Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

H σχετικότητα του χρόνου – Αξιώματα υπό αναθεώρηση, του Γιάννη Στουραΐτη

Spread the love

Γιάννης Στουραΐτης

b5c927b0f77a27b81fd38b65df5f2fbf_L.jpg

Μόνο στη Ρόδο: Αποστόλου Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στάδιο ΔΙΑΓΟΡΑΣ)-Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ)-Λεωφόρος Κρεμαστής – Πηγές Καλλιθέας (από Μάιο-Οκτώβριο) & catering Γάμοι-Βαπτίσεις, Συνέδρια, Εκδηλώσεις

PANE DI CAPO – AT RHODES – ΣΤΗ ΡΟΔΟ – ΤΗΛ: 22410-69007

Βρισκόμαστε εν έτει σωτηρίω χίλια εννιακόσια λάσπες.

Ώρα 04:00 π.μ., περίπου.

Εξηγούμαι, για να μην έχουμε παρεξηγήσεις: Ξημερώματα!

Στην αγαπημένη μου, πανέμορφη Συμπρωτεύουσα.

Ημέρα, μία κανονική, από τις καθημερινές. Δεν έχει καμία σημασία ποιά.

Αυτό που είχε, τότε, πρακτική σημασία, ήταν ότι στις 07:00 π.μ. είχα εγερτήριο, διότι εκείνη την εποχή συμμετείχα στα Τρίμηνα Κλινικής Άσκησης, στο πλαίσιο των σπουδών μου σαν τελειόφοιτος της Ιατρικής, στα πανεπιστημιακά νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης.

ΤΖΖΖΖΖΖ!!! (Ήχος θυροτηλεφώνου).

(Μπα, ιδέα μου είναι…)

ΤΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖ!!! (Ήχος θυροτηλεφώνου, δεύτερος, επίμονος).

Ώσπου να σηκωθώ αλαφιασμένος από το κρεβάτι,

ΤΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖ!!! (Ήχος θυροτηλεφώνου, τρίτος, παρατεταμένος, έτι πλέον επίμονος).

Η παράσταση αρχίζει:

Σηκώνω το ακουστικό: “Ποιός είναι;

Ακούγεται από κάτω ένα, ασύμβατα, με την περίσταση, χαρμόσυνο : “Γιαννάκιιιι!!” (το -κου, ξενικό, με ουρανίσκο, και τα -ι με γιώτα!)

Μέσα στην μαύρη νύστα μου, αδυνατώ, ο μαύρος, ν’ αυτοσχεδιάσω:

Ποιός είναι;“, ξαναλέω.

Δεύτερη, μεσ’ στην τρελή χαρά, απάντηση:

Ίμε το εκσάντερφό σου το Φάμπιο!!!” (μην παραλείψετε ούτε ένα θαυμαστικό).

Αφού συνέρχομαι κάπως από την έκπληξη και την τρομάρα, πατώ τον διακόπτη και μετά από ελάχιστα λεπτά, ανοίγω την πόρτα της φοιτητικής μου γκαρσονιέρας, και να σου μπροστά μου το ξαδερφάκι μου ο Φάμπιο, φρέσκος-φρέσκος, με τα μακριά μαλλάκια του λυτά στους ώμους και μ’ ένα χαμόγελο μέχρι τ’ αυτιά, που, ειρήσθω εν παρόδω, το θυμάμαι σχεδόν μόνιμο στο πρόσωπό του, εκ γενετής, ανεξαρτήτως περιστάσεων! Αυτό που λέμε, Στάση Ζωής-Χαμόγελο!

Λίγα επεξηγηματικά, πριν συνεχίσω:

Είναι ο, τρόπος του λέγειν, “una-faccia-una-razza“, (ούνα-φάτσα-ούνα-ράτσα) γιός της θείας μου, αδελφής του μακαρίτη του πατέρα μου και του επίσης μακαρίτη Ιταλού συζύγου της, που τον θυμάμαι ολοζώντανα, παρά τις, ουκ ολίγες, δεκαετίες που έχουν παρέλθει από την τελευταία μας συνάντηση, βαθιά πίσω στα πρώιμα παιδικά μου χρόνια.

Και λέω τρόπος του λέγειν, διότι κάθε άλλο παρά “una-faccia-una-razza” είμαστε.

Το αυτό, βέβαια, ισχύει και με τους υπόλοιπους Ιταλούς:

Ας μην βαυκαλιζόμαστε:

Παρασάγγες απέχουμε εξ αυτών, με τους, εκ δυσμών, γείτονές μας να τρέχουν με πολλαπλάσια ταχύτητα από εμάς, σε όλα τα επίπεδα!

Είτε συμφωνείτε, είτε όχι με τα παραπάνω, πρέπει να σας πω ότι με τον Fabio είμαστε “due-faccie-un-cuore“!

(Η έκφραση δεν υφίσταται επισήμως).

Σημαίνει, σε ελεύθερη απόδοση, “δύο-πρόσωπα-μία καρδιά“, και την επινόησα θέλοντας να σας δώσω να καταλάβετε πόσο πολύ αγαπιόμαστε, παρά την απόσταση -σε χιλιόμετρα- που μας χωρίζει!

Επίσης, με τον Fabio φτιάχνω πάντα καινούργιο συκώτι από τα γέλια!

Όταν, πάντα εντελώς ακομπλεξάριστος, μιλάει Ελληνικά, πρέπει να έχεις μαγνητόφωνο μαζί σου, για δυνητική μελλοντική χρήση, ως, πολλά υποσχόμενη, μέθοδο αντικαταθλιπτικής αγωγής!

Χρησιμοποιεί ιδιωματικές εκφράσεις που ξαφνιάζουν, όπως, λ.χ., “…Γιαννάκι, τα κλάσει φυστίκι!

Θυμάμαι όταν κάποτε θέλησε να μοιρασθεί μαζί μου την συνταγή της καρμπονάρα:

Πρίμο“, μού είπε,

πρέπι να ίσε Ιταλιάνο!

Σεκόντο, πρέπι να ισε από Ρόμα!

Τέρτσο, πρέπι να έκις πεκορίνο!

Και μετά το παραπάνω, καθόλου ενθαρρυντικό, εισαγωγικό ψάρωμα ξεκίνησε την περιγραφή της συνταγής με όλα τα “μυστικά” της:

…τα κάνι έτσι, τα κάνι αλιώς, τα κόψι τι παντσέτα α κουμπέτι, (σε μικρά κυβάκια), άμα βράζι το νερό, τα ξίσι το πεκορίνο, λίγκο πιπεράκι, τα βάλι το τιγάνι…“, και αφού ολοκλήρωσε τις οδηγίες, έφερε τα τρία δάκτυλα, αντίχειρα-δείκτη-και-μέσο, (όπως όταν τα κλείνουμε για να κάνουμε τον σταυρό μας), στα χείλη και, “φιλώντας” τα, κατέληξε στην φοβερή Ελληνικούρα:  “…και, Γιαννάκι, (μουτς), Έ-Κ-Τ-Α-Κ-Τ-Ο!

Τέλος πάντων, επιστρέφουμε στην γκαρσονιέρα μου:

Αφού είπαμε τα διάφορα δικά μας, (στις 04:00 π.μ. τα ξημερώματα, σας θυμίζω), μού λέει το εκσάντερφό μου με τα υπέροχα, σε βαθμό ακράτειας των σφιγκτήρων μου, ξεκαρδιστικά, σπαστά ελληνικά του:

Τι μαλάκα αυτό το τασίστα!“,

τουτέστιν, “τι μαλάκας αυτός ο ταξιτζής!

Σ’ αυτό το σημείο σάς οφείλω κι άλλα επεξηγηματικά, (parttwo):

Στην προσπάθειά μας να ελαχιστοποιήσουμε την μεταξύ μας χιλιομετρική απόσταση με τον Fabio, αλληλογραφούσαμε.

Όχι συχνά, αλλά αλληλογραφούσαμε. Προ facebook, εννοείται, γράφοντας! Με αληθινά στυλό…!

Η ταχυδρομική μου διεύθυνση ήταν: Οδός Αμαλίας 8/10.

Όταν ο Fabio μού έστελνε γράμμα, έγραφε πάνω στον φάκελο:

ViaAmalia 8/10.

Η πλήρης διεύθυνση, αναλυτικά: Οδός Αμαλίας Οκτώ-κάθετος-δέκα.

Ο δόλιος ο Φάμπιο το “οδός” δεν το ήξερε, αλλά το “Via” ήταν μιά χαρά, εφ’ όσον δεν πρέπει να είσαι και κανένας ιδιαίτερα πολύγλωττος για να λειτουργήσει ο συνειρμός και να συνεννοηθείς στοιχειωδώς!

Το “οκτώ“, το ήξερε, κι ας το είπε παραλλαγμένο σαν “ογκτό“!

Το “δέκα“, το ήξερε κι αυτό, κι ας το σερβίρισε ως “ντέκα“, (μικρό το κακό),

αλλά την γαμημένη την “κάθετο” πώς την λένε στα ελληνικά;

Δεν ήξερε, αλλά και δεν κώλωσε!

Πού να ψάχνεις τώρα να βρεις, στις 04:00 π. μ. τα ξημερώματα, πώς λέγεται στα Ελληνικά η Ιταλική κάθετος!

Την σβούριξε στο τραπέζι …των διαπραγματεύσεων ΣΤΑ ΙΤΑΛΙΚΑ, αυτούσια και ανεπεξέργαστη, “ως είχε“, που λένε, με την άνεση τού, εν αγνοία κινδύνου τελούντος, “una-faccia-una-razza“, Ιταλο-έλληνα ξαδέρφου μου!

Και στα Ιταλικά, η κάθετος γράφεται “barra” και προφέρεται “μπάρα“!

Έως εδώ, όλα καλά; (ας βάλω κι ένα ερωτηματικό, καλού-κακού!).

Πάμε ξανά πίσω στην γκαρσονιέρα μου:

Τι έγινε ρε Φάμπιο με τον ταξιτζή;

Ε, τι να σου πο!

Του λέο, καλιμέρα, εμίς τα πρέπουμε να πιγένουμε βία Αμάλια ογκτό-μπάρα-ντέκα, κι αφτό το μαλάκα μου λέι, μα ίνε τέσερες παρά τέταρτο!

Να μην σας τα πολυλογώ, έγινε ένα φοβερό πατιρντί με τον ταξιτζή, ο οποίος, δικαιολογημένα ο άνθρωπος, είχε φρικάρει, βραχυκυκλωμένος σ’ ένα τρομερό αδιέξοδο, βλέποντας έναν, καθόλου συνηθισμένο μακρυμάλλη, ξένο, να μπαίνει στο ταξί του στις τέσσερεις παρά τέταρτο το πρωί, να προσπαθεί πολύ φιλότιμα να του μιλήσει ελληνικά και, παρά ταύτα, να μην βγάζει άκρη, διότι ο τύπος τού ζητάει να τον πάει “σε κάποια Αμαλία“, στις “οκτώ παρά δέκα” (!), ενώ, επαναλαμβάνω, τονίζοντάς το, η ώρα ήταν ΤΕΣΣΕΡΕΙΣ ΠΑΡΑ ΤΕΤΑΡΤΟ ΤΑ ΞΗΜΕΡΩΜΑΤΑ, που να πάρει!

Άσε που, κατά τον Φάμπιο, η κατάσταση επεπλάκη δραματικά από το γεγονός ότι ο κύριος ταξιτζής είχε διατελέσει στο παρελθόν εργάτης στην Γερμανία, οπότε γι αυτόν ίσχυε το απόλυτον αξίωμα “Πας Μή Έλλην, Γερμανός“, με συνέπεια ν΄αρχίσει, εν τη απελπισία του και, κυρίως, λόγω αυτής, να απευθύνεται στον Φάμπιο στα Γερμανικά, ο οποίος Φάμπιο, μην ξέροντας γρι γερμανικά, να του λέει, μέσ’ στην απελπισία του κι αυτός: “Γκαμοτοκερατό μου, ντεν ξέρω Τζερμανέζικα! Ελινικά σου μιλάνε!

Προσέξατε, φαντάζομαι, οι πιο παρατηρητικοί, ότι ο Φάμπιο, εις επίρρωσιν των προηγηθεισών περιγραφών μου, γνώριζε πολλές πτυχές της πλούσιας και ιστορικής γλώσσας μας!

Απόγνωση, που λέτε!

Μετά φρίκης!

Και γέλιο! Τρελό γέλιο!

Τελικά, δεν κατάλαβα πώς, αυτοί οι δυό συνεννοήθηκαν μεταξύ τους!

Αυτό για το οποίο είμαι βέβαιος είναι το γεγονός ότι ο Φάμπιο κατάφερε να βρεθεί, μάλλον σύντομα, δεδομένων των συνθηκών, ενώπιον του θυροτηλεφώνου μου, φωνάζοντας “Γιαννάκιιιι!“,  “ Ίμε το εκσάντερφό σου το Φάμπιο!!!

Υποψιάζομαι ότι η επικοινωνία τους κατέστη εφικτή μ’ έναν μυστήριο, δυσεξήγητο, αλλά επαρκέστατο, (κρίνοντας εκ του αποτελέσματος), μηχανισμό, με το αξίωμα “una-faccia-una-razza“, (του οποίου την αλήθεια κακώς αμφισβήτησα ευθέως λίγο πιο πριν), να παίζει έναν, ζωτικής σημασίας, ρόλο!

Το μυστήριο έγκειται στο γεγονός ότι, ισχύοντος ακριβώς αυτού του ιδίου αξιώματος, χρησιμοποιήθηκε, μάλλον αβασάνιστα,  από τον Φάμπιο η αμετάφραστη Ιταλική λέξη “μπάρα“, στην θέση της Ελληνικής “καθέτου“!

Με την σειρά της, η “μπάρα” μεταμφιέζεται και μας παραπέμπει στην εντόνως παραφρασμένη Ελληνική λέξη “παρα” ενώ, εκφερόμενη όλη αυτή η πρόταση μαζί, και μάλιστα με ξενική προφορά, οδηγεί στο κομφούζιο που σας περιέγραψα!

Τι να σου κάνει κι ο φουκαράς ο ταξιτζής, ο οποίος, παρά ταύτα, εδώ που τα λέμε, τα πήγε θαυμάσια!

Μάλλον πρέπει ν’ αναθεωρήσω την θέση μου σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά των δύο όμορων (και όμορφων) λαών μας!

Ciao Fabietto! Καλή σου ώρα, όπου κι αν βρίσκεσαι, (πάντα, πολύ μακριά μου)!

SHARE
RELATED POSTS
Το μονοπάτι μου, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή
Μνημεία και αμνήμονες, του Μάνου Στεφανίδη
Τα πρώτα Χριστούγεννα του Στέφανου, του Κωνσταντίνου Καραγιαννόπουλου
2 Σχόλια
  • Γιάννης Στουραΐτης
    2 Μαΐου 2015 at 17:12

    Μάλλον έχουμε περπατήσει στα ίδια μονοπάτια!

  • ALEX
    2 Μαΐου 2015 at 16:52

    Σωτήριο έτος χίλια εννιακόσια λάσπες?
    Αμαλίας 8/10?
    Μήπως και BILLIARD ‘s CLUB στη Σπάρτης?

    Σχετικός ο χρόνος και ο κόσμος μικρός.

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.