρυθμιστικό λόγο και έπεισε ότι είναι ο μόνος που μπορεί να αποτελέσει την εναλλακτική λύση στην πρωθυπουργία της χώρας με αξίωση σοβαρότητας, όταν ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ ολοκληρώσει το φαύλο κύκλο στον οποίο έχει μπει σέρνοντας μαζί του και τη χώρα.
Είναι πολύ νωρίς για να κρίνουμε αν οι ψηφοφόροι που ανέδειξαν τον κ. Μητσοτάκη στην ηγεσία της Νέας δημοκρατίας είχαν δίκιο ή άδικο. «Αρχή άνδρα δείκνυσι», έλεγαν οι αρχαίοι.
Προσωπικά, αν και δεν ανήκω στη Δεξιά, και δύσκολα μπορώ να ξεπεράσω τον αντιδεξιό αταβισμό μου, σε μια εποχή που μια τέτοια στάση έχει ελάχιστο νόημα, του εύχομαι καλή επιτυχία. Διαφωνώ με τη Δεξιά και το μεγαλύτερο μέρος της λογικής της, αλλά είναι απόλυτα απαραίτητο και χρήσιμο να εκφράζει την Αξιωματική Αντιπολίτευση μια σοβαρή Δεξιά. Δεν είμαι, βέβαια, καθόλου σίγουρος ότι ο κ. Μητσοτάκης έχει την απαραίτητη τόλμη να «σπάσει» τις παλαιοκομματικές δομές, τη ρουσφετοκρατία, τις φαμίλιες από τις οποίες κι ο ίδιος προέρχεται, τις βαρονίες και γενικά τα χρόνια δεινά που είναι μέσα στο DNA της Δεξιάς. Μακάρι να το κάνει.
Προς το παρόν, εξελέγη γιατί ήταν η καλύτερη διαθέσιμη εναλλακτική λύση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιζε στο γήπεδο μόνος του, χωρίς αντίπαλο. Ο λόγος και ο αντίλογος στη λειτουργία της δημοκρατίας είχε γίνει μονόλογος.
Υπήρχε κενό. Η φύση, όμως, απεχθάνεται το κενό. Θέλει πάντα να το καλύψει. Και η Δεξιά επίσης.
• Στο μεταξύ, ενώ η συντηρητική παράταξη έχει βρει το περίφημο πολιτικό της στίγμα, την ταυτότητά της και τον αρχηγό της, οι υπόλοιπες δυνάμεις του λεγομένου ευρωπαϊκού δημοκρατικού τόξου ομφαλοσκοπούν, ψάχνονται, δείχνουν να μην ξέρουν γιατί υπάρχουν. Το ποιοί είμαστε και γιατί υπάρχουμε και η παραπομπή των υπαρξιακών ερωτημάτων σε προγραμματικές διασκέψεις και συνέδρια είναι ένα ακόμα κενό στο πολιτικό μας σύστημα, το οποίο δυστυχώς ανέχεται ακόμα η φύση. Ελπίζω να καλυφθεί κι αυτό σύντομα.
• Εντός του δικού μου βίου έζησα τρεις Παπανδρέου και δύο Καραμανλήδες ως Πρωθυπουργούς. Να μη δω και δύο Μητσοτάκηδες;
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr