Ο Δημήτρης Ι. Μπρούχος (1961-2024) είναι ποιητής, στιχουργός. συγγραφέας και Σύμβουλος Επικοινωνίας
Τελικά ως λαός, μάλλον είμαστε τόσο ανασφαλής, που μηρυκάζουμε χρόνια ολόκληρα. Προσεγγίσεις και επαναπροσεγγίσεις, αναλύσεις και κόντρα αναλύσεις, εγχειρήματα προγνωστικών σε στημένο παιχνίδι. Πού στ’ αλήθεια μας ωφελεί; Στο να απενοχοποιήσουμε τον λαθρόνα εαυτό μας που βολεύτηκε κάποτε και πάλι κάποτε ξεβολεύτηκε; Στο να δώσουμε χρόνο στον αντίπαλο να ξαναστηθεί για να μας την ξαναφέρει; Γιατί -ας μη γελιόμαστε-αιώνιοι αντίπαλοι είναι,κάτω από την ίδια σημαία και οι μασώντες και οι μασώμενοι. Κι ας ονειροβατούν σε συντροφικές και συν-αγωνιστικές προσφωνήσεις αβρότητος. Κάθε άλλο παρά τέτοιες είναι.
Τι ωφελούν λοιπόν οι νοητικές ασκήσεις, τη στιγμή που δεν είμαστε έτοιμοι εμείς οι ίδιοι για τη μεγάλη ρήξη; Μόνο και μόνο για να πειστούμε και να πείσουμε ότι «έχουσιν γνώσιν οι φύλακες», τουτέστι ξέρουμε τι μας γίνεται και το αντιμετωπίζουμε ως παρατηρητές ενός σκακιστικού αγώνα, όπου άλλοι είναι οι παίχτες ,ενώ αυτός παίζεται για τη δική μας μοίρα;
Δε λέω, είναι καλό και χρήσιμο και σκόπιμο και ωφέλιμο το να αποτιμούμε τις καταστάσεις. Το να αποδεικνύουμε στη θεωρία, τι πέτυχε, τι απέτυχε, ποιες είναι οι τάσεις της διεθνούς κοινότητας και ποιές οι αντίστοιχες αντιμετωπίσεις.
Λαών, που απαρτίζονται από πολίτες εκπαιδευμένους, μυημένους για να μην πω εθισμένους στην πειθαρχία, που το όποιο σύστημα έχουν επιλέξει για τη διακυβέρνησή τους, επιβάλλει. Σε κράτη ευνομούμενα, που είχαν τη μεθοδικότητα, την πρόνοια ίσως να αντιληφθούν το μεγαλείο των εννοιών που διδάχτηκαν από τους Ελληνες και να τις κάνουν στη ζωή τους πράξη. Την ίδια στιγμή, που εμείς ομφαλοσκοπούμε, μαλώνουμε σαν γάιδαροι σε ξένον αχυρώνα, μ άλλα λόγια, γυαλίζουμε τον κώλο μας στον καθρέφτη.
Αυνανιζόμαστε νοητικώς, προσδοκώντας έναν σοσιαλισμό στην παλινόρθωσή του.
Όχι τον υπαρκτό σοσιαλισμό, που οι χώρες στις οποίες εφαρμόστηκε με τη σημερινή τους στάση αποδεικνύουν την πλήρη ανυποστασία της εφαρμογής του μα… τον σοσιαλισμό που πιστέψαμε ως φασόν γκρεκ, που μας βόλεψε-κακά τα ψέμματα- και περάσαμε τόσο καλά, όσο οι βυζαντινοί, τα χρόνια προ της Αλώσεως, που όπως χαρακτηριστικά περιγράφει η λαική μούσα: «…Οι δεσποτάδες νταχτιρντί και γύρω-γύρω όλοι, μπουκάραν οι Οθωμανοί και πήρανε την πόλη».
Ολοι εμείς, οι δεσποτάδες του ΄80 και του ΄90, όταν ο ιστορικός ηγέτης ψυχορραγούσε στα Ωνάσεια και για να μη μείνει ακυβέρνητη η χώρα, οι «συγκλητικοί» άρον-άρον ζητούσαν την παραίτησή του για να μας κατσικώσουν στο σβέρκο τον «εκσυγχρονισμό» με τα μεγαλεία της ρεμούλας του , σε επίπεδο ασυδοσίας στην ακύρωση ιδρυτικών διακηρύξεων και ιδεολογικών στόχων, μέχρι να μας φτάσουν με τους ακολουθήσαντες ημίβλακες στα όρια της οικονομικής, κοινωνικής και ιδεολογικής εξαθλίωσης, για να μας πουλήσουν φτηνά στους πάτρονές τους, έχοντας ή μη εισπράξει εκείνοι τη μερίδα του λέοντος, σε ό,τι κι αν αυτή συνίστατο, εκωφεύσαμε και εθελοτυφλίσαμε.
Κατά τα άλλα, « θεωρία επισκόπου και καρδία μυλωνά» ή όπως λέει πάλι ο σοφός λαός, «άρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες».
Δεν έχω τίποτα απολύτως με τους πολιτικούς αξιολογητές είτε αναλυτές, τουναντίον-το ανέφερα και πιο πάνω-θεωρώ βάλσαμο για την απερίσκεπτη σκέψη του νεο-έλληνα το προιόν του κόπου της προσπάθειάς τους να προσφέρουν ευαισθησία και συνείδηση, ώστε να καλλιεργηθεί επιτέλους η περίφημη «ΕΠΊΓΝΩΣΗ», μπας και λειτουργήσουμε, πριν μας στείλουν αλειτούργητους, καθώς θα απολαμβάνουμε τον εξπρέσσο μας ή τον καπουτσίνο μας (μοναδικές πολυτέλειες που μας απέμειναν), εφησυχασμένοι στη γελοιότητα των διαβεβαιώσεων για καλύτερες μέρες, του μορφώματος των συγκυβερνήσεων, που το μόνο που εξυπηρετούν είναι πρωτίστως προσωπικές φιλοδοξίες και οικουμενικά συμφέροντα (βλέπε ονοματεπώνυμα του χρηματο-πιστωτικού συστήματος).
Απλώς, για μένα είναι αρκετά «πολιτισμένες», σ ένα σύστημα που εξακολουθεί να παραμένει α-πολίτιστο.
Πώς αλλιώς να δικαιολογήσει κανείς την ανοχή στην παρουσία προσώπων που κανονικά θα πρεπε να χουν ξωπεταχτεί με ένα πολύ ηχηρό: ΟΥΟΥΟΥΣΣΣΤΤΤ ! ΚΟΠΡΙΤΕΣ! Και αντ’ αυτού, εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται ως επαίοντες, απολαμβάνοντας την πλήρη αυλοκολακεία και οσφυοκαμψία θλιβερών ανθρωπαρίων.
Μόλις προχθές, στη Ρόδο, δύο βιβλικές κομματικές τιποτο-μορφές, ένας «κουράντε» και ένας «χαριν…», σε ατυπο-τυπικά ή τυπικο-άτυπα ξεχωριστά ανεμομαζώματα, σαν μαλωμένες κούρκες, μίλησαν για συσπείρωση, μίλησαν για ενότητα, ο καθένας βέβαια για το…αφεντικό του.
Ετυχα, αμέριμνος περιπατητής και πολιτικός οφθαλμοπόρνος, να ιδώ συμπεριφορές και να ακούσω άκρες-μέσες και φρίαξα! Δύο αφεντικό-βλαχοι με περισπούδαστο ύφος να αποφαίνονται και από γύρω κάποιοι καλοπροαίρετοι-ρομαντικοί και κάποιοι ψιλο-παραγοντίσκοι, να γυροφέρνουν όπως οι κατσαρίδες τις σακκούλες των σκουπιδιών.
Κι εσείς, γράφετε και σχολιάζετε και αυθυποβάλεστε «πάλι με χρόνια με καιρούς…».
Μάγκες, πάρτε το απόφαση: Αν δεν διαολοστείλετε όλους τους παρείσαχτους στρογγυλοκαθίσαντες σ ένα ιστορικό κόμμα που δεν τους ανήκε και ούτε αυτοί ανήκαν ποτέ σε αυτό (τουλάχιστον ενσυνειδήτως), καθώς το είδαν ως βατήρα για την έξοδό τους από την αφάνεια (α,ρε σοφέ Κατσιφάρα) και για την όποια εξελιξο-ανέλιξή τους, μην περιμένετε θαύματα και νεκραναστάσεις.
ΠΑΡΤΕ ΤΗΝ ΤΥΧΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΑΣ!
Ξεχάστε για λίγο τις διανοουμενιστικο-εξυπναδίστικες διαπιστώσεις κι ανεβείτε στα μετερίζια σας κι ετοιμαστείτε για πλάκωμα.
Αφήστε τα ανδρείκελα στον ψευτοπολιτισμό του καφενέ που τους ισχυροποιεί και τσακίστε με μπουκέτα, αγκωνιές και κλωτσιές στ αρχίδια, όλους αυτούς που λυμαίνονται την εξουσία, αφήνοντας εμάς ιδεολογικά, κομματικά, εν τέλει κυριολεκτικά άστεγους.
Αντί να αναπολούμε κάτι που από μόνο του ποτέ δεν θα ρθει, ας το φέρουμε πίσω όχι άρρωστο ή ημιθανές μα εύρωστο και σε νέες βάσεις.
Όμοια με τότε, που πολιορκούσε τη Νιότη μας και τα όνειρά μας, εμπλουτίζοντάς τα με όραμα.
Δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο! Φτάνει να μεταλλαχτούμε από άβουλοι σκεπτόμενοι υπήκοοι σε μαχητές (καταδρομείς) μη σκεπτόμενους πολίτες.
Ας αποφασίσουμε επιτέλους να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και τις φωνές μας και να βροντήξουμε: «ΚΑΤΩ ΤΙΣ ΛΑΜΠΕΣ ΠΟΥ ΣΚΟΤΙΖΟΥΝ»(Αγία Αλητεία,από τη συλλογή Ωδίνες της Νύχτας,1993).
Οσο για μπροστάρη και για αρχηγό, ε,αυτόν θα τον αναδείξει και θα τον αναγνωρίσει η συλλογική μας συνείδηση, όσο κι ευθύνη.
Καλό βόλι!