Μετά την Πλατεία Συντάγματος, περνάμε στο κτήριο της σημερινής Βουλής για να δούμε την αρχή τις χρήσεις και τις μεταμορφώσεις του. Το θέμα είναι και ενδιαφέρον και μεγάλο, γι’ αυτό θα το παρουσιάσω σε ενότητες, για να μην σας κουράσω.
Το εν λόγω κτήριο βρίσκεται στη συμβολή της Λεωφόρου Αμαλίας και Βας. Σοφίας και κατασκευάστηκε ανάμεσα στα 1836-1843, με τις εργασίες διακόσμησης να φτάνουν μέχρι το 1853, πάνω σε σχέδια του Βαυαρού αρχιτέκτονα Φρ. Γκαίρντνερ, για να χρησιμεύσει σαν ανάκτορο-κατοικία του πρώτου βασιλιά της Ελλάδας Όθωνα. Πρόκειται για το μεγαλύτερο νεοκλασσικό κτήριο της Αθήνας.
Το ζήτημα της επιλογής της θέσης ήταν μεγάλο, επειδή όπου και να ανεγείρονταν, αυτομάτως η περιοχή θα αναβαθμιζόταν. Στα σχέδια του Κλεάνθη και Σάουμπερτ είχε επιλεχτεί η Πλατεία Ομονοίας, ο Κλέντσε που τα τροποποίησε διάλεξε τον λόφο του Αγ. Αθανασίου στον Κεραμεικό, ο αδελφός του βασιλιά πρότεινε το λόφο της Ακρόπολης( ευτυχώς ο πατέρας τους, ο Λουδοβίκος επενέβη και ακύρωσε αυτόν τον βανδαλισμός…), ένας άλλος αρχιτέκτονας, ο Γκούτενσον προτιμούσε τον Πειραιά, αλλά απερρίφθη γιατί το άφηνε εκτεθειμένο από την πλευρά της θάλασσας. Ο πατήρ Λουδοβίκος, αποφάσισε να επέμβη δραστικότερα το 1835 και διάλεξε την τελική θέση, αφού ταξίδεψε μέχρι την Αθήνα και είδε τον γύρω χώρο.
Η Πόρτα της Μπουμπουνίστρας ή Μεσογείτικη Πύλη βρισκόταν επί της σημερινής Λεωφ. Αμαλίας, ακριβώς απέναντι από την οδό Όθωνος, και ήταν μία από τις επτά πύλες του τείχους του Χασεκή. Την αποκαλούσαν Μπουμπουνίστρα από τον ήχο της βρύσης που βρισκόταν εκεί και έκανε τρομακτικό θόρυβο. Η βρύση ήταν πέτρινη και αψιδωτή και ο κρουνός της ήταν μαρμάρινος.
Η παράδοση λέει ότι οι Βαυαροί, προκειμένου να διαλέξουν την πιο καλή θέση για τα ανάκτορα, άφησαν σε διάφορα σημεία (Ομόνοια, Κεραμεικός, Πλατεία Συντάγματος κλπ) ένα κομμάτι κρέας. Αυτό που διατηρήθηκε περισσότερο ήταν της Πλατείας Συντάγματος. Μια άλλη εκδοχή στέλνει Βαυαρούς στρατιώτες να κοιμηθούν σε τέσσερα σημεία(Κολωνάκι, Μπουμπουνίστρα, πλατεία Βάθης, Άγιοι Ασώματοι) και επιλέγεται η Μπουμπουνίστρα, επειδή οι στρατιώτες που κοιμήθηκαν εκεί ξύπνησαν με καλύτερη διάθεση.
Σίγουρα, η εκδοχή με τα οικονομικά συμφέροντα είναι μάλλον η επικρατέστερη. Σύμφωνα μ’ αυτή, οι εύποροι Αθηναίοι που κατοικούσαν στην περιοχή, άσκησαν πιέσεις για την τελική επιλογή της θέσης που γειτνίαζε με τα σπίτια τους.
Τον Ιανουάριο του 1836 άρχισαν οι εργασίες διαμόρφωσης του χώρου με τεράστιο κόστος λόγω του κακοτράχαλου εδάφους και των πολλών ρεματιών. Το πρώτο συμβολικό κτύπημα με το σφυρί το έδωσε ο Λουδοβίκος την 26η Ιανουαρίου, παρουσία όλων των Αρχών και των Αθηναίων.
Για την κατασκευή χρησιμοποιήθηκαν πέτρες του Υμηττού, ενώ επαναλειτούργησαν τα λατομεία της Πεντέλης για εξόρυξη μαρμάρου. Οι εργάτες ήταν Έλληνες από τα Επτάνησα, Ιταλοί, Γερμανοί, Έλληνες από τις Κυκλάδες(κυρίως από Νάξο και Σύρο).
Επειδή οι δαπάνες ξεπερνούσαν την ελληνική δυνατότητα, ο Λουδοβίκος πρόσφερε ένα δάνειο 100.000 χρυσών λιρών. Μετά, όμως, από το 1848, όταν ο Λουδοβίκος παραιτήθηκε από το θρόνο της Βαυαρίας, το δάνειο θεωρήθηκε χρέος της Ελλάδας στο βαυαρικό δημόσιο και το ελληνικό δημόσιο υποχρεώθηκε να το αποπληρώσει. Ο Μπίσμαρκ απαίτησε την εξόφληση και η Ελλάδα, αποσκοπώντας στην ένωση της Θεσσαλίας (1881) και έχοντας ανάγκη την γερμανική συγκατάθεση, αναγκάστηκε να συμφωνήσει.
Στη φωτογραφία, τα Παλαιά Ανάκτορα το 1880.