Ήταν το 1982, μάλλον φθινόπωρο, όταν στα Εξάρχεια, στο μπαρ «Οινόφλυγας» του φίλου Μάκη Θεοδωρούλη, γινόντουσαν βραδιές τέχνης.
Μέσα σ’ όλα είχα πει κι εγώ ένα ποίημά μου. Πάνω σ’ αυτό το ποίημα, ο φίλος Παναγιώτης Μαυρόπουλος (κατά ηλεκτρονικόν κόσμον PsMavro) έφτιαξε έναν πίνακα που σήμερα βρίσκεται στη συλλογή του Μουσείου Βορρέ (αυτός που εικονίζεται εδώ). Αυτό το έμαθα από τον ίδιο τον Παναγιώτη πρόπερσι, Μάρτιο του 2012, τριάντα χρόνια μετά, όταν (ξανα)συναντηθήκαμε στο φέις μπουκ. Το ποίημα δεν το θυμόμουνα ούτε εγώ αλλά ούτε και εκείνος.
Και πρόσφατα, τακτοποιώντας σε βάθος το χάος των παλιών μου χαρτιών, εγγράφων και εργασιών, το ανακάλυψα και το παραδίδω στη δημόσια κρίση (ή χλεύη).
Ημερομηνία στο χειρόγραφο: Ιούλιος 1982.
Το άσπρο σεντόνι
Μας έλειψε πολύ το θέατρο με τον χορό
και τη λιακάδα στο κεφάλι.
Μέσα στων δρόμων τις κερκίδες
με πανικό το κυνηγάμε.
Ώσπου στο με γεράνια το μπαλκόνι
να βγει για λίγο μια κοπέλα
―χωρίς υπόκλιση ή ρόλο―
απλά και μόνο να τινάξει
το άσπρο του μωρού της το σεντόνι.
Τότε, καθώς τα νούφαρα μας ραίνουν,
ξέφρεν’ αρχίζουνε του πλήθους
―που γι’ αυτό μαζεύτηκε―
τα «Μπράβο!», οι ζητωκραυγές, τα παλαμάκια.
Δίχως παράσταση ν’ αρχίσει ή να τελειώσει.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author