Ο Οκτώβριος είναι ο μήνας τού ΌΧΙ.
Ποιανού ΌΧΙ;
Έλα ντε…
Σημαίες, παρελάσεις, ομιλίες, τύμπανα.
Τώρα που γράφω, ακούω τα τύμπανα από το κοντινό σχολείο.
Κάνουν πρόβες τα παιδιά για την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου.
Για να γιορτάσουν ένα φανερό, πάνδημο και ηρωικό ΌΧΙ, λένε πολλά ατρόμητα ΝΑΙ ― αν και όχι «πάνδημα», ακόμα.
ΝΑΙ στις πρόβες, ΝΑΙ στο σχολείο, ΝΑΙ στην παρέλαση, ΝΑΙ στην Ιστορία, ΝΑΙ και στην παράδοση.
ΝΑΙ στους κόπους που απαιτούνται για να κρατήσεις ―ώς άριστη ή άριστος― τη σημαία.
ΝΑΙ στους κόπους και στο πείσμα που απαιτούνται για να συνταιριάξεις με έναν εαυτό στον οποίο δεν χαρίστηκαν τα προικιά-ταλέντα-εφόδια που μπορεί να έχουν άλλες και άλλοι και να τον προάγεις με τον καλύτερο τρόπο.
ΝΑΙ στον σεβασμό των νόμων και στις προσπάθειες για αλλαγή όσων κακώς θεσπίζονται.
ΝΑΙ στον διάλογο για το τι είναι καλό και τι είναι κακό. Για σένα, για τους άλλους, για τον τόπο.
Αυτό να το θυμόμαστε: όσο γνωρίζεις και κρατάς με σεβασμό ―κι όχι άκριτα― τις παραδόσεις σου, τόσο πιο δύσκολο είναι να παραδοθείς.
Αλλά αξίζουν όλες οι παραδόσεις να κρατιούνται; Αυτό το απαντάει μέσα του όποιος λέει ΝΑΙ στην έρευνα και ΌΧΙ στην υποταγή.
Μοιάζει με λογοπαίγνιο αλλά δεν είναι:
Κάποιες παραδόσεις σε εμποδίζουν να παραδοθείς.
Κι όταν δεν παραδίδεσαι τι γίνεται;
«Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμος!» (Alors, c’est la guerre!)
Αυτό φέρεται να είπε, τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου του 1940, κι ο Ιωάννης Μεταξάς στον Εμμανουέλε Γκράτσι, Ιταλό πρέσβη στην Αθήνα.
Φιλοβασιλικός, Γερμανόφιλος, απολυταρχικός, δικτάτορας, φασίστας ―κατά την άποψη αρκετών― διοπτροφόρος και κοντός.
Ο Ιωάννης Μεταξάς.
Κάποτε στρατιωτικός σύμβουλος του Ελευθέριου Βενιζέλου (1910) και μετά σφοδρός αντιβενιζελικός.
Αντίθετος ―ιστορικά― με την εισβολή των Ελλήνων στην Μικρά Ασία (Τουρκία), είχε προβλέψει την Μικρασιατική Καταστροφή.
Είχε καταθέσει υπόμνημα (το 1914) στο Γενικό Επιτελείο, με το οποίο προεξοφλούσε την ήττα του ελληνικού στρατού σε περίπτωση επέμβασης/εισβολής στη Μικρά Ασία.
Αντικοινοβουλευτικός, αντικομμουνιστής, αντιδημοκράτης.
Πάντως, το 1940 δεν παραδόθηκε.
Δεν είπε στον Μουσολίνι: «Περάστε».
Δεν είπε ΝΑΙ στις απαιτήσεις των ―τώρα, το 2019― «φίλων» και «συμμάχων» Ιταλών.
«Ἕλληνες ἀεί παῖδές ἐστέ, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» είχε πει ένας Αιγύπτιος ιερέας στον Σόλωνα, όπως μας το παραδίδει ο Πλάτων, στον Τίμαιο.
Που σημαίνει σε τωρινά ελληνικά: Εσείς οι Έλληνες είστε πάντα παιδιά και δεν υπάρχει γέρος Έλληνας.
Αλήθεια έλεγε; Μα φυσικά και όχι.
Έλεγε ψέματα; Ούτε.
Νομίζω ότι έλεγε, με μια κυριολεκτική αλληγορία ή με αλληγορική κυριολεξία, ότι οι Έλληνες είναι όπως και τα παιδιά: δεν έχουν γνώση/επίγνωση τής ιστορίας τους και όσες φορές επιχειρεί κάποιος να τους διδάξει κάτι από τα παλιά λάθη, εκείνοι επιμένουν να τα επαναλαμβάνουν.
Λένε ότι η επανάληψη είναι η μητέρα της μάθησης αλλά εγώ θα συμπλήρωνα ότι η καθ’ έξιν επανάληψη των λαθών είναι ο πατέρας της βλακείας.
Λένε επίσης ότι το γεροντικό πείσμα μοιάζει πολύ με το παιδικό. Ναι, αλλά δεν έχει τη φρεσκάδα του. Ούτε και προοπτικές βελτίωσης.
Το ΟΧΙ τού παιδιού έχει μέσα του τη δύναμη και την ―ασύνειδη ακόμα― υπόσχεση του «άμμες δε γ’ εσσόμεθα πολλώ κάρρονες» (εμείς θα γίνουμε πολύ καλύτεροι).
Το ΟΧΙ των γέρων έχει μέσα του το γάντζωμα στη μνήμη ενός ανεπίστρεπτου παρελθόντος, που η αίγλη του δεν οφείλεται στο ότι υπήρξε καλύτερο απ’ το παρόν αλλά στο ότι ο διαχειριστής και κάτοχος της (όποιας) μνήμης ήταν νέος.
Το συμπέρασμά μου: πολλοί Έλληνες είναι πάντοτε παιδιά και ταυτόχρονα ξεμωραμένοι γέροι.
Όσο κι αν διαφωνώ ιδεολογικά με τον Πλάτωνα, τον θαυμάζω απεριόριστα επειδή πρόσφερε στην ανθρωπότητα ένα πανίσχυρο εργαλείο επικοινωνίας δύο ή περισσότερων ανθρώπων: τους Διαλόγους του.
Εννοείται ότι δεν μπορώ να βάλω τον διάλογο πάνω από την αναπνοή, το νερό, τροφή, το σεξ, την επίδειξη ισχύος ή τη ματαιοδοξία, αλλά δυσκολεύομαι να βρω καλύτερο (αναίμακτο) όπλο απέναντι στη βλακεία.
Με άλλα όπλα μπορείς να σκοτώσεις τον βλάκα αλλά όχι να εξουδετερώσεις τη βλακεία.
Ενώ με τον διάλογο, υπάρχουν ελπίδες.
Όχι τόσο για τον ίδιο τον βλάκα αλλά για άλλους.
Αυτός είναι και ο λόγος που υπερασπίζομαι τα φιλελεύθερα δημοκρατικά πολιτεύματα.
Μπορεί να μην είναι απολύτως δίκαια ―άλλωστε, τι είναι δίκαιο στο σύμπαν;― αλλά μπορείς τουλάχιστον να καταφύγεις στον διάλογο, δημόσιο και ιδιωτικό· μπορείς να αντισταθείς στην ιδεολογική τρομοκρατία των απολυταρχισμών.
Με την προϋπόθεση ότι έχεις εξασφαλίσει το οξυγόνο, το νερό, το φαγητό, το σεξ και την ικανοποίηση (μερική έστω) της ματαιοδοξίας σου, μέσω της αποδοχής της ύπαρξής σου, από μερικούς ή πολλούς άλλους, εν κοινωνία.
Με το ανυπόκριτο ―και πειστικό προς τους άλλους― ΝΑΙ στον διάλογο, σε καθεστώς δημοκρατίας, είναι πιο εύκολο να λες συχνότερα τα φανερά και απροκάλυπτα ΟΧΙ σε ό,τι προσβάλλει την αξιοπρέπειά σου και αρκετά ατρόμητα ΝΑΙ σε ό,τι προάγει την ευημερία τη δική σου και των πλησίον σου.
Αυτά τα φανερά (όχι πάντοτε ηρωικά αλλά πάντοτε με σκέψη) ΌΧΙ και τα ατρόμητα ΝΑΙ, είναι ―ίσως― ικανά να εμποδίσουν την άνευ όρων παράδοσή σου σε έναν ―εκτός τού εαυτού σου― «ιδιοκτήτη» και διαχειριστή τής αλήθειας σου, ακόμα κι αν εμφανίζεται ως ένθερμος και πολλά υποσχόμενος υπερασπιστής του «δίκιου» σου.
Κάτι ανάλογο έκανε ο Ιωάννης Μεταξάς, κι ας ήταν αντίθετο με τον φιλοφασιστικό χαρακτήρα τής δικτατορίας τής 4ης Αυγούστου ―που ο ίδιος είχε επιβάλλει― λέγοντας ένα (διπλωματικά περιφραστικό) ΟΧΙ στη φασιστική ―τότε― Ιταλία.
Με το ΟΧΙ εκείνο, εμβόλισε τον σκληρό πυρήνα τής δικτατορίας του αλλά βρήκε περίοπτη θέση (έστω και αμφιλεγόμενη, ακόμα) στην καρδιά της Ελληνικής Ιστορίας.
Και εκείνο το ΟΧΙ το είπε και το ξαναείπε με χιλιάδες φωνές η τεράστια πλειονότητα των Ελλήνων.
Όπως είπε και πολλά ατρόμητα ΝΑΙ.
ΝΑΙ στην αξιοπρέπεια, ΝΑΙ στη δικαιοσύνη, ΝΑΙ στην ισότιμη συμμετοχή όλων στα κοινά.
Με κυρίαρχο το ΝΑΙ στην Ελευθερία που είναι πολλές Ελευθερίες.
Η Ελευθερία της χώρας, η Ελευθερία του λόγου, η Ελευθερία της σκέψης, η Ελευθερία της επιλογής συντρόφων, ερωτικών, πολιτικών, επαγγελματικών… Και άλλες Ελευθερίες.
Χωρίς όμως αυτά τα φανερά ΌΧΙ και τα ατρόμητα ΝΑΙ να εμποδίσουν πολλές και πολλούς να υποπέσουν και να υποπίπτουν στο αμάρτημα της κώφωσης απέναντι στον διάλογο και στο αμάρτημα της ενδοτικότητας σε διχαστικά συνθήματα.
Τους οδυνηρούς τόκους αυτών των δύο αμαρτημάτων, τούς πληρώνουμε μέχρι σήμερα και θα τους πληρώνουμε για καιρό ακόμα.
25 Οκτωβρίου 2019
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr
Εικόνα:
Ο Μεταξάς (όρθιος, δεξιά) στο Γενικό Στρατηγείο του Ελληνικού Στρατού στο Χατζή Μπεϊλίκ (14 Ιουλίου 1913). Λιθογραφία.
Στο Χατζή-Μπεϊλίκ (σήμερα: Βυρώνεια Σερρών) βρισκόταν το στρατηγείο του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ κατά τον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο.
Εδώ μαζί με τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο δέχτηκε την 1 Ιουλίου 1913 την αντιπροσωπεία της Βουλγαρίας για να υπογραφεί η συνθήκη ανακωχής μετά την νίκη της Ελλάδας.
Ως θέση του στρατηγείου θεωρείται ο πλάτανος του Σιδηροδρομικού Σταθμού Βυρώνειας.
(Από το διαδίκτυο)