Μόνο στη Ρόδο: Αποστόλου Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στάδιο ΔΙΑΓΟΡΑΣ)-Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ)-Λεωφόρος Κρεμαστής – Πηγές Καλλιθέας (από Μάιο-Οκτώβριο) & catering Γάμοι-Βαπτίσεις, Συνέδρια, Εκδηλώσεις
Ακούστε, εντάξει, μπορεί όλοι σας να έχετε υποπέσει σε γκάφες κάποτε στην ζωή σας, αλλά γκάφες ολκής, σαν τις δικές μου, υποψιάζομαι ότι δεν έχει γνωρίσει η δόλια η ανθρωπότης!
Επιτρέψτε μου να αυτοχαρακτηρισθώ ως ο Μίστερ Μπιν της γκάφας.
Δια του λόγου το αληθές:
Πρώτο κρούσμα:
Εκτελώ την Υπηρεσία Υπαίθρου μου σε Κυκλαδίτικο νησί, προ αμνημονεύτων ετών.
Full season, τουτέστιν Αύγουστος.
Έρχεται στο ιατρείο μία μητέρα πολύ αγχωμένη, αλλά και εξ ίσου αγχωτική, που συνοδεύει το παιδάκι της με μέτριο πυρετό και ήπια καταρροή, αλλά γενικώς, σε καλή κατάσταση και ορεξάτο.
Θεωρώ, ορθώς, (όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων), ότι πρόκειται για μια από αυτές τις συχνές, αθώες, καλοκαιρινές ιωσούλες που θα κάνουν έναν, βία τριήμερο, κύκλο και θα υποχωρήσουν από μόνες τους.
Συστήνω στην μαμά ψυχραιμία, ζητώ την υπομονή της για ένα τριήμερο, της δίνω αντιπυρετικό, συστήνω λήψη αφθόνων υγρών και συχνά χλιαρά ντους και την διαβεβαιώνω ότι όλα θα πάνε καλά.
«Δηλαδή, γιατρέ, δεν θα μας δώσετε αντιβίωση;», με ρωτάει εναγωνίως.
Της εξηγώ, ευγενέστατα, με όσο πιο απλά, κατανοητά Ελληνικά ήξερα, ότι, εφ΄όσον πρόκειται για ίωση, όχι μόνο δεν θα ωφελήσει η αντιβίωση αλλά και ενδέχεται να βλάψει, αν όχι άμεσα λόγω των δυνητικών παρενεργειών της, οπωσδήποτε μακροπρόθεσμα, αφού θα ενισχύσουμε τον μηχανισμό ανάπτυξης ανθεκτικότητος στα μικροβιακά στελέχη που θα εκτεθούν στην συγκεκριμένη αντιβίωση κι ότι αυτό δεν είναι καθόλου καλό στην περίπτωση που στο μέλλον χρειασθεί το παιδί να πάρει το ίδιο αντιβιοτικό, μπλα, μπλα, μπλα…
Η συζήτηση, όπως ίσως υποπτευθήκατε, δεν κύλησε ομαλά, διότι η μαντάμ επέμενε, όλο εντονότερα, ενώ εγώ κατσικώθηκα πίσω από τα, απολύτως τεκμηριωμένα, επιστημονικά επιχειρήματά μου, μέχρις ότου, λίγο πριν καταλήξουμε σε πλήρες αδιέξοδο, μού σκάζει το μυστικό, υπό μορφήν επιτακτικής εντολής/παραγγελίας προς αγροτικό γιατρουδάκι και με ύφος «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο»:
«Ναι, αλλά εγώ θα μείνω στο νησί μόνον άλλες έξι μέρες και δεν γίνεται να χάσουμε τα μπάνια μας για τις μισές από αυτές που μας έμειναν, γι αυτό πρέπει να μου γράψετε μιαν αντιβίωση για να του πέσει ο πυρετός, και να μπορέσουμε από αύριο, να ξαναπάμε στην θάλασσα!»
Το κατσίκωμά μου μετετράπη σε κατσίκωμα-εις-το-τετράγωνον, για να μην πω εις τον κύβον!
Κοντολογίς, αρνήθηκα κατηγορηματικά και τελεσίδικα.
Η κυρία αποχώρησε, εμφανώς δυσαρεστημένη με καπνούς να βγαίνουν απ’ αυτιά της, (πιο εμφανώς δεν γινόταν), κι εγώ παρέμεινα στο ιατρείο με καπνούς, ωσαύτως, να βγαίνουν από τα δικά μου αυτιά!
Τώρα, αυτό το οποίο θα κάνω παρακάτω, ξέρω πως δεν είναι πολιτικώς ορθόν, αλλά θα το κάνω διότι, εκτός από γκαφατζής, που είμαι «εκ γεννηθείς», γίνομαι και κακός, πολύ κακός, άμα λάχει, (δηλαδή, όταν κατσικώνομαι):
Η κυρία περί ής ο λόγος, ήταν κακόγουστα ντυμένη αλλά, κυρίως, ήταν πάρα πολύ έντονα βαμμένη, με το εξής ιδιαίτερο χαρακτηριστικό:
Τα φρύδια της, προφανώς ξέτριχα, (δεν ξέρω αν από φθορά, από ατύχημα, ή αν εξεπίτηδες), είχαν αντικατασταθεί από δυο βαμμένες παχιές καρα-φρυδάρες, και μάλιστα, ακριβώς έτσι όπως ήταν τα φρύδια του Βιτόριο Γκάσμαν στο έργο «Οι γενναίοι του Μπρανκαλεόνε», (1966), όπου είχαν χάσει την καμπυλότητά τους και η φορά τους ήταν από έξω-κάτω προς τα πάνω-μέσα!
Για να σας βοηθήσω να οπτικοποιήσετε το πορτραίτο, να, ας πούμε, σχηματικά, κάπως έτσι:
/. .\
Διευκρινίζω ότι η συγκεκριμένη εμφάνιση των φρυδιών ήταν έτσι, εκ σκηνοθετικής απόψεως, μιάς και, όποιο κι αν ήταν το συναισθηματικό καθεστώς του ηθοποιού, στο πλαίσιο του ρόλου, τα, θεατρικώς, ούτω πως, βαμμένα φρύδια, τού προσέδιδαν μία υπερβολικά γελοία κωμικότητα, ισοπεδώνοντας, κάθε έκφραση θυμού, αγωνίας, τρυφερότητας, αυστηρότητας, υπομειδιάματος, κ.λπ.!
Η δικιά μου η κυρία όμως, όχι μόνο δεν διέθετε σκηνοθετική άποψη, αλλά ήταν και εντελώς ακαλαίσθητη, άσε που, στην άρτι πραγματοποιηθείσα συνάντησή μας, είχαμε ανταλλάξει κι όλους αυτούς τους περιγραφέντες καπνούς απ’ τ’ αυτιά μας!
Για να μην τα πολυλογούμε, παίρνω τους δικούς μου καπνούς παραμάσχαλα, φεύγω από το ιατρείο και πάω να συναντήσω την τότε σύντροφό μου στο καφενείο του φίλου μας του, ας τον πούμε, Τάκη.
Όντως, τους βρίσκω, την φίλη μου και τον Τάκη, καθισμένους μαζί να τα λένε και, μόλις τους πλησιάζω, βλέπει η κοπέλα τους καπνούς απ’ τα’ αυτιά μου και με ρωτάει:
«Τι έγινε, τι έπαθες κι είσαι αναστατωμένος;»
Έξαλλος εγώ της απαντώ, ειλικρινέστατα, ενώπιον του φίλου μας του Τάκη:
«Τι να έχω μωρέ, ήρθε στο ιατρείο αυτή, με τα φρύδια σαν του Μπρανκαλεόνε και μού τά ‘πρηξε, να δώσω, λέει, αντιβίωση στο παιδί της, ενώ δεν έπρεπε, για να μην χάσει αυτή τα μπάνια της!»
Γίνεται η δικιά μου, τρικολόρ από την σαστιμάρα και μου λέει μουδιασμένα:
«Ναι, ναι, Γιαννάκη, εεε, μμμ, ξέρω! Εεε, είναι η γυναίκα του Τάκη! Μμμ, μου το είχε πει ότι θα σου έφερνε το παιδί που είχε πυρετό!»
Εγώ: «Εεε, Γκλουπ!» (όπου, «γκλουπ» είναι ο ήχος που ισοδυναμεί με αμήχανη, θορυβώδη κατάποση σάλιου, χωρίς περιεχόμενο που να τρώγεται!)
Δεν ξέρω αν, και πόσο, ακούστηκε το γκλουπ μου τότε, αλλά, έκτοτε, έχω δει αρκετές φορές στον ύπνο μου αυτόν τον εφιάλτη, με τον Τάκη να με κοιτάζει με γουρλωμένα μάτια και να με κάνει να πετάγομαι κάθιδρος απ’ το κρεβάτι, μ’ ένα έντονο γκλουπ να ταράζει τα σωθικά μου!
Α ρε Μπρανκαλεόνε τι μού ΄κανες με τους γενναίους σου και, κυρίως, με τα φρύδια σου…!
Συνεχίζεται (οσονούπω, με το δεύτερο κρούσμα Στουραΐτικης γκάφας!).
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr