«Μας αγαπάνε αλλά δεν μας παντρεύονται», έλεγε κάποτε για τα ισχνά εκλογικά ποσοστά του «ΚΚΕ εσωτερικού», ο ιστορικός ηγέτης της Ανανεωτικής Αριστεράς, Λεωνίδας Κύρκος. Μια ρήση που τελικά βρίσκει την διαχρονική της εφαρμογή και στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ.
Σύμφωνα με έρευνα της Public Issue για λογαριασμό της «Εφημερίδας των Συντακτών», ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το δημοφιλέστερο κόμμα, με 37% , δεύτερη τη ΔΗΜΑΡ με 35% και τρίτη τη ΝΔ στο 32%.(σημείωση: η έρευνα ανιχνεύει την δημοφιλία, όχι την πρόθεση ψήφου). Παράλληλα όμως ο Αντώνης Σαμαράς προηγείται του Αλέξη Τσίπρα στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία, καθώς συγκεντρώνει το 40% των προτιμήσεων, έναντι 30% του ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Την ίδια μέρα δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο iefimerida.gr δημοσκόπηση του πανεπιστημίου Μακεδονίας που προκάλεσε αίσθηση, καθώς δείχνει ανατροπή του πολιτικού σκηνικού! Το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη εμφανίζεται ως τρίτη δύναμη με – το θηριώδες για τα δομένα του- ποσοστό 13%(!), ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται με το ισχνό 18,5% και η ΝΔ, σε συνθήκες κατάρρευσης, έπεται με το καχεκτικό 13,5%!
Πολλαπλών αναγνώσεων οι δύο μετρήσεις, η λεπτομερειακή ανάλυσή τους αφορά τους ειδικούς και τα επιτελεία των κομμάτων. Τα γενικά συμπεράσματα ωστόσο συντείνουν στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει την ορμητικότητα που απαιτούν οι καιροί και ο ρόλος τον οποίο φιλοδοξεί να διαδραματίσει στο πολιτικό σκηνικό. Επίσης ο κ. Τσίπρας υπολείπεται του κ. Σαμαρά σε καταλληλότητα πρωθυπουργού.
Στην ελλάδα της πρωθυπουργικής συγκεντρωτικής αντίληψης περί του κυβερνάν, αυτό παραμένει μέγιστο μειονέκτημα – πολύ περισσότερο έχει απέναντί του τον κ. Σαμαρά, ο οποίος δεν έχει πείσει για τις ηγετικές του δυνατότητες. Καβάλησε το αντιμνημονιακό ποτάμι, πηγαινοερχόταν στα Ζάππεια, αράδιαζε αριθμούς και εναλλακτικές λύσεις, που όταν ήρθε στην εξουσία αποδείχτηκαν μαγική εικόνα. Και τώρα , ενόψει εκλογών, ενδύεται τη λεοντή του ανυποχώρητου, ορθώνει το ανάστημά του στην τρόικα, και αναμένει να πιστωθεί τα επικοινωνιακά αποτελέσματα της υποτίθεται ανυποχώρητης στάσης του.
Από την πλευρά του ο κ. Τσίπρας χρεώνεται τις επαμφοτερίζουσες θέσεις του για το μνημόνιο, που τη μια θα το σκίσει, την άλλη θα το αναδιαπραγματευτεί. Επίσης τον εριστικό, επιθετικό του λόγο, με πολλά απαξιωτικά επίθετα για τους αντιπάλους του («κάποιοι είναι λιγότερο έλληνες», «μερκελιστές», κλπ) τον οποίο ο ίδιος θεωρεί ως αγωνιστικό, και ο οποίος απομακρύνει πολλούς μετριοπαθείς πολίτες που θα μπορούσαν να προσβλέψουν στον ΣΥΡΙΖΑ. Κρίνεται επίσης για την έλλειψη επιχειρημάτων και την ευκολία με την οποία υποσχόταν «με ένα νόμο, ένα άρθρο», επαναφορά των μισθών στην προτεραία κατάσταση – κάτι που η κοινή γνώμη φαίνεται ότι αμφισβητεί, δεδομένης της κατάντιας της οικονομίας.
Το Ποτάμι είναι «άγνωστος Χ», στο πολιτικό σκηνικό, και δημιουργεί συνθήκες αναδιάταξής του. Το Ποτάμι είναι καινοφανές ως παρουσία και οργανωτική συγκρότηση, αλλά όχι ως ιδεολογία. Δεν φέρει ιδεολογικά και προγραμματικά …γλαύκα ες Αθήνας. Ωστόσο συνοδεύεται από τρία ισχυρά προτερήματα: Εχει την αχλή του καινούργιου – εξ’ ορισμού και άφθαρτου. Με τις όποιες λύσεις ή «λύσεις», προτείνει, δίνει την αίσθηση ότι αυτές θα είναι το συγκέρασμα της κοινής λογικής του μέσου έλληνα, μακριά από ιδεοληψίες, υστερικότητες, μεγαλοστομίες, δογματικές προσεγγίσεις. Παράλληλα παρουσιάζεται προσηνές στο διάλογο μεταξύ αντιπάλων πολιτικών δυνάμεων, κάτι που γίνεται αποδεκτό σε κόσμο κουρασμένο, καθημαγμένο, ο οποίος έχει πληρώσει και πληρώνει την ασυνεννοησία, το δογματισμό, τις σκιαμαχίες των στρατοπέδων, την ανικανότητα, τους διαχωρισμούς, την έλλειψη ηθικής στην πολιτική ή τον πατροπαράδοτο πληθωρισμό υποσχέσεων.
Σε κάθε περίπτωση αν συνεχιστεί αυτή η δυναμική, το πολιτικό σκηνικό ανασυντίθεται, και η έκβαση των εκλογικών αναμετρήσεων είναι περεταίρω αβέβαια, χωρίς αυτό να είναι απαραιτήτως θετικό. Ο πολυκερματισμός δε είναι ό,τι το καλύτερο σε μια εποχή που χρειάζεται ένας ισχυρός προγραμματισμός, οικονομική στοχοπροσήλωση, και κυβερνήσεις με ενιαία άποψη για την έξοδο από την κρίση. Αλλά αυτό βαρύνει τους παλιούς που απομακρύνουν τους ψηφοφόρους , και όχι τους καινούργιους που τους προσελκύουν.