Ο Χρήστος Παναγιωτόπουλος μου είναι μια συμπαθής φυσιογνωμία. Από τις πιο συμπαθείς μάλιστα. Διαβάζω αρκετά συχνά τα κείμενά του στην aixmi.gr. Η γραφή του είναι άμεση, χωρίς υπονοούμενα, μαγκιόρικη και μαγκίτικη. Τι εννοώ; Ότι γράφει με μαγκιά, αλλά και με κάποιο τσαμπουκά που του προσδίδει η θέση του, η γνώση του και η πολύχρονη πείρα του.
Δεν κατάφερα να πάω στο βιβλιοπωλείο για να διαβάσω τα ποιήματά του. Το «Αποτύπωμα» εννοώ από τις εκδόσεις Λιβάνη. Και δεν γνωρίζω καν αν θα την αγοράσω, καθώς έχει πέσει τόση αγιαστούρα και τόσο λιβάνισμα που αρχίζω να αμφιβάλλω για το αν είναι ό,τι περιγράφουν. Όχι για την ποιότητα των ποιημάτων του, αλλά για την ένθερμη υποστήριξη τόσων και τόσων που άλλους συμπαθώ, άλλους εκτιμώ, κάποιους (ολίγους) εκτιμώ και αγαπώ, άλλους θαυμάζω, άλλους τους θεωρώ αδιάφορους και άλλους θεωρώ ως κακοκουρδισμένες μαριονέτες. Μα τελικά, πού είναι το γνωστό δηλητήριο που βγαίνει κάθε φορά που υπάρχει κάτι νέο και αξιόλογο; Από πρόσωπο μέχρι γραπτό. Σε νοιώθω τι σκέπτεσαι: εγώ τούτη τη στιγμή ρίχνω δηλητήριο, ε; Λάθος κάνεις. Τον προβληματισμό μου εκφράζω. Μού φαίνεται κομματάκι άκομψο, αλλά και παραπλανητικό έως υποκριτικό, τόσοι σημαντικοί μαζεμένοι να λιβανίζουν μια ποιητική συλλογή, που αφ’ενός είναι το πρώτο δείγμα ενός κατά τ’άλλα πασίγνωστου δημοσιογράφου και αφ’ετέρου αναρωτιέμαι, αν πραγματικά μπορείς τόσο νωρίς να αποτιμήσεις μια ποιητική συλλογή. Η ποίηση είναι πρωτίστως εσωτερικότητα, έχει τόσα νοήματα, που αν δεν την έχεις δουλέψει στο πετσί σου, δεν ξέρεις αν σου κάνει τελικά.
Πραγματικά, σκέπτομαι πόσο στριμμένη είμαι με όσα γράφω. Αλλά από την άλλη (ξανα)αναρωτιέμαι: ένας τόσο έμπειρος και ξύπνιος-καλλιεργημένος-ευαισθητοποιημένος δημοσιογράφος, δεν θα έπρεπε να ανακόψει την φούρια των ανθρώπων που ήξερε εκ των προτέρων ότι θα μιλήσουν τόσο επαινετικά για το έργο του; Δεν βρίσκεται τελικά μέσα στην σοφία του ποιητή να υιοθετεί το «σεμνά και ταπεινά»; Θα μου πεις, πού να το ξέρει. Μα το ‘χουμε δει το έργο κατ’επανάληψη: στις παρουσιάσεις βιβλίων κανείς από τους παρισταμένους δεν λέει αυτό που σκέπτεται, αλλά αυτό που θέλει ο συγγραφέας να ακούσει.
Δεν θέλω να σχολιάσω τον χώρο που πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση. Και σε μένα, αν έδιναν το Μουσείο της Ακρόπολης για να απαγγείλω έστω και έναν στίχο, θα έκανα πιρουέτες από την χαρά μου για την τιμή. Μα, αλήθεια, αν ποτέ γράψω ένα βιβλίο, αντί παρουσίασης, θα καλούσα φίλους για ένα κρασί, άντε και σαμπάνια -αν επιτρέπουν τα οικονομικά μου- και πολύ χορό και τραγούδι. Κι αν εκεί στο τέλος- ξέρεις που όλοι είναι κεφάτοι και «λυμένοι»- αν, λοιπόν, βρεθεί κάποιος να πει κάτι, θα του πω με το δάχτυλο στο στόμα: «σ΄ευχαριστώ για ό,τι δικό μου επιλέγεις να κρατήσεις μέσα σου. Σε παρακαλώ, μη μου το λες. Αγαπάω τις σιωπές».
επικοινωνείστε: gina.iporta@gmail.com
SHARE