Πρόσωπα - Αφιερώματα

Ποιος θυμάται τη Μαρίκα Νίνου;, του Γιώργου Αρκουλή

Spread the love

Ο Γιώργος Αρκουλής είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Πρόσφατα βιβλία του: Οι Πανιώνιοι δεν πλήττουν ποτέ-50 χρόνια παρασκήνιο” και “Εθνικός Πειραιώς: Ιστορία γράφουν και οι δεύτεροι”. Το βιβλίο του “Για τον Απόλλωνα που αγαπήσαμε” διατίθεται από το γήπεδο του Ριζούπολης «Γεώργιος Καμάρας», με ευθύνη του ΔΣ του ερασιτέχνη Απόλλωνα, αλλά και από ορισμένα επιλεγμένα βιβλιοπωλεία. Έχει ενταχθεί ως έργο, στο πλαίσιο του εορτασμού μνήμης για τα 100 χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης.

Γιώργος Αρκουλής

Ο σημαντικός Πειραιώτης συνθέτης Δήμος Μούτσης, αναφερόμενος, κάποτε,   στους κορυφαίους του ελληνικού τραγουδιού, είχε επισημάνει σε δημοσιογράφο: 

«Φίλε μου, οι μεγαλύτερες φωνές είναι ο Μπιθικώτσης και η Μπέλλου».

Και στους δύο είχε εμπιστευτεί συνθέσεις του, οι οποίες έγιναν πολύ μεγάλες επιτυχίες, που ακόμη και σήμερα ακούγονται και  συγκλονίζουν: «Μέσα απ΄ το παλιό μου σπίτι»  , «Αύριο πάλι» – «Δεν λες κουβέντα», «Νταλίκα». Θεωρώ σχεδόν βέβαιο ότι ο Μούτσης (γενν. 1938) θα είχε προσθέσει στην άποψή του (και φυσικά θα είχε συνεργαστεί)  μία ακόμη φωνή, που η ταπεινότητά μου θεωρεί ως την συγκλονιστικότερη από καταβολής ελληνικού τραγουδιού. Την Ευαγγελία Αταμιάν, γνωστή ως Μαρίκα Νίνου. 

Όταν η Νίνου έφευγε από τη ζωή τον Φεβρουάριο του 1957 σε ηλικία μόλις 35 ετών, ο μετέπειτα μέγας συνθέτης Σταύρος Ξαρχάκος (1939) ήταν μόλις 18 χρόνων, και λάτρευε τον Μάρκο και την συντεχνία . Ποιος ξέρει πόσες επιτυχίες του θα είχε μπολιάσει με το ταλέντο της Νίνου αν εκείνη ζούσε… ‘Οσο για τον μέγιστο όλων της σύνθεσης, του ταλέντου και του λόγου, τον Μάνο Χατζιδάκι (1925-1994), αυτόν που στήριξε με πάθος το ρεμπέτικο και τους ρεμπέτες, δεν δίστασε το 1974 να αφιερώσει δίσκο του («Τα πέριξ») στην Νίνου, γράφοντας στο εξώφυλλο: 

«Όλη η εργασία αυτή αφιερώνεται στη μνήμη της ανεπανάληπτης Μαρίκας Νίνου, που δίχως να το ξέρει, με το μαχαίρι της φωνής της, χάραξε μέσα μας βαθιά τα ονόματα θεών της ταπείνωσης και της βυζαντινής παρακμής».

‘Όταν, γενικά,  εξέφραζε άποψη ο Χατζιδάκις μόνο τυχαίο γεγονός δεν ήταν. Από τη νεαρή ηλικία του, έχει καταγραφεί από τους βιογράφους του, ότι συχνά, πήγαινε στο κέντρο της οδού Αχαρνών 77, στου «Τζίμη του Χοντρού», καθόταν σιωπηλός σε μιαν άκρη, πίνοντας το ποτό του, μόνο και μόνο για να ακούσει την Νίνου σε τραγούδια του Τσιτσάνη. Κάποια στιγμή έφευγε διακριτικά, μαγεμένος από το ταλέντο των πρωταγωνιστών και τα λαϊκά διαμάντια  του προγράμματος. 

Αλλαγή μοτίβου…

Θέλοντας να ψάξω λίγο την καριέρα της Μαρίκας Νίνου -πέρα από τα γνωστά στοιχεία που γνωρίζουμε από δημοσιεύματα, βιογραφίες, αλλά και το εξαιρετικό φιλμ των Κώστα Φέρρη,  Σταύρου Ξαρχάκου, Νίκου Γκάτσου «Ρεμπέτικο», ανακάλυψα ένα πολυσέλιδο αφιέρωμα στο Διαδίκτυο με θέμα «Μπουζούκι και μπουζουξήδες», και βρήκα  πλούσια στοιχεία από δύο ιστορικά μαγαζιά της Νίκαιας,  «Περιβόλας» και «Κεφάλας», από τα οποία τις δεκαετίες του 1950-60, πέρασε ολόκληρο το λαϊκό τραγούδι. Το αφιέρωμα συνοδευόταν από 117 φωτογραφίες όλων των συνθετών, τραγουδιστών και μουσικών που έφτιαξαν τις καριέρες τους στο λαϊκό τραγούδι. Κι’ όμως, μια μορφή που συγκλόνιζε τα πρώτα χρόνια του ’50, απουσίαζε. Δεν βρήκα  έστω μια φωτογραφία τής γεννημένης το 1922 μέσα στο πλοίο (!) που έφερνε την οικογένειά της από την Σμύρνη στον Πειραιά,  Μαρίκας Νίνου. Γιατί άραγε; Πόσο αδικημένη υπήρξε αυτή η μεγάλη τραγουδίστρια; Πόση ατυχία συνόδευε το πεπρωμένο της; Πόσο άδικα την χτύπησε η αρρώστια με το που έκλεισε μόλις τα τριάντα της χρόνια; Η κλάση της μπορούσε να συγκριθεί μόνο με τους συνομηλίκους της Γρηγόρη Μπιθικώτση (1921), Σωτηρία Μπέλλου (1922), αλλά και Στέλλα Χασκίλ (1918). Από αυτή την τετράδα, δύο τα κατάφεραν, εξακολουθούν στις μέρες μας να ακούγονται και να συγκλονίζουν. Την Χασκίλ (που έφυγε από την ζωή -κι’ αυτή πρόωρα- στα 36 της, το 1954) την βρίσκουμε μόνο στα βιβλία του Φοίβου Οικονομίδη και του Θωμά Κοροβίνη και την Νίνου στις…επανεκτελέσεις που με μεγάλη σπουδή (για μένα ασέβεια…) τα μουσικά ραδιόφωνα παίζουν συχνά, αγνοώντας βασανιστικά τις ορίτζιναλ εκτελέσεις. Έχω κατά νου δύο εμβληματικά τραγούδια της Νίνου, το «Τι σήμερα, τι αύριο τι τώρα» του Τσιτσάνη, που τραγούδησε σπαρακτικά με την ψυχή της διαλυμένη, (αφού είχε καταλάβει  ότι αυτό το τραγούδι σήμαινε  το τέλος της σχέσης της με τον Τρικαλινό δημιουργό), και το «Γιατί άλλαξες, γιατί» του Πειραιώτη ρεμπέτη Στέλιου Κερομύτη σε στίχους του Κώστα Μάνεση. Και τα δύο σπουδαία τραγούδια επιχείρησε -το αν έπρεπε να το κάνει ή όχι δεν θα το κρίνω εγώ- η πολύ ταλαντούχα Πειραιώτισσα Ελευθερία Αρβανιτάκη. Πολύ καλή και συμπαθής, αλλά απέναντι στο έπος που μας άφησε η Νίνου με το «Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα», δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι  το πλησίασε  ερμηνευτικά. Ξέρετε γιατί; Διότι η Νίνου έβαλε στη φωνή της -ελάχιστο καιρό πριν πεθάνει- ατόφια τη μίζερη ζωή της, τον Γολγοθά της και τελικά την μοίρα που έμελλε να την «σταυρώσει».

Η Μαρίκα Νίνου έφυγε από την ζωή σαν σήμερα  23 Φεβρουαρίου του 1957. Μέχρι και πριν λίγες εβδομάδες, από το τέλος, ανέβαινε στο πάλκο του «Περιβόλα» με το συγκρότημα του Γιάννη Παπαϊωάννου, για το πενιχρό μεροκάματο που ήταν απαραίτητο για να μπορεί να αγοράζει τα πανάκριβα φάρμακα.   

ΥΓ: Εδώ και μέρες, αναρωτιέμαι αν κάποιο από τα τρία γνωστά «μουσικά ραδιόφωνα» της Αθήνας, που προσφέρουν ΜΟΝΟ ελληνικά κομμάτια, θα θυμηθούν την σπουδαιότερη λαϊκή φωνή  του 20ού αιώνα. Και δείχνοντας ευαισθησία και σεβασμό, θα εντάξουν στην λίστα τους ένα – δυο κομμάτια της θρυλικής Ευαγγελίας Αταμιάν, από τα αριστουργήματα που μας χάρισε η φωνή της, στα ελάχιστα χρόνια που έζησε μέσα σε καταιγίδα από βάσανα και πόνο.

SHARE
RELATED POSTS
Απλά, Γλέζος, του Νότη Μαυρουδή
Το χαμόγελο της Κατερίνας, του Γιώργου Αρκουλή
Όταν σταμάτησε ο χρόνος, του Αλέξανδρου Μπέμπη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.