Να την χαίρομαι, να μας χαίρετε, γενικώς χαρές να έχουμε και όλα γλυκαμένα! Σήμερα γιορτάζει η μαμά μου, η κυρία Έφη. Κι εγώ σαν πρωτότοκη οφείλω να ηγηθώ του εορτασμού. Είμαι και του μπούρου μπούρου, γνωστό αυτό, αυτή που κατάπιε γλυστρίδα, αυτή που δεν βάζει γλώσσα μέσα, αυτή που έχει ακούσει τα πιο πολλά «σσσσσσ», ε, αυτή είμαι εγώ.
Κι αφού σήμερα γιορτάζει το όνομα της μαμάς μου, δεν θα μπορούσα να μην μοιραστώ την παράξενη ιστορία του. Γιατί η μαμά μου δεν έχει το όνομα καμιάς από τις δύο γιαγιάδες της, όπως θα περίμενε κανείς. Δεν έχει βαφτιστεί Ευθυμία από κάποια αδικοχαμένη θεία, ξαδέρφη, ανιψιά. Δεν την έταξαν στον Άγιο για να ‘χει το όνομά του, δεν γεννήθηκε την μέρα της γιορτής του, ούτε ήρθε ο Άγιος στον ύπνο της γιαγιά μου να της πει: ¨Κορίτσι θε να γεννηθεί και θα΄χει ΄τ΄όνομά μου !».
Για να σας πω την πάσα αλήθεια την μαμά μου δεν την λένε καν Έφη! Εντάξει, έτσι την βάφτισαν, αλλά έτερον εκάτερον. Και όλοι οι δικοί της από τον Βόλο, απ΄όπου και κατάγεται ο παππούς κι από την Λάρισα απ΄όπου κατάγεται η γιαγιά, όλοι μα όλοι σας λέω, δεν την φώναξαν ποτέ με το βαφτιστικό της. Την φώναζαν αλλιώς κι αυτή είναι η ιστορία της.
Γεννήθηκε στον Βόλο, τρίτο παιδί στο σπίτι, μιά τσουμπωτή πανέμορφη μελαχρινούλα, ίδια η μάνα της, η Βασιλική. Τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια, κατάξανθα και γαλανομάτικα, από το σόϊ του παππού Αποστόλη, του Βολιώτη-Σουηδού! Τα μεγαλύτερα πήραν τα ονόματα των δικών τους παππούδων. Παραδοσιακά πράγματα. Εκείνα τα χρόνια Αλέξανδρους, Δανάες, Ιάσονες και Αλκμήνες δεν τις ξέρανε, παρεκτός κι αν έκανε κάποιος 10 παιδιά και είχε κλείσει τα τεφτέρια του με τα σόγια που δεν χαρίζανε κάστανα. Ειδικά τότε. Θα έβγαζες το όνομα του παππού ή της γιαγιάς, άϊντε στο τσακίρ κέφι και καμιάς θείας, όπως στην περίπτωση της μανούλας μου που προοριζόταν να πάρει το όνομας μιάς αγαπημένης θείας, της θείας Καλλιόπης. Μήτε που την ξέρω. Και πώς θα μπορούσα άλλωστε;!
Μεταξύ μας, χίλιες φορές καλύτερα το Έφη, γιατί το πιθανότερο, από Καλλιόπη, να την φώναζαν «Πίτσα»…ζητώ συγνώμη από την Πίτσα Παπαδοπούλου.
Επελέγει ο νονός, επιφανής δημότης Βόλου, κουμπαριά χωρίς διαπροσωπικές σχέσεις, κακή επιλογή, κατ΄εμέ και θα καταλάβετε παρακάτω τί εννοώ.
«Κουμπάρε, το παιδί θα το πούμε Καλλιόπη, εντάξει;»
«Εντάξει κουμπάρε, τα ‘παμε.»
«Τα’ παμε και τα συμφωνήσαμε».
Με το καλό και ραντεβού στης εκκλησιάς την πόρτα κουμπάροι και κουμπάρες με τα καλά τους. Τούλια, δαντέλες και λαμπάδες σε παράταξη κι ο παπάς από αυτούς τους παλιούς που έλεγαν όλα τα λόγια. Δεν πίεζε κι ο χρόνος. Μιάμιση ώρα βάφτιση! Μπαμπάτσικο το μυστήριο!
Κι έρχεται εκείνη η στιγμή που ο παπάς θα ρωτήσει τον νονό: «Και το όνομα αυτής;»
«Ευθυμία» απαντά με καμάρι ο νονός-λαχείο!
Κόκκαλο όλη η εκκλησία….
«Βαφτίζεται η δούλη του Θεού Ευθυμ….»¨
«Στάσου παπά, ποιά Ευθυμία, Καλλιόπη το λέμε το παιδί» άρχισε να φωνάζει ο παππούς, η γιαγιά σωριάστηκε, κάτι θείες παρακείθε ανέβασαν πίεση κι έβγαλαν τις βεντάλιες, ένας μικρός χαμούλης επικράτησε…και κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει τί ακριβώς είχε γίνει. Εντωμεταξύ ο παπάς συνέχιζε κανονικά το μυστήριο και η μικρή -παρ΄ολίγο Καλλιόπη- πλάνταζε στο κλάμα ως όφειλε να πλαντάζει κάθε νεοφώτιστη που σέβεται τον εαυτό της! Ο πατήρ ήταν κάθετος, όποιο όνομα φωνάζει ο νονός, αυτό είναι και δεν αλλάζει. Τελεία και παύλα. Ξεχάστε την Καλλιόπη. Λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Να σας ζήσει η Ευθυμία.
Η εξήγηση ήταν απλούστατη και κανένα μυστήριο τελικά δεν κάλυπτε το κανονικό μυστήριο. Ο πονηρός νονός είχε βρει το μοναδικό παραθυράκι του μυστηρίου που θα του χάριζε την…αιωνιότητα! «Μακάριοι οι πτωχοί…τέκνον μου», θα του έλεγα εγώ.
Γιατί νονά δεν υπήρχε, παιδιά δεν είχε ο επιφανής κι έτσι την ώρα της ονοματοδοσίας βρήκε την χρυσή ευκαιρία να βγάλει το όνομα… της μάνας του! Σατανικό;!
Το μυστήριο ετελέσθη, ο ένας κουμπάρος καμάρωνε, ο άλλος έβγαζε καπνούς, το φονικό απεφεύχθει, οι κουμπάροι δεν ξαναματαϊδώθηκαν, βεντέτα δεν ξέσπασε γιατί ευτυχώς κανείς δεν ήταν από την Μάνη μηδέ κι απ΄τα Σφακιά, αλλά την πλήρωσε η καημένη η νεοφώτιστη, η οποία και άργησε πολύ να εορτάσει το όνομα που την φώναζαν, δεδομένου πως Αγία Μπέμπα δεν υπήρχε!
Ναι, ναι, καλά καταλάβατε, ο παππούς αρνήθηκε να την φωνάξει Ευθυμία και έτσι η μικρούλα ξέμεινε με το ευφάνταστο, αλλά πολύ χαριτωμένο οφείλω να ομολογήσω, «Μπέμπα» όπου της έλαχε να την αποκαλούν ακόμα κι όταν είχε μιαν άλλη μπέμπα στην αγκαλιά της! Εμένα!
Τα χρόνια πέρασαν, η μικρή μεγάλωσε, έγινε κοτζαμάν κοπελάρα, σαν τα κρύα τα νερά, (οι φωτογραφίες δεν ψεύδονται) και δεν ήταν δυνατόν να πηγαίνει γυμνάσιο ως «Μπέμπα»!
Μοιραία το Έφη επιστρατεύτηκε, ειδικά όταν η οικογένεια μετεγκαταστάθηκε στο λεκανοπέδιο Αττικής, δυό βήματα από την πρωτεύουσα. Με εξαίρεση πάντα τα σόγια από Βόλο και Λάρισα που ακόμα ζητάνε στο τηλέφωνο την «Μπέμπα» και καπάκι με ρωτάνε για την δική μου μπέμπα!
Του τρελού!
Αν και όλοι θα έχετε ακούσει για την Μπέμπα Μπλανς. Κοίτα να δεις που ποτέ δεν σκέφτηκα να λέω πως η μαμά μου έχει καλλιτεχνικό ψευδώνυμο!
Χρόνια σου πολλά μαμά! Να σε χαιρόμαστε και συ να χαίρεσαι το επεισοδιακό όνομά σου και σου εύχομαι από την καρδιά μου να νιώθεις πάντα στην ψυχή μια Μπέμπα που απλά μεγάλωσε όμορφα!
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr