Ανοιχτή πόρτα

Η άγρια και σκληρή τέχνη της αγάπης, του Κωστή Α. Μακρή

Spread the love

Ο Κωστής Μακρής είναι γραφίστας και συγγραφέας

 

Σκέφτομαι ότι πρέπει να απαγορευτεί δια νόμου το μίσος και όλες οι εκφράσεις και εκδηλώσεις του.

Αυτό όμως σημαίνει ότι θα πρέπει να επιβληθεί δια νόμου η αγάπη σε όλες τις μορφές της.

Και πώς μπορεί να συμβεί αυτό;

Και αν γίνει κατορθωτό;

Τι θα ακολουθήσει;

Πώς θα ξεχωρίζουμε μετά τις αγάπες μας;

Πώς θα τις διαβαθμίζουμε;

Πώς θα λέμε σε κάποια/κάποιον «Είσαι η αγάπη μου η πιο μεγάλη!»;

Αυτά είναι δύσκολα πράγματα. Πολύ δύσκολα.

Ευτυχώς που είναι καλοκαίρι και ο Χαλής ο Μειλίχιος περνάει πότε πότε από το σπίτι μου για μια κουβέντα υψηλού και χνουδωτού επιπέδου. Έτσι και τώρα.

Ζέστη. Αργάμιση το βράδυ. Ειδήσεις στην τηλεόραση.

Σπάνια αποτελεί είδηση μια απλή εκδήλωση αγάπης. Απ’ αυτές, εννοώ, που κάποιοι άνθρωποι κοιτάζονται χαμογελαστά και ή το λένε ή το ξέρουν ότι το βλέπει ο άλλος, η άλλη, στα μάτια τους. Αυτό το εκ βαθέων «Σ’ αγαπάω» που δεν χρειάζεται «σέλφι» και άλλα τέτοια χαμουρευτικά ή ναρκισσευόμενα, δεν χρειάζεται «ντακ φέισις» ούτε «αγαπουλινομωρουλινάκια».

Αυτό το «σ’ αγαπάω» που έχει μέσα του ευθύνη, σεβασμό, δέσμευση, αυτογνωσία.

Κάθομαι στον ενοχοποιημένο καναπέ και βλέπω στην τηλεόραση ένα κάρο εκδηλώσεις, πράξεις, λόγια και εκφράσεις μίσους. Κάθομαι και βράζω μέσα μου για τον φόνο μιας νέας γυναίκας στη Μεγάλη Βρετανία που ―παρά το όνομά της― έχει και δαύτη κάτι πολύ πολύ μικρά ανθρωπάκια, μπουκωμένα στη βλακεία και στο μίσος. Κάθομαι και βλέπω κάτι πλάνα από το «Γιούρο» με «φίλαθλους» που πλακώνονται στο ξύλο. Βλέπω τα χαμπέρια από κάτι ρεμάλια εκεί, στην καθ’ ημάς Ανατολή, που μέσα στην κόλαση του μυαλού τους φτιάχνουν τερατοθεούς κατ’ εικόνα και ομοίωσή τους. Κάθομαι και μόνο η οικονομική μου δυσπραγία με εμποδίζει να πετάξω την τηλεόραση από το μπαλκόνι, λες και μου φταίει η συσκευή για τη συσκευασμένη πυκνή κόλαση που πυρπολεί μυριάδες κρανία «συνανθρώπων» μου.

Κι εκεί που βλέπω, θυμών και σκέφτομαι αυτά που έγραψα στην αρχή, για την αγάπη και το μίσος, να σου και μπαίνει από την μπαλκονόπορτα, σεινάμενος κουνάμενος, ο Χαλής ο Μειλίχιος.

― Καλώς τον, είπα προσπαθώντας να μη δείξω την οργή μου.

Αλλά η οργή των ανθρώπων έχει πολύ έντονη οσμή και μερικοί γάτοι, όπως ο Χαλής, την πιάνουν στον αέρα σαν μυρωδιά από τηγανητό μπαρμπουνοκέφαλο.

― Κλεισ’ την, μου νιαούρισε μειλίχια, αποστρέφοντας το κεφάλι του από την τηλεόραση, κοιτάζοντάς με και χαμηλώνοντας το αριστερό αυτί του.

Με τρελαίνουν οι γάτες όταν κουνάνε αυτόνομα τα αυτιά τους.

Γέλασα. Κάγχασα μάλλον. «Κοίτα που θα μας κάνει κουμάντο στο σπίτι μας ο Χαλής ο Μειλίχιος!», σκέφτηκα, κι ο εγωισμός μου άρχισε να φτιάχνει ένα εκρηκτικό κοκτέιλ με τον θυμό μου• για ελιά, η μύτη του Χαλή είναι ό,τι πρέπει.

― Κλεισ’ την, ξανανιαούρισε ο Χαλής και μ’ ένα αέρινο άλμα βρέθηκε δίπλα μου, στον καναπέ. Μου κουτούλησε το χέρι που κρατούσα το τηλεχειριστήρι και εγώ ένιωσα τις απαλές τρίχες του κεφαλιού του στο χέρι μου σαν μια συγγνώμη της φύσης για τα όσα είχε φορτώσει στο δύσμοιρο και ηλίθιο ανθρώπινο είδος.

Λες και μου χτύπησαν ενδοφλέβια κάποιο καταπληκτικό μίγμα ηρεμιστικού και ευφορικού. Τον κοίταξα στα γαλανά του μάτια και χαμογέλασα.

― Σ’ αγαπάω, μωρέ Χαλή, του είπα και έκλεισα την τηλεόραση.

Εκείνος γρύλισε.

― Χέστηκα, είπε με θράσος. Εγώ θέλω να ζευγαρώσω μ’ εκείνη την κανελιά γάτα, ξέρεις… Εκεί, στο ρετιρέ απέναντι. Εκείνη όμως με αποφεύγει. Θα βρω άλλη…

Κάτι με κλόνισε. Εγώ να του λέω ότι τον αγαπάω κι εκείνος μ’ ένα «χέστηκα» να μου εξομολογείται τον έρωτά του για την Κανέλα; Κι ότι θα βρει άλλη;

― Και τι θέλεις να κάνω; τον ρώτησα με νεύρο.

― Εσύ τίποτα. Απλώς είχα μελαγχολίες και ήθελα να πω τον πόνο μου σε κάποιον…

― Εγώ όμως έχω άλλα προβλήματα και, όπως λες κι εσύ, χέστηκα για τα δικά σου! επιχείρησα να τον εκδικηθώ.

Με κοίταξε με λοξό ύφος. Όπως το συνηθίζει όταν θέλει να μου πει «ψεύδεσαι ασύστολα».

― Μίλα, πρόσταξε.

― Τι να πω;

― Αυτά που σε τρώνε. Μπορεί πραγματικά να είναι χειρότερα από τα δικά μου και να νιώσω κάπως καλύτερα.

― Τι λες, ρε Χαλή; Θα νιώσεις καλύτερα αν εγώ έχω μεγαλύτερα πρβλήματα από σένα;

― Ναι. Ζω πολλά χρόνια κοντά σε ανθρώπους ―για γάτος πάρα πολλά!― κι αρχίζω να παίρνω τα χούγια σας. Αυτό που ονομάζετε συμπόνια, συμπάθεια, αλληλεγγύη και φιλανθρωπία, δεν είναι τίποτ’ άλλο από την ανάγκη σας και την ενδόμυχη επιθυμία σας να σας το ανταποδώσει αυτός που δηλώνετε ότι συμπαθείτε, συμπονάτε και βοηθάτε. Και κατά βάθος χαιρόσαστε να ακούτε ότι ό άλλος είναι σε χειρότερη κατάσταση από εσάς.

Με έβαλε σε σκέψεις.

― Και η αγάπη;

― Η αγάπη! Πσχέ! έβγαλε έναν ήχο σαν φτέρνισμα. Δεν ξέρω τι είναι η αγάπη. Εσύ ξέρεις; Εγώ μόνο τον έρωτα ξέρω. Αυτό που νιώθω για την κανελιά γειτόνισσα. Να της ορμήξω και… Μπαμ μπαμ μπαμ! Χωρίς ευθύνη, χωρίς δέσμευση. Χωρίς υποσχέσεις αιώνιας συνύπαρξης. Χωρίς την ευθύνη να είμαι καλός πατέρας για τα γατιά που μπορεί να γεννηθούν. Αυτά τα «προνόμια» τα έχετε εσείς οι άνθρωποι. Αν είναι προνόμια… Γιατί όλο για αγάπη μιλάτε αλλά το μίσος, ο θυμός, η εχθρότητα που έχετε για τον άλλον δεν έχει το ταίρι του στη φύση. Έχεις ακούσει ποτέ για γάτο που σκότωσε μια γάτα επειδή πήγε με άλλον γάτο; Μόνο οι άνθρωποι το κάνουν αυτό. Και μετά μιλάτε για αγάπη… Να τη χέσω τέτοια αγάπη.

Ο Χαλής ο Μειλίχιος, είναι ―ως γνωστόν― εξαιρετικά αθυρόστομος. Αλλά τις περισσότερες φορές έχει δίκιο να μας βρίζει εμάς τους ανθρώπους.

― Και τι νομίζεις ότι θα έπρεπε να κάνουμε; τον προκάλεσα.

― Να νομοθετήσετε. Εσύ δεν είσαι αυτός που λες ότι η κοινωνία των ανθρώπων για να είναι ανθρώπινη πρέπει να νομοθετεί και μετά να σέβεται, να εφαρμόζει και να επιβάλλει τους Νόμους; Ε, αυτό να κάνετε.

― Και τι να νομοθετήσουμε;

― Την απαγόρευση του μίσους. Δεν απαγορεύετε με νόμους τον φόνο, την κλοπή, τη συκοφαντία, την κλοπή; Ε, να φτιάξετε και νόμους που να απαγορεύουν το μίσος και κάθε εκδήλωσή του! Απλό δεν είναι;

Κουφάθηκα. Λες και άκουγε τις σκέψεις μου πριν έρθει και θρονιαστεί δίπλα μου στον καναπέ. Τον κοίταζα αμίλητος με απορία και θαυμασμό.

― Τι με κοιτάς σαν να βλέπεις ελέφαντα μπασκετμπολίστα; Ε; Άδικο έχω; μου είπε.
Έσκυψα το κεφάλι. Μετά τον ρώτησα:

― Έχεις κι άλλες τέτοιες ιδέες για την αγάπη;

― Ούουου! Ένα κατεβατό! Από πού ν’ αρχίσω… Αλλά δεν είναι για γάτες και γάτους, εντάξει; Μόνο για ανθρώπους. Οι γάτοι και οι γάτες είναι σοβαρά ζώα και αρκούνται στον έρωτα. Την αγάπη σας τη χρησιμοποιούμε για να διαλέγουμε τον καλύτερο άνθρωπο. Τον πιο χρήσιμο για μας, εννοώ. Εκείνον που θα μας χαϊδεύει, θα μας ταϊζει κι αυτό είναι όλο. Μεταξύ μας, το ίδιο κάνουν και πολλοί άνθρωποι, θηλυκοί και αρσενικοί, αλλά το πασπαλίζουν με κάμποση λογοτεχνία, ποίηση, μουσική και άλλα τέτοια ψηλοκρεμαστά και άφταστα…

Μου ’ρθε να του κοπανήσω μια στην κεφάλα, με το βιβλίο που είχα δίπλα μου, αλλά εκείνος έκανε λίγο πιο πίσω και με κοίταξε πονηρά. Είναι γάτος ο Χαλής.

― Λέγε λοιπόν…, τον παρότρυνα ακουμπώντας την πλάτη μου στον καναπέ.

Πλησίασε κοντά μου.

― Τι λες για την «τέχνη της αγάπης»; με ρώτησε.

― Τι εννοείς; ρώτησα.

― Είναι εύκολη; Δύσκολη; Πιο εύκολη από την τέχνη της μουσικής, της ζωγραφικής ή τη λογοτεχνία; Πιο εύκολη από την αρχιτεκτονική ή την κβαντική φυσική; Πιο δύσκολη από την τέχνη του μακραμέ ή το πλέξιμο;

Χαμογέλασα. Γουστάρω να τον αφήνω να παίρνει το ύφος καθηγητή.

― Είναι μάλλον πιο δύσκολη, είπα.

― Μάλλον; κούνησε το κεφάλι του πέρα δώθε σαν άνθρωπος που αμφιβάλλει για τη διανοητική επάρκεια του συνομιλητή του.

― Μάλλον…, επέμεινα.

― Κούνια που σε κούναγε! γρύλισε λιονταρογατίσια. Μάλλον, ε; Ξέρεις τέχνη πιο δύσκολη από την τέχνη της αγάπης για τους ανθρώπους; Πώς μαθαίνετε μουσική;

Έχετε τα τζιτζίκια, τα πουλιά, τη θάλασσα, τον αέρα… Έχετε τραγούδια, χορούς, όργανα που φτιάχνετε, γράφετε νότες. Και με πολλά χρόνια δουλειάς κάποιος μπορεί να γίνει ―ή να δηλώνει― μουσικός. Στο γράψιμο παρόμοια. Μιλάτε, ακούτε, γράφετε, διαβάζετε… Έχετε χαρτιά, μολύβια, υπολογιστές. Και μετά από κάμποσα χρόνια σκληρής δουλειάς, κάποιος μπορεί να γίνει ―ή να δηλώνει― τεχνίτης του λόγου. Και με τις επιστήμες σας τα ίδια. Και με τις πολεμικές σας τέχτες επίσης. Ε, πολεμική τέχνη είναι και η τέχνη της αγάπης.

― Όλα αυτά που λες δεν τα θεωρώ και τόσο πρωτότυπα. Πού θέλεις να καταλήξεις; τον πρόγκηξα τόσο όσο του χρειάζεται για ν’ ανεβάσει στροφές.

Και είχα αποτέλεσμα.

Ανασηκώθηκε, τίναξε δυο τρεις φορές την ουρά του με εκνευρισμό και είπε:

― Είναι άγρια και σκληρή η τέχνη της αγάπης, για σας τους ανθρώπους! Είναι τέχνη ζωής αλλά και καθημερινής αναίμακτης μάχης! είπε με ύφος προφήτη, ο Χαλής.

Λες και έβλεπα μπροστά μου τον Μωυσή των γάτων.

Χαμογέλασα.

― Εμένα μου λες…, κούνησα το κεφάλι μου με χαμογελαστή θλίψη.

― Εσένα έχω κοντά μου κι εσένα σου λέω, είπε χαιρέκακα και ειρωνικά.

― Συνέχισε…, ψιθύρισα.

― Είδα τι έβλεπες στην τηλεόραση πριν μπω μέσα…

― Και;

― Είδα πόσο σας λείπει, απ’ όλους σας, η άγρια και σκληρή τέχνη της αγάπης. Οι περισσότερες και οι περισσότεροι μιλάτε γλυκερά γι’ αυτήν αλλά δεν ξέρετε να πολεμάτε γι’ αυτήν. Ροζ καρδούλες, ποιηματάκια και στιχάκια και παπαρίτσες… Και πόσο καλή είναι η γλυκούλα η αγάπη, και πόσο μαραίνεται όταν δεν την ποτίζουμε με αγκαλίτσες και φιλάκια, και βγάλτε έξω το ταίρι σας και πηγαίνετέ το να ξεσκάσετε σ’ ένα όμορφο μέρος που θα πληρώσετε έναν σκασμό λεφτά και ένα τριαξονικό ροδοζαχαρωτές μπουρδίτσες! Αν είναι δυνατόν! Για τι; Για την αγάπη! Το πιο δυνατό σας όπλο! Όσο δυνατή είναι και η δικαιοσύνη σας όταν είναι δίκαιη, όσο πανίσχυρη είναι και η ομορφιά σας όταν είστε Άνθρωποι, όσο ακαταμάχητη είναι και η καλοσύνη σας, όταν υπάρχει. Τι είναι πιο δυνατό απ’ την αγάπη; Ο έρωτας; Η πείνα; Το μίσος; Ίσως… Δεν ξέρω όμως. Αλλά γιατί δεν τη φροντίζετε την αγάπη όπως φροντίζετε τον εξοπλισμό των στρατών σας; Τι σας εμποδίζει να την ακονίσετε τόσο που να μπορεί να ξεσκίσει μ’ ένα χτύπημα το μίσος, τη βλακεία, τη μισαλλοδοξία και την ανικανότητα των δειλών, βλαμμένων, εγωπαθών, άπληστων, φανατικών, κακομεγαλωμένων, ανέραστων και μισερών να αγαπήσουν;

― Και τι προτείνεις; τον ρώτησα μουδιασμένος.

― Σου το είπα και πιο πριν. Έχετε νομοθετήσει ακόμα και για το πού πρέπει να χέζουν τα σκυλιά σας ―άσχετα με το ότι χέζουν οπουδήποτε― και δεν μπορείτε να νομοθετήσετε ενάντια στο χέσιμο που τρώει το είδος σας από το μίσος, τη μισαλλοδοξία και τον φανατισμό σας! Έχετε νομοθετήσει πώς θα διδάσκονται οι ξένες γλώσσες στα σχολεία σας και δεν έχετε ακόμα καταφέρει να διδάσκετε στα παιδιά σας την αγάπη! Διδάσκετε καράτε, αϊκίντο, τζούντο, παγκράτιο και τάε-κβο-ντο και αφήνετε στην άκρη την πιο σπουδαία πολεμική σας τέχνη, την τέχνης της δυναμικής αγάπης. Όχι σαν προαιρετικό μάθημα, αρετή ή ικανότητα αλλά σαν υποχρέωση και όρο επιβίωσης του είδους σας! Έχεις σκεφτεί ότι το πρώτο μάθημα που θα έπρεπε να διδάσκονται οι άνθρωποι στα σχολεία είναι το σκληρό και άγριο μάθημα της αγάπης; Παιδιά, γονείς, παππούδες, γιαγιάδες, δάσκαλοι! Όλες και όλοι!

Αλλά ακόμα περισσότερο το χρειάζονται τα παιδιά πριν πάνε σχολείο.

― Γιατί το λες σκληρό και άγριο; ρώτησα.

― Γιατί μόνο αν έχει επίγνωση της σκληρότητάς της και της αγριότητάς της η αληθινή αγάπη θα μπορέσει να σταθεί σαν ακαταμάχητο όπλο απέναντι στο μίσος.

Και μη νομίσεις ότι το μίσος είναι πιο σκληρό και πιο άγριο απ’ την αγάπη! Δεν είναι.

Όσοι διαλέγουν τον δρόμο του μίσους, από δειλία το κάνουν, από θυμό, από βλακεία κι από αναπηρία. Είναι επειδή κανένας ποτέ δεν τους έδειξε έμπρακτα τον σκληρό και άγριο δρόμο της αγάπης, της πολλής αγάπης, της άφθονης, αστείρευτης και έμπρακτης αγάπης! Της αυστηρά νομοθετημένης ―όπως θα έπρεπε― αγάπης!

Εκείνης της αγάπης που δεν δέχεται να αντιτάξει απέναντι στο μίσος τίποτα λιγότερο από τα άγρια, σκληρά και πανίσχυρα όπλα της αγάπης: Το κολλητικό χαμόγελο, την καταλυτική κατανόηση, το θεραπευτικό σφιχταγκάλιασμα, την ακούραστη προσπάθεια γνώσης του εαυτού και του άλλου. Όπως σκληρός, άγριος και πανίσχυρος θα πρέπει να είναι ο Νόμος που θα επιβάλλει σε όλους την Αγάπη. Ακόμα κι απέναντι σ’ εκείνους τους δειλούς φανατικούς που καταφεύγουν στο μίσος, τρέμοντας τη δύναμη της αγάπης.

― Κι αν τα νομοθετήσουμε όλα αυτά που λες αλλά οι άλλοι λαοί αρνηθούν να ακολουθήσουν; Δεν θα είναι τότε πιο αδύναμος από ποτέ ο τόπος μας;

Ο Χαλής με στραβοκοίταξε.

― Δεν με ακούς… Δεν με προσέχεις…

― Σε ακούω, απολογήθηκα. Αλλά…

― Δεν έχει «αλλά». Ο τόπος κι ο λαός που καταφέρει να επιβάλλει τους νόμους της αγάπης στην επικράτειά του, θα είναι απρόσβλητος και ακαταμάχητος. Θα εμπνεύσει και θα επιβάλλει τέτοιο σεβασμό σε όλους τους άλλους, που θα είναι σαν να κατέχει το απόλυτο υπερόπλο! Σκέψου…

Ο Χαλής σώπασε κι εγώ σκεφτόμουνα τα λόγια του και χάζευα την κλειστή τηλεόραση.

Ο φόβος μου είχε μεγαλώσει και δεν ήθελα να την ανοίξω, δεν ήθελα να ακούσω άλλες ειδήσεις για φονικά, βρισίδια, απειλές και ηλίθιες αντεγκλήσεις για τα ελάχιστα εκείνα που νομίζουν οι άνθρωποι ότι τους χωρίζουν.

― Έλα κοντά μου, Χαλή, είπα παρακλητικά.

Ήρθε.

Άρχισα να τον χαϊδεύω στο κεφάλι και κάτω απ’ το πιγούνι.

Είχα ανάγκη απ’ αυτό το προνόμιο που μου προσφέρει απλόχερα ο Χαλής.

Πουρπούριζε ευχαριστημένος. Είναι πολύ χαδιάρης ο Χαλής και δεν ντρέπεται καθόλου γι’ αυτό. Θα ήθελα να του έμοιαζα και σ’ αυτό όπως και σε άλλα.

Όπως στην ικανότητα να ζητάει απερίφραστα αυτό που θέλει όταν το θέλει.

Είχα όμως μια απορία:

― Και ποιος θα διδάξει την αγάπη; ρώτησα.

― Αυτό θα το βρείτε εσείς… Θα μου βάλεις να φάω τώρα; είπε. Πεινάω.

― Θα σου βάλω…, χαμογέλασα. Θα φάω κι εγώ. Είναι δυνατή η πείνα, ε;

― Είναι, είπε. Σαν την αγάπη… Πολύ άγρια και πολύ σκληρή. Ακαταμάχητη σχεδόν.

Κάθε πείνα… Και της τροφής και της αγάπης.

Μου φάνηκε σαν να με ειρωνευόταν. Αλλά ίσως απλώς να με προκαλούσε.

Τον ξαναχάιδεψα και σηκώθηκα για την κουζίνα.

Με ακολούθησε με όρθια την ουρά.

18 Ιουνίου 2016

SHARE
RELATED POSTS
11049464_10153794481499523_4185608025578033362_n.jpg
Το “δικό μου” Πεδίον του Άρεως, του Χρήστου Χωμενίδη
Επέτειος και κατάθλιψη, του Μάνου Στεφανίδη
Ποιος θα ταΐσει τον κόσμο;, του Νίκου Βασιλειάδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.