“Έμοιαζε σαν μισογκρεμισμένο σπίτι. Έτσι γερμένος πάνω στο βρώμικο στρώμα. Στο γαριασμένο μαξιλάρι και τα πολυκαιρισμένα σεντόνια. Μουρμουρίζει καπνίζοντας ένα άφιλτρο. Με κόκκινα, θολά μάτια. Αξύριστος χρόνια ίσως. Ένας λογικός τρελός.
«Να παίρνουν τις πέτρες σου, είναι σαν να παίρνουν τα οστά σου. Να χτίζουν πάνω στον τάφο σου. Γι’αυτό θύμωσαν οι θεοί. Γι’αυτό μας άφησαν.», καγχάζει.
«Κι αν δεν υπήρξαν ποτέ;», τον ρωτώ δειλά.
Γελάει βραχνά.
«Είναι τόσο έξυπνοι που αυτό ήθελαν να νομίζουμε. Μας ξεφορτώθηκαν κι ηρέμησαν. Καλά έκαναν.»
Σηκώθηκε τρεκλίζοντας με το τσιγάρο στο ροζιασμένο χέρι του. Πήρε μια σακούλα με άδεια μπουκάλια μπύρας. Θα τα αντάλλαζε με δυο-τρία γεμάτα για να πάει να πιει στον παλιό ναό. Ο ξεχασμένος ιερέας. Ο παλιός πιστός κι ο νέος άπιστος. Πόσο ταιριαστοί είμαστε πια οι δυο μας.
Τοποθεσία Ναός Στειρίτιδας Δήμητρας στην πλαγιά του Ελικώνα, Βοιωτία.
(Δίπλα στο μοναστήρι του Όσιου Λουκά)”
3 Σχόλια
Σας ευχαριστώ και τους δύο. Αλλά μη τα λέτε έτσι, θα τρίζουν τα κόκαλα των συγγραφέων. 🙂
Χρῆστο, οἱ συγγραφεῖς τό ἔχουν αὐτό, χάνονται ὅποτε τούς προκύψει.
Σοφία,
Καταπληκτική φωτογραφία και κείμενο.
Μη χαθείς πάλι!