Τώρα που γράφεται αυτό το κείμενο είναι σε εξέλιξη διαβουλεύσεις για αποτροπή του διεθνούς αποκλεισμού μας. Σε κάθε περίπτωση οι παρακάτω συλλογισμοί προσπαθούν να προσεγγίσουν τη ρίζα του προβλήματος.
Η βία στα γήπεδα και η διαφθορά στο ποδόσφαιρο δεν είναι το πρόβλημα. Είναι συμπτώματα του προβλήματος. Αν όμως επιμένουμε να εστιάζουμε στα συμπτώματα δεν θα διατυπώσουμε ποτέ το ίδιο το πρόβλημα. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Αν υπήρχε ισονομία και εμπιστοσύνη μεταξύ των ομάδων τότε δε θα συζητούσαμε για κανένα πρόβλημα. Δεν θα υπήρχε καμιά αμφισβήτηση για το αποτέλεσμα κανενός αγώνα. Και η βία στα γήπεδα θα περιοριζόταν ραγδαία αν οι φίλαθλοι και οι παράγοντες είχαν πεισθεί ότι το ποδόσφαιρο είναι καθαρό. Και η όποια περιορισμένη βία θα απέμενε θα οφείλονταν σε εξωγενείς παράγοντες κι όχι στην αμφισβήτηση του αγωνιστικού αποτελέσματος. Άρα το πρόβλημα είναι η έλλειψη ισονομίας και εμπιστοσύνης.
Και σ’ έναν ποδοσφαιρικό αγώνα ένα πράγμα μπορεί να κλονίσει την εμπιστοσύνη. Η διαιτησία. Όλα τα άλλα είναι απολύτως δευτερεύοντα. Την εύνοια και τον έλεγχο της διαιτησίας αναζητούν όλοι. Αν όλοι ομόφωνα θεωρούσαν ότι η διαιτησία είναι αδέκαστη, τότε κανείς δε θα μιλούσε για διαφθορά, κανείς δε θα ασχολούνταν με την ΕΠΟ και με εγκληματικές οργανώσεις. Γιατί η διαιτησία είναι το μαλακό υπογάστριο του συστήματος. Από τα σφυρίγματα της γιγαντώθηκε η έλλειψη εμπιστοσύνης και η αντιπαλότητα. Κι όταν εγκατασταθεί η κακοπιστία στο μυαλό μας, τότε είναι εύκολο να κατηγορούνται οι διαιτητές σε κάθε περίπτωση. Ακόμα κι όταν κάνουν ανθρώπινα λάθη. Ακόμα κι όταν δεν κάνουν κανένα λάθος.
Άρα το πρόβλημα είναι η αμφισβήτηση της ισονομίας και η έλλειψη εμπιστοσύνης. Και η κεντρική αιτία του προβλήματος η διαιτησία. Αν έπαυε να υπάρχει αυτή η αιτία κι όλες οι ομάδες είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη στην ακεραιότητα των διαιτητών – άσχετα από τα λάθη τους – τότε ως δια μαγείας θα τελείωναν και οι εμπρηστικές δηλώσεις των παραγόντων. Και τα ΜΜΕ δεν θα έχυναν τόνους μελάνι για να στηλιτεύσουν τη διαφθορά, αλλά θα αφιέρωναν επιτέλους τη γραφίδα τους αποκλειστικά στο αγωνιστικό κομμάτι. Και τότε θα μπορούσαν να παρακολουθούν όλα τα ματς φίλαθλοι και των δύο ομάδων και η αντιπαλότητα τους θα ήταν σαν εκείνη των οπαδών της Γιουνάιτεντ και της Λίβερπουλ όταν βλέπουν ένα αγώνα των ομάδων τους στο «Θέατρο των ονείρων», στο ιστορικό Ολντ Τράφορντ. Και τότε θα ήταν πολύ πιο εύκολο να αντιμετωπιστεί κι ότι απέμενε από τη βία. Γιατί κανείς δε θα είχε κίνητρο ή συμφέρον να τη μεταφέρει στα γήπεδα.
Πάντα όμως αδυνατούμε να εντοπίσουμε την αιχμή των προβλημάτων και βολοδέρνουμε σ’ ένα χυλό, όπου έχουμε ανακατέψει μόνο τα συμπτώματα και όλα μαζί. Ακόμα και η διαιτησία ένα σύμπτωμα είναι στο μυαλό μας κι όχι η αιτία. Κι αυτός ο χυλός γίνεται απεχθής και τροφοδοτεί μόνο τα ηθικά μας αντανακλαστικά. Κι έτσι παύουμε να ασχολούμαστε με το πρόβλημα κι όλα γίνονται θέματα ηθικής τάξης. Κι έτσι γεμίσαμε με σταυροφόρους-απελευθερωτές, στήνουμε και πάλι την Ιερά Εξέταση, σε μια εκπολιτισμένη χειροποίητη μορφή και αναβιώνουμε ότι συνέβαινε στην άγρια δύση, δυτικά του Πέκος. Προσπαθούμε να κρεμάσουμε τους ενόχους πριν τη δίκη. Κι ας μη ξεχνάμε ότι η διπλανή πόρτα της ηθικής ανήκει στην ηθικολογία.
Κι όταν δεν αποτιμάς το πρόβλημα με ευθυκρισία, τότε είναι εύκολο να πάρεις τον λάθος δρόμο. Κι έτσι η άλωση της ΕΠΟ έγινε στο μυαλό μας και η λύση του προβλήματος. Γιατί όλοι πια πιστεύουν ακράδαντα ότι όλο το σύστημα της διαφθοράς εδράζεται στην ΕΠΟ. Γιατί αυτή έχει στην ιδιοκτησία της το μήλο της έριδος, δηλαδή τη διαιτησία. Αυτή καταρτίζει τους πίνακες και ορίζει τους διαιτητές. Την ίδια ώρα ο συνεταιρισμός της super league έχει τελματωθεί μες στην αντιπαλότητα και στην καχυποψία. Στην ουσία δεν είναι συνεταιρισμός, αλλά μια αρένα που μυρίζει αίμα κι εκδίκηση. Γι’ αυτή τη παρακμή τα λόγια είναι λίγα, γιατί η στοχοποίηση της ΕΠΟ είναι πιο εύκολη. Και μέσα σ’ αυτό το μπέρδεμα εμφανίζεται μια πολιτική εξουσία με έφεση στα ηθικά πλεονεκτήματα. Κι έτσι θα δέσει το γλυκό. Μακριά από την ουσία του προβλήματος και με τις ηθικές προτροπές στο Έβερεστ.
Κι από τα σπλάχνα αυτής της πολιτικής εξουσίας εμφανίζεται ένας υπουργός που διαλαλεί ως πραμάτεια του την άχραντη εντιμότητα. Και μ’ αυτή την εγγύηση πιστεύει ότι μπορεί να είναι ο τελικός κριτής των πάντων. Ψηφίζει νόμους που του δίνουν το δικαίωμα να επεμβαίνει. Χάριν της ηθικής ακεραιότητας περιφρονεί όλους τους διεθνείς κανόνες. Του διαφεύγει όμως το αμείλικτο γεγονός ότι είναι προσωρινός σ’ αυτή τη θέση. Γιατί ας υποθέσουμε ότι είναι ο πιο έντιμος άνθρωπος του κόσμου. Κι εμείς όλοι αποφασίζουμε να αφήσουμε στα χέρια του έντιμου αυτού πολιτικού τη κάθαρση του ποδοσφαίρου. Τι θα γινόταν όμως όταν αυτός θα έφευγε; Κι αν ο διάδοχος του δεν ήταν και τόσο έντιμος τι θα γινόταν με τους επεμβατικούς νόμους που θα μας άφηνε παρακαταθήκη; Γιατί στις δημοκρατίες δεν έχουμε μόνιμους υπουργούς όσο έντιμοι κι αν είναι. Όλα αυτά δεν τα σκέφτεται ο άσπιλος υπουργός και κρατώντας τη ρομφαία του τιμωρού, σαν άλλος Αη-Γιώργης, αποφάσισε να σκοτώσει το δράκο, δηλαδή την ΕΠΟ, πιστεύοντας ότι αυτή και μόνο οδήγησε το ποδόσφαιρο σ’ αυτή τη παρακμή. Κι όλοι εμείς τον χειροκροτούμε για το θάρρος και την αποφασιστικότητα του. Γιατί έχουμε το νου μας στο δίκιο που μας πνίγει κι όχι το πώς να λύσουμε το πρόβλημα.
Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει ο άσπιλος υπουργός; Θα μπορούσε ν’ αφήσει τη ρομφαία στο κομοδίνο και να ασχοληθεί με το πρόβλημα. Κι αφού το πρόβλημα δε μπορεί να το λύσει η τσακωμένη super league, θα μπορούσε να δουλέψει σιωπηλά και αποκλειστικά για το πώς θα φτιάχνονταν πίνακες διαιτητών αποδεκτοί από όλες τις ομάδες. Να έλυνε τον τρόπο ορισμού των διαιτητών πάλι με τη σύμφωνη γνώμη όλων των ομάδων. Κι αν δημιουργούσε ένα κλίμα εμπιστοσύνης και σύμπνοιας ανάμεσα στις ομάδες, τότε καμιά ΕΠΟ δεν θα σήκωνε ανάστημα. Αυτή τη δουλειά έπρεπε να κάνει ο υπουργός, με καθαρό μυαλό και λίγα λόγια. Γιατί αυτή είναι η δουλειά της εκτελεστικής εξουσίας. Να λύνει προβλήματα υπηρετώντας τους πολίτες. Κι ας μην παραβλέπουμε ότι αν ομονοήσουν οι ομάδες στο θέμα της διαιτησίας, τότε θα έχει αυτόματα λυθεί και το πρόβλημα της βίας στο μεγαλύτερο μέρος της. Ο υπουργός όμως προτιμάει να νομοθετεί και να δίνει εξουσίες στον εαυτό του. Με την τραγική ψευδαίσθηση ότι έτσι θα λύσει από μόνος του τα προβλήματα διαφθοράς και κακοπιστίας που ταλανίζουν το ποδόσφαιρο.
Και στο τέλος τι κατάφερε; Να οδηγήσει το ποδόσφαιρο ένα βήμα πριν το grexit. Αντί να λύσει το πρόβλημα βοήθησε να επεκταθεί σα λιμός η σύγχυση. Γιατί τώρα όλοι λένε ότι δε θέλουνε το grexit κι όλοι πάλι λένε ότι συμφωνούν με όλες ακριβώς τις ενέργειες που οδηγούν στο grexit. Και να που η ιστορία μοιάζει με το μεγάλο grexit. Με αυτό που κινδυνέψαμε ουκ ολίγες φορές στα χρόνια της κρίσης. Και που σήμερα ακόμα πάρα πολλοί συμπολίτες μας το βλέπουν σα μια βολική διέξοδο για τα βάσανα μας. Ίσως το μικρό το grexit, αυτό του ποδοσφαίρου – αν τελικά προκύψει – να μας δώσει να καταλάβουμε το μέγεθος της καταστροφής. Να καταλάβουμε επιτέλους πόσο πικρό είναι το φρούτο της απομόνωσης. Και τότε θα δούμε να ξεχνιούνται τα όμορφα τα λόγια τα μεγάλα. Κι ο ένας θα ρίχνει τις ευθύνες στον άλλον. Κι όλα αυτά γιατί έχουμε μάθει να μας εμπνέουν μεγάλοι αγώνες για κάποιο αόριστο δίκιο, αντί να μας εμπνέει η ταπεινή λύση ενός προβλήματος.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr