Ανοιχτή πόρτα

Ας έρθουμε στα δικά μας…, του Κωστή Α. Μακρή

Spread the love

 

Kostis A. Makris

 

   Κωστής Α. Μακρής

 

 

Βλέπω πλάνα από βομβαρδισμούς στη Συρία. Τρομοκρατικές επιθέσεις. Εικόνες και βίντεο από πλημμύρες, πυρκαγιές. Επιδείξεις μόδας. Διασώσεις θαλασσοπνιγμένων προσφύγων.

Συναντήσεις και δηλώσεις πολιτικών από άλλες χώρες. Κάποια καλλίγραμμη κυρία του διεθνούς σταρ σίστεμ. Κάποιο παλικάρι με σημαντικές αθλητικές επιδόσεις. Μερικά διεθνή περίεργα. Τη θηριώδη έπαυλη κάποιου αηδιαστικά πλούσιου.

Και μετά…

Μετά ακούω τον εκφωνητή ή την εκφωνήτρια να λέει:

― Ας έρθουμε τώρα πίσω στα δικά μας…

Και λέγοντας «δικά μας», ξέρω ότι εννοεί αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα.

Πίσω στα δικά μας, λοιπόν. Και «δικά μας» και «πίσω».

Γιατί; Τα άλλα δεν είναι δικά μας; Είναι «ξένα»; Είναι μπροστά; Πόσο μπροστά;

Και γιατί τρώνε τόσο χρόνο στις «δικές μας» ειδήσεις;

Είναι όμως όντως «ξένα»; Και πόσο ξένα είναι;

Είναι ξένα τα προβλήματα που γεννάει ο πόλεμος; Ακόμα κι αν είναι μακριά από το σπίτι μου.

Είναι ξένα τα προβλήματα που γεννάει η φτώχεια σε άλλα κράτη; Παρόμοια με τα δικά μας είναι.

Είναι ξένο το κλάμα ή η απόλυτη σιωπή ενός παιδιού που ατενίζει με παγωμένα κι ορθάνοιχτα μάτια έναν ατέλειωτο εφιάλτη χωρίς να είναι σε θέση να εξηγήσει ούτε τις απαρχές αυτού του εφιάλτη αλλά ούτε και τα πολιτικά, θρησκευτικά και οικονομικά προβλήματα που τον γέννησαν;

Πόσο ξένος είναι ο πόνος όταν αγγίζει την πόρτα σου; Πόσο ξένος είσαι εσύ στον πόνο του άλλου όταν μπορείς λίγο να τον απαλύνεις;

Ακούγονται συναισθηματικά ή «ρομαντικά» αυτά που γράφω;

Πιστεύετε ότι δεν είναι «δικά μας»;

Πιστεύετε ότι «δικά μας» είναι μόνο οι συντάξεις, ο ΕΝΦΙΑ, το ΕΚΑΣ, οι λαθρέμποροι και οι φοροφυγάδες, οι «μπαχαλάκηδε», η ανεργία, οι άστεγοι, τα τηλεοπτικά κανάλια και το μνημόνιο;

Ή οι αλληλοκατηγορίες των πολιτικών αρχηγών, οι αμετροέπειες πολιτικάντηδων, οι αγένειες αυλοκολάκων, οι κορδακισμοί μειρακίων του διαδικτύου, δηλώσεις αρχηγίσκων ληγμένων γκρουπούσκουλων και των πάσης φύσεως άλλων πολιτευτών;

Πιστεύετε ότι μπορεί να αλλάξει η οικονομική μας κατάσταση, η πολιτική μας κατάσταση, η κατάσταση στην παιδεία μας, στην αγροτική οικονομία, στην επιχειρηματικότητα και σε όλους τους τομείς της Εθνικής και Κρατικής μας υπόστασης αν δεν προχωρήσουμε σε βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις στον τρόπο που σκεφτόμαστε για τη χώρα μας σε σχέση με την Ευρώπη, τα υπόλοιπα κράτη και όλο τον πλανήτη;

Πιστεύετε ότι με το να ομφαλοσκοπούμε αμεταρρυθμίστως και αυτοϊκανοποιούμενοι μπορούμε να κάνουμε κάτι, οτιδήποτε, για το καλό του τόπου μας;

Πιστεύετε ότι θα είμαστε πιο ισχυροί αν δεν αλλάξουμε τίποτα στον τρόπο που σκεφτόμαστε και στον τρόπο που πράττουμε;

Πιστεύετε ότι θα συνομωτήσει κανένα σύμπαν να μας βοηθήσει όταν το μόνο που θέλουμε είναι να μην επεμβαίνει κανένας «ξένος» στα «δικά μας»; Όταν αποδεικνύουμε καθημερινά την ανικανότητά μας να σκεφτόμαστε και να διαλεγόμαστε μεταξύ μας ως πολίτες μια δημοκρατίας για την οποία το μόνο που ξέρουμε να κάνουμε είναι να βαυκαλιζόμαστε ότι είμαστε οι εφευρέτες αυτής; Όταν είμαστε ανίκανοι να αποδεχτούμε και να διδαχτούμε από το ―ολόδικό μας!― «έτερος εξ ετέρου σοφός»;

Πιστεύετε ότι είμαστε άξιοι να σώσουμε τον εαυτό μας όταν ούτε ένα προσφυγόπουλο δεν είμαστε σε θέση να φιλοξενήσουμε στο σχολείο που πηγαίνουν τα παιδιά μας;

Από φόβο, από προκατάληψη, από άγνοια ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο.

Δεν θα μιλήσω ούτε για ρατσισμό ούτε για ξενοφοβία. Η αφορμή γι’ αυτό το γραφτό ήταν μια λανθασμένη ―κατά τη γνώμη μου― (επικοινωνιακά τουλάχιστον) απόφαση ενός συλλόγου γονέων και κηδεμόνων σε μια προσφυγούπολη με όμορφο όνομα: Το Ωραιόκαστρο.
Πόντιοι πρόσφυγες το έστησαν.

Από τα χωριά της επαρχίας Αργυρούπολης, Μούζαινα Τσιμερά, Χατς, Άγιος Φωκάς, Κρώμνη, Σούρμενα, Σίστε, Λωρία και από τα χωριά της Ματσούκας (πληροφορίες από την ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ).

Πρόσφυγες. Από το 1922 μέχρι το 1930.

Και εκατό χρόνια μετά;

Ο φόβος… Παρών, λερωμένος και αξύριστος.

Αλήθεια… Ποιος φόβος; Της φυματίωσης; Της απουσίας εμβολίων;

Ή του «ξένου» που έρχεται να ανακατευτεί με τα «δικά μας»;

Δεν μου αρέσει να γενικεύω και το ξαναλέω: δεν χαρίζω συμπολίτες μου στον ρατσισμό, τον φασισμό και την ξενοφοβία έτσι, αβασάνιστα. Γιατί μόνο τους ακραίους ωφελεί αυτό.

Αλλά ξαναρωτάω: Ποια είναι τα δικά μας; Ποια είναι τα ξένα;

Δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω τις ειδήσεις σαν να ζω έξω από τον πλανήτη μας ή μέσα σ’ ένα ασφαλές καταφύγιο άγνοιας, αναλγησίας και ευμάρειας.

Νιώθω να με αφορούν όλα όσα συμβαίνουν σ’ αυτόν.

Σίγουρα ο εαυτός μου, η οικογένειά μου, η γειτονιά μου, η πατρίδα μου, η γλώσσα μου, η Ευρώπη μου, είναι σφαίρες ομόκεντρες και ό,τι είναι πιο κοντά μου μοιάζει πιο «δικό μου».

Πρώτα το φαγητό της οικογένειάς μου. Πρώτα θα πληρώσω τα κοινόχρηστα. Πρώτα θα κάνω ό,τι μπορώ για τους δικούς μου, την οικογένειά μου…

Ναι, ξέρω ότι αντιφάσκω κάπως τώρα αλλά κανενός ο πονόδοντος δεν πονάει όσο ο δικός μου. Το ξέρω…

Αλλά από την άλλη μεριά, δεν μπορώ και να κλείνω τα μάτια.

Δεν ζω στην εποχή ούτε του Ερατοσθένη ούτε του Ιουλίου Βερν.

Επικοινωνώ σε πραγματικό χρόνο με φίλους και συγγενείς στον Καναδά, στην Αυστραλία, σε χώρες της Ευρώπης.

Όποτε γίνονται επεισόδια στην Αθήνα, έρχονται μηνύματα: «Καλά είσαστε;»

«Καλά είμαστε», απαντάω.

Γίνεται σεισμός στην Ιταλία, «Καλά είσαστε;» ρωτούν από Αυστραλία.

Σήμερα, Σεπτέμβριο του 2016, αν δεν δούμε την ανθρωπότητα σαν το μεγάλο σόι μας, δεν έχουμε λόγο ύπαρξης. Αυτό σημαίνει ότι θα φροντίσω να μη λείψουν τα ουσιώδη από την οικογένειά μου αλλά ένα κάποιο περίσσευμα μπορώ να εξοικονομήσω για τους πιο στερημένους. Μπορώ να μην αγοράσω προϊόν που στοιχίζει στο περιβάλλον. Μπορώ να μην αγοράσω ένα προϊόν που φτάνει φτηνό σε μένα επειδή κάποιοι έχουν εκμεταλλευτεί την παιδική εργασία ή τη σκλαβιά κάποιου συνανθρώπου μου στην άλλη άκρη του πλανήτη.

Μπορώ να έχω πληροφορίες για όλα αυτά. Και δεν μπορώ να κάνω τον αδιάφορο.

Κι αν δω ―συγγραφική αδεία― τον εαυτό μου σαν εξωγήινο (προερχόμενο από κάποιον πολύ πιο προηγμένο πολιτισμό) που έρχεται στη Γη, κι έβλεπα όλο αυτό το ανθρώπινο τσιμπουρομάνι, τους μυρμηγκολαούς, του ψειρολαούς στο κεφάλι της Γης, που αλληλοτρώγονται, που αποκεφαλίζουν, που λερώνουν θάλασσες και ποτάμια για μερικά εκατομμύρια στο λαιμό μιας όμορφης γκόμενας ή για ένα πανάκριβο αμάξι κάποιου λεχρίτη, δεν θα είχα καμιά λύπηση γι’ αυτό το παρασιτικό είδος που έχει κάνει κατάληψη σ’ αυτόν τον όμορφο πλανήτη.

Ας έρθουμε λοιπόν στα δικά μας… Του ανθρώπινου είδους εννοώ.

Γύρω στο 2050 ο παγκόσμιος πληθυσμός (με τις σημερινές εκτιμήσεις) ίσως ξεπεράσει τα εννέα δισεκατομμύρια. Εναλλακτικά σενάρια προβλέπουν από 7,5 έως 10,6 δισεκατομμύρια.
Ποιες θα είναι τότε οι «δικές μας» ειδήσεις;

Τι πρέπει και τι μπορούμε να κάνουμε μέσα σε 34 χρόνια;

Νομίζω ότι δεν έχουμε πολλές επιλογές.

Ή θα «μεταρρυθμιστούμε» ως πολίτες, ως λαός, ως είδος ή…

Το τι θα γίνει δεν μπορώ να το πω. Δεν προφητεύω.

Αφήνω άλλους να προφητεύουν, να τάζουν ψέματα «σωρρό», να χαϊδεύουν αυτιά, να υπόσχονται αλλαγή χωρίς αλλαγές, να οραματίζονται θαύματα.

Αυτό βέβαια δεν με κάνει ούτε πιο απαισιόδοξο ούτε πιο αισιόδοξο απ’ όσο είμαι.

Παραμένω αισιόδοξος.

Και αυτό αποδεικνύεται εύκολα από δύο πράγματα:

1. Προσδοκώ ότι θα υπάρξει αναγνώστρια ή αναγνώστης γι’ αυτά που γράφω

και

2. Ελπίζω ότι θα ζω 34 χρόνια μετά και ο πλανήτης μας θα είναι καλύτερος από σήμερα.

14 Σεπτεμβρίου 2016

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

 

SHARE
RELATED POSTS
Κάθε μέρα μια μικρή ζωή, της Στέλλας Κουτρή
Το μελλοντικό 1821, του Νότη Μαυρουδή
Η πάντα επίκαιρη ανοιχτή επιστολή στην κυρία Μπέττυ Μπαζιάννα, του Μάνου Στεφανίδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.