• Ο Τζιάνι Ανιέλι, ιδρυτής της αιωνόβιας επιχειρηματικής δυναστείας της ιταλικής Fiat, πατριάρχης του καπιταλισμού και φανατικός πολέμιος κάθε έννοιας λαϊκού κινήματος, ήταν πάντα βάναυσα σαρκαστικός με την Αριστερά και τις ιδέες της. Είχε πει κάποτε το εξής: «Υπάρχει ένα είδος Αριστεράς που μας είναι πολύ πιο χρήσιμο από την Δεξιά. Είναι η Αριστερά που προθυμοποιείται να περνάει από το λαό αυτά που είναι αδύνατον να περάσει η Δεξιά. Αυτή την Αριστερά την χρειαζόμαστε». Θυμήθηκα χαμογελώντας την ρήση αυτή όταν άκουσα τον Ευκλείδη Τσακαλώτο σε μια έξαρση ειλικρίνειας να δηλώνει: «Υπάρχουν 2-3 πράγματα που πρέπει να κάνω που δεν είναι καθόλου αριστερά». Δεν χαμογέλασα με χαιρεκακία, όπως πολλοί. Χαμογέλασα με συμπάθεια.
Στην πραγματικότητα μόνο εξουσιομανείς, φίλαρχοι ή απεγνωσμένοι τολμητίες θα ήθελαν να είναι σήμερα στην θέση του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Καλείται να κάνει εξαιρετικά δύσκολη δουλειά πράττοντας και υποστηρίζοντας τα ακριβώς αντίθετα από όσα πιστεύει. Καλείται να ανακαλύψει τον αρχαίο Ευκλείδη και τις απλές αρχές της μαθηματικής σκέψης. Τις αρχές λειτουργίας ενός απλού νοικοκυριού, δηλαδή ξοδεύεις αυτά που έχεις και δανείζεσαι τόσα όσα μπορείς να επιστρέψεις. Τόσο απλά. Δυστυχώς, για τον Ευκλείδη Τσακαλώτο αυτή η λογική τον υποχρεώνει να κάνει 2-3 πράγματα που δεν είναι καθόλου αριστερά και δεν μπορεί να σκεφτεί ότι υπάρχουν χίλια τρία πράγματα που μπορεί να κάνει, παρά το μνημόνιο, τα οποία είναι απολύτως αριστερά. Δυστυχώς, όμως, η φτώχεια στην αντιληπτική ικανότητα της Κυβέρνησης παραπέμπει την δευτέρα ευκαιρία της Αριστεράς στην δευτέρα παρουσία.
• Το τι είναι σήμερα αριστερό και το τι είναι δεξιό είναι από καιρό θολό και δυσδιάκριτο. Ειδικότερα δε στην φάση που διανύουμε θα γίνεται όλο και πιο ασαφές. Η έννοια της Αριστεράς δεν θόλωσε λόγω της μνημονιακής της στροφής. Θόλωσε γιατί δεν μπορεί να αποσαφηνίσει, ούτε στοιχειωδώς, ότι στις εποχές που οι πόροι σπανίζουν, στις εποχές της κρίσης, το μέγεθος που καθορίζει το τι είναι δεξιό και το τι είναι αριστερό δεν είναι οι παροχές και οι γαλαντομίες, αλλά η κοινωνική δικαιοσύνη. Η κατανομή των βαρών, η ισονομία, ο μεταρρυθμιστικός εκσυγχρονισμός που υπερβαίνει τις αιτίες της κρίσης, η δημιουργία πλούτου από τις επενδύσεις και η συνεργασία του κεφαλαίου με τον κόσμο της εργασίας. Θόλωσε γιατί η έννοια της Αριστεράς, για να χρησιμοποιήσω την δική της ορολογία, στερείται συστημικού προσήμου. Η Αριστερά οφείλει να έχει όχι μόνο ένα γενικό και αόριστο κώδικα αξιών, αλλά και μια πρόταση κοινωνικής οργάνωσης που να ενσαρκώνει στην πράξη, ιδιαίτερα στις δύσκολες εποχές, την κοινωνική συνοχή και την κοινωνική αλληλεγγύη.
Αντίθετα, η σημερινή Αριστερά τρέφεται και υπηρετεί ένα κράτος που θα αναπαράγει συνεχώς την κρίση. Θολώνει, τέλος, από τον παράδοξο έρωτα του Αλέξη Τσίπρα με τον Πάνο Καμμένο. Άκουγα τον παντοδύναμο, σήμερα, Αλέξη Τσίπρα προεκλογικά να δηλώνει συχνά την απαρέσκειά του σε πολιτικές συνεργασίες, τις οποίες χαρακτήριζε παρά φύσιν. Οι συνεργασίες με τους ΑΝΕΛ ήταν άραγε κατά φύσιν; Φαίνεται πως ναι. Αυτό που ενώνει τα φαινομενικώς ανόμοια είναι ένας νέος ελληνικός «περονισμός», με τον οποίο θα συμβιώσουμε τα επόμενα χρόνια. Το μέλλον, βέβαια, είναι άδηλο.
• Η Κυβέρνηση διανύει την εθιμικά κατοχυρωμένη περίοδο χάριτος που απολαμβάνει κάθε Κυβέρνηση αμέσως μετά τις εκλογές. Είναι, επομένως, πρόωρο και αντίθετο με την πολιτική ηθική να πούμε οτιδήποτε άλλο εκτός από καλή επιτυχία. Η χώρα διψάει για μια οριστική επιστροφή στην κανονικότητα. Οι πρώτες τοποθετήσεις των Κυβερνητικών στελεχών δείχνουν ότι κάτι κατάλαβαν για τα όσα προηγήθηκαν, ότι τα λόγια της Αντιπολίτευσης δεν πήγαν εντελώς χαμένα και ότι συνειδητοποιούν ότι η Ελλάδα δεν είναι για να την παίζεις στα ζάρια και μάλιστα χωρίς στόχο και σκοπό. Θα δείξει.
• Η Αντιπολίτευση ψάχνεται. Ομφαλοσκοπεί. Αναζητά τα αίτια της ήττας και την ερμηνεία του εκλογικού αποτελέσματος, αν και είναι όλα και ευεξήγητα και προφανή και πολλαπλώς αναμενόμενα. Δυστυχώς, ούτε η Κυβέρνηση ούτε η Αντιπολίτευση έχουν αντιληφθεί, ακόμα και τώρα, τις βαθύτερες αιτίες που προκάλεσαν την κρίση και τον δρόμο ευημερίας που μπορεί να αναζητηθεί μόνο μέσα από μεταρρυθμίσεις.
• Υπό τις συνθήκες που λειτουργεί σχεδόν το σύνολο του πολιτικού συστήματος, το αποτέλεσμα είναι να έχει εκχωρηθεί στην πράξη όλη η εξουσία στην ΤΡΟΙΚΑ και ήδη κουαρτέτο των δανειστών. Το πραγματικό πολιτικό ερώτημα που θα ανακύψει πολύ σύντομα δεν είναι το παλιό «ποιός κυβερνά αυτόν τον τόπο», αλλά το «αν υπάρχει κανείς που μπορεί να κυβερνήσει αυτόν τον τόπο καλύτερα από την ΤΡΟΙΚΑ».