Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Το καφενείο του Μανιάτη, του Γιάννη Παπαϊωάννου

Spread the love

Γιάννης Παπαϊωάννου 

Δεν θα έχω κλείσει τα 12. Από τότε έβλεπα και άκουγα ”Πίσω από το τζάμι.”

Έβλεπα τις στέκες και άκουγα τις μπίλιες…

Στη Ριζούπολη εκεί που γεννήθηκα και μεγάλωσα κοντά στις γραμμές του τρένου για την Κηφισιά και δίπλα στο γήπεδο του Απόλλωνα υπήρχαν μικρά μαγαζιά. [Εμπορικά κέντρα τα λέμε τώρα]. Το μανάβικο του Κανατάκη,το ραφείο του Μιχάλη Κουκουράκη [Ακόμα τον θυμάμαι με τη μεζούρα στον λαιμό και τις καρφίτσες στο μπράτσο], το χασάπικο του Γιώργου και Μιχάλη [ο Γιώργος είχε μια μηχανή HOREX και ο Μιχάλης μια BSA 500αρα πράσινη που έβαζε στοίχημα με BMW R 51 ποιος θα πάει πιο γρήγορα από το Φάληρο μέχρι την Βουλιαγμένη και πάντοτε τους έπαιρνε τα λεφτά], ένα μπακάλικο, ένα τσαγκάρικο, ένα ψιλικατζίδικο [παλιό κτίσμα με τσίγκους στη σκεπή που υπάρχει ακόμα], το κουρείο του Αγαπητού που δούλευα ξεσκονίζοντας τους πελάτες μετά το κούρεμα και ξύρισμα για το πενηνταράκι και τα Σάββατα άντε δραχμή, το μηχανουργείο του Μπάφη και δυο καφενεία. Του Σαλταγιάννη που σύχναζαν οι πιο μεγάλοι και απέναντι οι πιο νέοι στου Παναγιώτη Γεωργοπαπαδάκου [Μανιάτη τον φώναζαν γιατί η καταγωγή του ήταν κάτω από το αυλάκι].

Το υπόγειο του μαγαζιού ο Μανιάτης το είχε νοικιάσει για γραφείο στην ποδοσφαιρική ομάδα Αστραπή Ριζουπόλεως, είχε και ένα ποδοσφαιράκι μέσα [Ταμτούρι το είχαν βαφτίσει, μου το θύμισε ο φίλος Μίμης] και ένα μπιλιάρδο στο ισόγειο. Ήταν φίλος με τον πατέρα μου. Πήγαιναν μαζί στην Columbia και φόρτωνε το Citroen ds 4 βάτραχο που είχε με κούτες που είχαν μέσα δίσκους για να τους πάει στις εταιρείες [ότε όσοι είχαν μεγάλα αυτοκίνητα τα έκαναν φορτοταξί-πειρατικά τα έλεγαν και έβγαζαν μεροκάματο]. Πολλές φορές και πριν παει για την διανομή πέρναγε από το καφενείο και έβλεπα από το τζάμι στο πίσω κάθισμα εξώφυλλα δίσκων.

Στο μηχανουργείο του Μπάφη δούλευε ένας μάστορας [ Μουτζούρη τον φώναζαν γιατί τα χέρια του ήταν πάντα μαύρα ] Στο μεσημεριανό διάλειμμα ερχότανε στο καφενείο με την καρώ κόκκινη μπλε πετσέτα και την καστανιά που είχε το φαγητό του.
Και τώρα αρχίζουν τα ωραία.

Καθάριζε όσο μπορούσε τα χέρια του με ένα στουπί,τσίπαγε λίγο φαγητό και μετά κατευθείαν στο μπιλιάρδο. Όταν έπιανε την στέκα ξέχναγε το φαγητό. Πολλά μεσημέρια και κάθε φορά ερχότανε διαφορετικός παίχτης να παίξουν μπιλιάρδο στοίχημα. Ε…τότε ήταν που το φαγητό έμενε στη μέση. Το στοίχημα ήταν ποιος θα πάρει περισσότερα κορδόνια [20-25 στρογγυλές ροδέλες σένα πίνακα-οι πόντοι που μετράνε στο μπιλιάρδο]. Εάν ξεκίναγε πρώτος σπάνια έχανε την σειρά του. Έβγαζε καλό μεροκάματο και χωρίς να μουτζουρώνει τα χέρια του. Αυτά τα μεσημέρια παρακαλούσα να μην έρθει πελάτης στο κουρείο για να μη χάσω τις μονομαχίες.

Πέρασαν τα χρόνια, χάθηκε ο μουντζούρης μαζί με το μπιλιάρδο, έφυγε ο κυρ-Παναγιώτης, αργότερα ο μπάρμπα-Λιας και εμένα μου έμειναν αυτές οι εικόνες, η μυρωδιά της τσόχας και το λαστιχένιο χτύπημα της στέκας στο πάτωμα.

Υγ1ο: Πού να βρεις τώρα χώρο να βλέπεις τον Μίμη να παίζει ποδοσφαιράκι με τον Φάντροκ, τον Χρήστο φλιπεράκι, τον Γιάννη με μένα μπιλιάρδο και στην γωνιά το AMI να παίζει το ”Ισως αύριο” με τον Στέλιο και Whole Lotta Love με τους Led Zeppelin.

Υγ 2ο: Προσέξτε σας παρακαλώ την εισαγωγή στο Ίσως αύριο. Παίζει ένας από τους μεγαλύτερους μπουζουκτσήδες. Ο Στέλιος Μακρυδάκης.

Υγ 3ο: Ποιος θα φανταζότανε ότι μετά από 50 χρόνια θα γνώριζα έναν πραγματικό Μανιάτη με καταγωγή όμως την Μύκονο.[Γεια σου Δημήτρη]

 

317582483_ed2d260957.jpg

 

46DSC01000.JPG

2_galiko.jpg

 

SHARE
RELATED POSTS
Εγώ, ο Μέσος Αναγνώστης, της Πόλυ Μηλιώρη
Συνοικία το όνειρο, 2020, του Νίκου Βασιλειάδη
Ο «θίασος» συμπληρώθηκε…, του Γιώργου Αρκουλή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.