Απόψεις

Επέκταση προς τα όπισθεν, οι σωτήρες ανέκαθεν, του Δημήτρη Κατσούλα

Δημήτρης Κατσούλας
Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

 

 

 

 

 

 

 

Δημήτρης Κατσούλας  

 

Σε προηγούμενο σημείωμά μου έκανα λόγο για το ”θέατρο” του σήμερα, όπου όλοι είμαστε επάνω στο σανίδι και με πρωταγωνιστικό ρόλο (όλοι) και που φέρει ως τίτλο ”κατάντια, φτώχεια και ανέχεια”.

Επέρριπτα δε-για το ότι όλοι γίναμε ”πρωταγωνιστές”-τις ευθύνες στην πολιτική ελιτ, και όχι άδικα, η οποία όχι μόνο δεν έχασε ούτε ευρώ από την τσέπη της κατα την διάρκεια της κρίσης, απεναντίας δρομολογούσε τα ”λεφτουδάκια της” προς ξένους παραδείσους.

Βέβαια, τα σπασμένα φορτώθηκαν εις τας πλάτας της αιώνιας καμπούρας μας γιατί ως έχει αποδειχτεί, και γερή είναι και ευκολοφόρτωτη.

Όλα αυτά είχαν ως αφετηρία την μεταπολίτευση και εντεύθεν. Επειδή όμως κατα τη γνώμη μου το έργο το παρουσιάσθηκε μισό, θεώρησα πρέπον και αναγκαίο-και προς αποκατάσταση των πραγμάτων-να ανατρέξουμε πίσω ιστορικά και εν τη γενέσει της Ελληνικής μας Πολιτείας.

Μήπως η τρόϊκα-θεσμοί δεν είναι έργο μόνο του χθες 2010, αλλά αρχίζει από τον 18ο αιώνα;

Μήπως είναι άλλοι(όμοιοί της και αυτοί) που έτρεξαν να πειραματισθούν πάνω σε τούτο το αγνό πλάσμα, το αθώο κορμί της παρθένας κόρης που λέγεται Ελλάδα-πέρα από τις όποιες εσωτερικές μας(;) διαφορές και ευθύνες ”εις θάνατον καταδίκη του Κολοκοτρώνη”- και κατέφθασαν αυτοί οι κύριοι ως επιστήμονες ”ιατροί” για ν’αποκαταστήσουν τα πράγματα,να κάνουν συρραφή του διαρραγέντος παρθενικού υμένος της και να μας βάλουν σε ”τάξη” καθ’ ότι εμείς είχαμε γίνει ”σκορποχώρι”;

Νομίζω ότι ένα τέτοιο ιστόρημα είναι και αυτό της πρώτης τρόϊκας – ναι, ναι – της αντιβασιλείας, που επιτρόπευε τον ανήλικο βασιλιά της Ελλάσας, Όθωνα τον πρώτο. Τρεις βαυαροί ανέλαβαν να μεταρρυθμίσουν την Ελλάδα, ήτοι να την καταστήσουν χώρα ευρωπαϊκή.

Ο βαυαρός Κάρολος Χέυντεκ ήξερε πολύ καλά τα στρατιωτικά πράγματα της ελλάδας από την επανάσταση. Είχε έρθει ως φιλέλληνας, απεσταλμένος του Λουδοβίκου της Βαυαρίας, και μεγάλου φίλου της ελλάδας. Είχε διατελέσει μεταξύ άλλων, και φρούραρχος Ναυπλίου, διοικητής του στρατού, έφυγε όμως το 1829.

Όταν ήρθε ο Όθωνας, γύρισε κι ο Χέυντεκ ως γνώστης της κατάστασης. Είχε όμως περιορισμένες αρμοδιότητες. Ο μέγας κουμανταδόρος ήταν ο κόμης Άρμανσπεργκ, ο σπουδαίος εκείνος ματαρρυθμιστής της Βαυαρικής και Γερμανικής οικονομίας. Απέναντι δε από το υπέροχο μέγαρο που κατοικούσε ο Άρμανσπεργκ, στο Ναύπλιο, έμενε αυτός που θα έπρεπε να κάνει κουμάντο, ο Γεώργιος φον Μάουρερ.

Ο Μάουρερ αναδιοργάνωσε την παιδεία, τα δικαστήρια και τη θρησκεία. Ήταν αυτός που έφερε το κράμα Γαλλικού και Γερμανικού Δικαίου στη χώρα. ‘Εκλεισε τα μοναστήρια, στα οποία κλείνονταν οι έλληνες από συνήθεια, ήδη από τον 13ο αιώνα και την εποχή του Γρηγορίου Παλαμά. Κατέστησε δε την εκκλησία αυτοκέφαλη. Με την παιδεία τα σκάτωσε λιγουλάκι, γιατί άλλαξε την Καποδίστρεια λογική της τεχνικής εκπαίδευσης και καταδίκασε τη χώρα σε 180 χρόνια φιλολογικής δικτατορίας.

Ο μάγκας τώρα ”πρωθυπουργός” Άρμανσπεργκ είχε λιγότερα να καυχηθεί. Δεν κατάφερε να αλλάξει την οικονομία, κρατώντας το κράτος σε συνεχή χρεοκοπία. Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους βρίσκονται σήμερα κάτι ξεσκονισμένοι τόμοι με τα ρουσφέτια του.

Με την παταγώδη εκείνη αποτυχία της πρώτης τρόϊκας καταδικάστηκαν και όλες οι επόμενες. Παντού επικρατεί η επονείδιστη Βαυαροκρατία. Θύμιζαν απόμακρους κυβερνήτες, τη στιγμή που αγωνιστές κατέφευγαν στη ζητιανιά, αγρότες και βιοτέχνες έλιωναν απο φόρους, νέοι επιστήμονες έμπαιναν στην άκρη-είχαν τους δικούς τους-με φράκο και γυαλιά ”φιλοσόφου”.

Δεν είναι μόνο οι έλληνες που ξενιτεύονται και καταφέρνουν τα πάντα, όταν στη μαμά Ελλάδα οι αγκαλιές είναι κλειστές, είναι και οι ξένοι που έρχονται στην Ελλάδα με συστάσεις και παράσημα, με έργα και κατορθώματα βρε αδερφέ, αλλά γρήγορα καταδικάζονται σε μια ατιμαστική τιμωρία. Γιατί στην Ελλάδα ποτέ ο σκοπός μας δεν υπήρξε αληθινός. Ποτέ οι γιατροί δεν προώθησαν την Ιατρική, οι δικηγόροι τη Νομική, οι επιχειρηματίες την Καινοτομία, οι φιλόσοφοι…κρυφτήκαν στα Όνειρά τους.

Όλοι αυτοί ως πρότυπο είχαν τους παπάδες, που μιλώντας και διαμεσολαβώντας-αλλά!-για την αιώνιον ζωήν, διήγον βίον άνετον και παρεμπόδιστον.

Φταίμε εμείς (γιατί και πώς ;), φταίει το κακό το ριζικό μας (να στεκόμαστε και να κλαίμε τη μοίρα μας; Δεν το ασπάζομαι). Κάτι πρέπει να γίνει, κάτι πρέπει ν’ αλλάξει, βουλιάζουμε (ίσως αργά, εγώ λέγω γρήγορα) σταθερά προς τα έγκατα.

…Και πέρασαν, φαντάσου 190 και βάλε χρόνια! Σας φαίνονται όμοιες οι καταστάσεις; Και σε μένα κάπως έτσι μου μοιάζουν οι αφεντάδες-σωτήρες.

SHARE
RELATED POSTS
Παύση Τράπεζας Δωδεκανήσου: πλαγίως ειλημμένη απόφαση ή αναγκαιότητα; Μια εκτίμηση, της Τζίνας Δαβιλά
Προς πανηγυριστές και πανηγυριζόμενους, του Κώστα Ε. Σκανδαλίδη
«Πού πάτε, ρε;» , του Στάθη Παναγιωτόπουλου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.