• Ο Τόνυ Μπέν ήταν εμβληματική φυσιογνωμία του αγγλικού εργατικού κόμματος. Ο αδιαφιλονίκητος και μακροχρόνιος ηγέτης της αριστερής του πτέρυγας, της εγγλέζικης ας το πούμε έτσι αριστερής πλατφόρμας. Ήταν ορκισμένος αριστερός σοσιαλιστής, αν και προερχόταν από αριστοκρατική οικογένεια και του είχε απονεμηθεί τίτλος ευγενείας. Οι Βρετανοί εργάτες όμως δεν πτοούνται από τέτοια και επί δεκαετίες τον εξέλεγαν βουλευτή. Ήταν άνθρωπος που ενοχλούσε το κατεστημένο και τάραζε τα λιμνάζοντα ύδατα της κομφορμιστικής Βουλής των Κοινοτήτων. Δήλωνε για παράδειγμα ότι δεν μπορεί να υπάρχει «πολιτισμένος καπιταλισμός» και δεν δίστασε, όταν η Αγγλία είχε εμπλακεί σε βομβαρδισμούς, να δείξει θάρρος γνώμης δηλώνοντας πως «ένα υπερηχητικό βομβαρδιστικό αεροπλάνο δεν διαφέρει από έναν βομβιστή αυτοκτονίας». Τις απόψεις του Τόνυ Μπέν δεν τις ασπάζομαι στο σύνολό τους. Ήταν, όμως, ένας πολιτικός με βάθος σκέψης, τόλμη και ο οποίος έχαιρε της γενικής εκτίμησης και του σεβασμού τόσο όσων συμφωνούσαν μαζί του όσο και όσων διαφωνούσαν μαζί του. Ο Τόνυ Μπέν, αν και ήταν ακραιφνής αριστερός σοσιαλιστής, ο πιο αριστερός, ίσως, στο χώρο των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων, έκανε κάποτε την ακόλουθη τεραστίας αξίας ιδεολογική επισήμανση: «Η μεγαλύτερη επανάσταση στην πολιτική ιστορία της Ευρώπης δεν είναι ο σοσιαλισμός. Είναι η δημοκρατία». Γι’ αυτό το λόγο και απευθυνόμενος στους Έλληνες, την ώρα που η κρίση βρισκόταν στην κορύφωσή της, δήλωσε πως «σε συνθήκες κρίσης το πρώτιστο καθήκον των Ελλήνων είναι η προστασία της ίδιας της δημοκρατίας». Πόσο δίκιο είχε.
• Η περίοδος που ζούμε από το 1974, που την ονομάσαμε μεταπολίτευση, και της οποίας το τέλος πολλοί ανήγγειλαν, πολλοί ευχήθηκαν αλλά δεν έχει ακόμα έρθει, ονομάστηκε μεταπολίτευση, γιατί το κύριο χαρακτηριστικό, η θεμελιώδης αξία που συνένωνε τις πολιτικές δυνάμεις και τον λαό ήταν η θεμελίωση και η λειτουργία μιας σταθερής και σύγχρονης ευρωπαϊκής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αν στρέψουμε το βλέμμα στην ιστορία της χώρας πριν το 1974, δεν χρειάζεται πολύ για να αντιληφθούμε ότι αυτό που θεωρούμε σήμερα αυτονόητο δεν είχε ποτέ υπάρξει. Χρειάστηκε αγώνας, αίμα και συσσώρευση εμπειρίας για να κερδίσουμε αυτήν την υπόθεση ως χώρα. Χρειάστηκε, επίσης, στιβαρές ηγετικές φυσιογνωμίες που είχαν συνειδητοποιήσει ευτυχώς ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να πορευθεί, όπως πορευόταν πριν την δικτατορία. Η λειτουργία της δημοκρατίας είναι ίσως το μοναδικό καλώς κείμενο της περιόδου την οποία διανύουμε. Η βάση της, πέρα από τους οποιουσδήποτε θεσμικούς και νομικούς κανόνες, είναι απλή. Ο σεβασμός της θέλησης της πλειοψηφίας, όποια κι αν είναι αυτή, όπως εκφράζεται στις εκλογές. Επειδή οι νεότεροι θεωρούν ότι αυτό είναι το φυσικό και το αυτονόητο, αρκούμαι να πω μόνο ότι η δημοκρατία δεν είναι ούτε φυσική ούτε αυτονόητη. Για να υπάρξει πρέπει να την προστατεύουμε ως κόρη οφθαλμού. Και μια σύντομη αναδρομή στα όσα συνέβησαν και το τι αποφύγαμε την τελευταία στιγμή, μια λοξή ματιά στο τι στόχευε και πώς πορευόταν η Χρυσή Αυγή και οι πεντακόσιες χιλιάδες που την ψηφίζουν χωρίς πρόβλημα είναι αρκετά, ελπίζω, για να κατανοήσουμε τα παραπάνω.
• Στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου 2015 η χώρα πέρασε σε μια καινούρια φάση. Σε ένα ασυνήθιστο πηχυαίο τίτλο η εφημερίδα «ΝΕΑ» χαρακτήρισε την περίοδο που ζούμε «εποχή Τσίπρα». Όπως διαμορφώνονται οι εξελίξεις, ο παντοδύναμος, πλέον, Πρωθυπουργός, συνεργαζόμενος παρά φύση με την ακροδεξιά απόφυση του πολιτικού συστήματος, που φαίνεται πως τον έχει ψεκάσει για τα καλά, επιδεικνύοντας τον έσχατο εξουσιαστικό αμοραλισμό, άλλαξε γλώσσα, άλλαξε ύφος, υιοθέτησε πλήρως την ρητορική της πρώην Κυβέρνησης. Εκχώρησε όλη την εξουσία στους δανειστές, καλλιεργώντας τον πενταετή μύθο. «Τίποτε δεν μπορεί να υπάρξει πέρα από την εφαρμογή του μνημονίου». Η ψήφος της δεύτερης ευκαιρίας ήταν η ψήφος που δόθηκε με την υπόσχεση μιας μνημονιακής πολιτικής πιο μαλακής από την συνταγή της σημερινής αντιπολίτευσης. Είναι, πλέον, βέβαιο ότι και αυτή η υπόσχεση θα διαψευστεί παταγωδώς. Όσοι Υπουργοί μίλησαν στις προγραμματικές δηλώσεις ανακοίνωναν νέους φορείς, νέα συμβούλια, νέες επιτροπές, νέες προσλήψεις. Ο κρατισμός χωρίς ανάπτυξη, όχι μόνο δεν θα μαλακώσει το μνημόνιο αλλά θα το σκληραίνει συνεχώς. Για πολύ καιρό όμως ακόμα, η επωδός θα είναι η ίδια. Φταίνε οι άλλοι. Είναι η επωδός που το εκλογικό σώμα προς ώρας την δέχεται χωρίς να την κρίνει.
• Η νέα ρητορική του Πρωθυπουργού ζάλισε για τα καλά το σύνολο της αντιπολίτευσης. Την μπέρδεψε. Αφαίρεσε το σημαντικότερο τμήμα της μέχρι σήμερα επιχειρηματολογίας. Μιας επιχειρηματολογίας που είναι βασική αιτία της εκλογικής της ήττας. Έτσι, ξαφνικά η αντιπολίτευση, αντί να δείξει ένα δρόμο ευημερίας και προόδου ως μακροπρόθεσμη προοπτική του δικού της αυριανού κυβερνητικού λόγου, επιχειρεί τώρα την κωλοτούμπα της κωλοτούμπας. Μεταστρέφεται σε αντιμνημονιακή. Έτσι, έχουμε το παράδοξο να ζούμε σήμερα την διαμόρφωση της μνημονιακής αριστεράς και της αντιμνημονιακής δεξιάς. Μερικές φορές είναι να γελάει κανείς με την αφέλεια. Το μόνο βέβαιο για την κωλοτούμπα της κωλοτούμπας είναι ότι η εξουσία φθείρει πρώτα αυτούς που δεν την έχουν. Κάπως έτσι το είχε πει ο Τζούλιο Αντρεότι τ. Πρωθυπουργός της Ιταλίας και την ρήση αυτή δανείστηκα από ένα άρθρο του Γιάννη Πρετεντέρη και την έβαλα ως τίτλο σε αυτό το άρθρο.
• Και το ΠΟΤΑΜΙ; Προς το παρόν έχει νερό αλλά δεν έχει ρεύμα. Το ψηφίζει η ιντελιγκέντσια των Αθηνών και αρκετοί πολίτες της δημιουργικής Ελλάδας. Δεν ανέμενα καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα για το ΠΟΤΑΜΙ. Ο λαός δεν είναι έτοιμος να αποδεχθεί τον συγκεκριμένο πολιτικό λόγο. Θέλει την γενικότητα, θέλει την μπούρδα, θέλει το ευχάριστο ψέμα. Οι βαθιές αλλαγές τρομάζουν την πλειοψηφία. Όμως, χώροι όπως το ΠΟΤΑΜΙ, είναι πολλαπλά χρήσιμοι για τον τόπο. Είναι η φωνή μιας βαθύτερης συνείδησης που παραμένει κρυμμένη. Δεν κυριαρχεί αλλά επηρεάζει. Η συνείδηση σε ένα στενότερο πολιτικό επίπεδο μιας κεντρώας συμπληρωματικής δύναμης, που έχει τα εφόδια να λειτουργήσει ως ατμομηχανή στην κοινωνική και πολιτική πορεία της χώρας, έχει αξία. Και όσο περνά ο καιρός θα αποκτά μεγαλύτερη αξία. Άλλωστε, το μέλλον το γνωρίζουν μόνο οι Θεοί.
1 Comment
Από τότε που απέσβετο το λάλον ύδωρ και ίσως μερικές χιλιετίες νωρίτερα, οι Θεοί έχουν πάψει να ασχολούνται με τα ανθρώπινα. Το τι γνωρίζουν λοιπόν δεν έχει σημασία για μας και η εμφάνιση τους στη θέση των άγνωστων παραγόντων που διέπουν τη ζωή μας είναι επί ματαίω. Σημασία αντιθέτως έχει τι γνωρίζουν οι επιστήμονες και τι τρόπους βρίσκουν για να διαχέουν τη γνώση τους αυτή και τα αποτελέσματα της εφαρμογής της στην κοινωνία. Αυτό ισχύει και για τους πολιτικούς επιστήμονες. Η Ελλάδα, συνυφασμένη με τον μακραίωνο σκοταδισμό της κρατούσας θρησκείας, εθισμένη στη μοιρολατρία και την υποκρισία της Ανατολής, πάσχουσα από μόνιμη έλλειψη στόχου και σχεδίου, ετεροκαθοριζόμενη στα μείζονα, εμφανίζει φυσιολογικά μια μόνιμη δυσανεξία στον ορθό λόγο. Η καχυποψία της απέναντι σε ο,τιδήποτε νέο που δεν γυαλοκοπάει, συναγωνίζεται μόνο τον απέραντο συντηρητισμό της. Η ανοχή της στους θύλακες καινοτομίας εξαντλείται στο σημείο που εκείνοι τείνουν να αποκτήσουν την κρίσιμη μάζα που απαιτείται για να αρχίσουν να έχουν πραγματική επιρροή. Η μόνη συνταγή επιτυχίας, επομένως, είτε στην πολιτική είτε στο εμπόριο, στη χώρα μας έγκειται στην προσφορά του ήδη καθιερωμένου. Στην πολιτική ειδικότερα, το επιθυμητό καθιερωμένο είναι η ‘φιλάνθρωπη δεσποτεία’. Και αυτό σήμερα εκφράζεται άριστα από το σύστημα Τσίπρα – Καμμένου.