Κοινωνία - Ελλάδα - Οικονομία

Ο Κορωναϊός, οι Πειρατές των Κόπιραϊτς και το Πολίτικαλ Κορρέκσιον, του μαθητή Νίκου Διονυσάτου

Spread the love

 

Ο μαθητής Νίκος Διονυσάτος είναι μέλος του πυρήνα ελεύθερης έκφρασης νέων Change the World Greece και πρόεδρος του 15μελούς μαθητικού συμβουλίου του Μουσικού Σχολείου Ρόδου

Αχ…κοροναϊός. Ο υπέρτατος φίλος κάθε σινεφίλ, βιβλιοφάγου και σειράκια ανά τον κόσμο. Τις δύσκολες για πολλούς συμπολίτες μας ώρες λοιπόν, ένα μεγάλο ποσοστό των απομονωμένων στα σπίτια (συμπεριλαμβανομένου και εμού φυσικά) απ’ ό,τι φαίνεται αξιοποιεί ένα σημαντικό κομμάτι του χρόνου του σ’ ό,τι τέλος πάντων καλείται σύγχρονος τρόπος ψυχαγωγίας βρε αδερφέ. Σ’ αυτό το άρθρο θα προτιμήσω να μην επεκταθώ τόσο στην φιλαναγνωσία βέβαια (αξίζει ένα δικό της ξεχωριστό άρθρο άλλωστε, τώρα που έχει πάρει και τα πάνω της), αλλά να επικεντρωθώ κυρίως στα πιο εμμονικά με τα κόπιραϊτς μέσα ψυχαγωγίας, όπως είναι τα βίντεο, τα τραγούδια, οι ταινίες και οι σειρές.

Κατά τον 20ο αιώνα η ανθρωπότητα βίωσε μια τεράστια επέκταση στην γκάμα των δυνατοτήτων ψυχαγωγίας της. Από το θέατρο, προχωρήσαμε στον κινηματογράφο, από τον κινηματογράφο στην τηλεόραση, και από την τηλεόραση στο διαδίκτυο, με την ευρύτερη έννοια του. Και κάπου εδώ μπαίνουν στο παιχνίδι και οι δύο λέξεις κλειδιά αυτού του άρθρου. Η λογοκρισία και η πειρατεία.

Καθ’ όλη τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, παράλληλα με την άνθιση των μέσων ψυχαγωγίας, άνθισαν και η τρόποι ελέγχου των μέσων ψυχαγωγίας. Σαφώς οι έννοιες της λογοκρισίας και του λογοκριτή χρονολογούνται ήδη από την αρχαία Ρώμη, ωστόσο δεν ήταν παρά μόλις τον 19ο αιώνα όταν απέκτησαν την στενή σημασία που σήμερα διαθέτουν, πρώτα στην Αγγλική, και κατ’ επέκταση εννοιολογικά και στις υπόλοιπες γλώσσες της Ευρώπης. Από την έναρξη δε του 20ου αιώνα, η ανάγκη για έλεγχο των ερεθισμάτων που λάμβαναν οι πολίτες, έγιναν ζωτικής σημασίας για τις απολυταρχίες που θα προέκυπταν. Τα έντυπα μέσα ήταν προφανώς τα πρώτα που βρέθηκαν βορρά στα πενάκια των λογοκριτών, ωστόσο καθώς η τεχνολογία προόδευε, τα μέσα εξελίχθηκαν και η υπόθεση του ελέγχου και της προπαγάνδας έγινε πιο σύνθετη. Το σινεμά και το ραδιόφωνο αποτέλεσαν για παράδειγμα τον ακρογωνιαίο λίθο της ναζιστικής Γερμανίας ως γνωστόν, αφού τόσο ο Γκέμπελς, όσο και ο Χίτλερ, αναγνώρισαν αμέσως τη δύναμη των νέων αυτών μέσων στις μάζες. Από την δεκαετία του ’60 και την άνοδο της τηλεόρασης, ο έλεγχος επεκτάθηκε και εκεί φυσικά. Αργότερα, από την δεκαετία του ’90 τέθηκαν τα πρώτα όρια και στο ίντερνετ.

«Την μουσική σκοτώνει η πειρατεία!». Και κάπως έτσι βρεθήκαμε στον 21ο αιώνα. Στον 21ο αιώνα όπου οι φιλελεύθερες κυβερνήσεις του δυτικού κόσμου, προκειμένου να αποστασιοποιηθούν από την ρετσινιά της λογοκρισίας, αρκέστηκαν σε φτηνά σποτάκια στην τιβί και σε επιφανειακές επιθέσεις στους ιδιοκτήτες των παράνομων σάιτ για να καταπολεμήσουν τον νέο εχθρό. Την πειρατεία. Μουσική και ταινίες βρέθηκαν ξαφνικά να διανέμονται δωρεάν για ντάουνλοουντινγκ στο ίντερνετ. Η κατάσταση για τους δημιουργούς, τις εταιρίες παραγωγής και τις εταιρίες διανομής, είχε αρχίσει να βγαίνει εκτός ελέγχου. Ο κόσμος επέλεγε την εύκολη λύση των πειρατικών σάιτ, αντί να ξοδεύει χρήματα για σιντί και εισιτήρια σινεμά. Γιατί όμως συνέβαινε κάτι τέτοιο;

Οι λόγοι ήτανε πολλοί. Όμως οι δύο κυριότεροι, κι εκείνοι από τους οποίους σαφώς πήγαζαν και όλοι οι υπόλοιποι, ήταν η ευκολία και η οικονομία. Ο κόσμος απέκτησε πιο εύκολη και άμεση ψυχαγωγία από την άνεση του καπιταλιστικού του καναπέ. Μεγάλο δέλεαρ πράγματι, αν και δεν θα έπιανε και πολλά, αν δεν συνδυαζόταν αρμονικά με τον τίτλο ‘‘εντελώς δωρεάν’’. Μπορεί ο ήχος και η εικόνα πολλές φορές να μην ήτανε στην καλύτερη κατάσταση, το κατέβασμα να ήταν αργό και το λάπτοπ να κινδύνευε να τα φτύσει από τους ιούς που συνόδευαν τα τραγούδια ή την ταινία, ωστόσο η έλλειψη ουσιαστικής ενσυναίσθησης απέναντι στους καλλιτέχνες των οποίων τα έργα ο κόσμος απολάμβανε, αλλά και ένα σημαντικό κενό της αγοράς, ελάχιστους απέτρεπαν από το να αξιοποιήσουν το φαινόμενο της πειρατείας. Ποιο ήταν το κενό αυτό; Ο κόσμος είχε αρχίσει να ψηφιοποιείται ολόκληρος και η βιομηχανία της ψυχαγωγίας καθυστέρησε σημαντικά να το καταλάβει. Ο κόσμος ποτέ πια δεν θα ήταν ο ίδιος. Η εμπειρία της ψυχαγωγίας πλέον θα έπρεπε να είναι πιο εξατομικευμένη και διαθέσιμη ανά πάσα στιγμή. Τα DVD και τα CD αποδείχθηκαν ασύμφορα κατά την δεκαετία του ’00, και κάπως έτσι, με την έλευση της περασμένης δεκαετίας, ένας νέος τρόπος διανομής εισέβαλε στις ζωές μας.

Οι στρίμινγκ υπηρεσίες υπήρξαν διαδεδομένες στην αμερικανική ήπειρο ήδη από την δεκαετία του ’80, ωστόσο παγκοσμίως γνωστές άρχισαν να γίνονται περίπου πριν από 10 χρόνια. Και ξαφνικά, η λύση είχε βρεθεί. Το Netflix εξελίχθηκε αστραπιαία σε ένα κολοσσό ψυχαγωγίας, ενώ παράλληλα το HBO, το Hulu, το Disney+ και πολλές ακόμα πλατφόρμες, ακολούθησαν το παράδειγμα του. Οι σειρές και οι ταινίες που τόσο ανάγκη είχαν οι καταναλωτές άρχισαν με ελάχιστες χρεώσεις να γίνονται διαθέσιμες αξιόπιστα και σε άριστη ποιότητα.  Παράλληλα στην μουσική, το Spotify και το iTunes πρόσφεραν απλόχερα στα πλήθη την μουσική που ζητούσαν για κατέβασμα, με ένα μικρό αντίτιμο φυσικά, ταράσσοντας την παντοδυναμία του You Τube. Όλα καλά δηλαδή σαν να λέμε (sic).

Από τη μια η πειρατεία σε καμία περίπτωση δεν έχει σταματήσει και ούτε πρόκειται στο άμεσο μέλλον, όσες φορές κι αν δοκιμάσουν να την χτυπήσουν. Και από την άλλη, τι γίνεται με ό,τι δεν ανήκει ή δεν εγκρίνεται από τις πλατφόρμες μαζικής ψυχαγωγίας; Ή ακόμα χειρότερα, τι γίνεται με ό,τι δεν επιτρέπει να ανέβει ο αλγόριθμος του You Tube; Τι γίνεται με όσα βίντεο πέφτουν εξαιτίας ενοχλητικού περιεχομένου, ή περιεχομένου το οποίο είτε παραβιάζει όντως, είτε υποτίθεται ότι παραβιάζει τα πνευματικά δικαιώματα άλλων δημιουργών. Το Άρθρο 13 της ΕΕ βρίσκεται σε ισχύ και είναι λες και αντί να περιορίσει αποτελεσματικά την κλοπή πνευματικών δικαιωμάτων, έχει καταφέρει να περιορίσει την ελευθερία της έκφρασης στο διαδίκτυο και να εξιδανικεύσει την πειρατεία. Τα μεγάλα κεφάλαια στον χώρο της ψυχαγωγίας μεγαλώνουν και πολλαπλασιάζονται. Και καθώς οι παραδοσιακοί παίκτες εξελίσσονται ολοένα, η ελευθερία και οι ευκαιρίες των νέων δημιουργών μειώνονται. Με την έλευση του ίντερνετ και της παγκοσμιοποίησης, μέσα στα τόσα θετικά που αποκομίσαμε, δεν διστάσαμε απ’ ό,τι φαίνεται να θυσιάσουμε και την δύναμη της ατομικής πρωτοβουλίας στον βωμό των μονοπωλίων.

Η λογοκρισία υπάρχει ακόμα υπόγεια, και πάντοτε θα υπάρχει καθώς εδώ τίθεται και ένα επιπλέον επίκαιρο ζήτημα. Πόσο μεγάλο κομμάτι της ελευθερίας μας είμαστε υπεύθυνοι και διατεθειμένοι να δώσουμε στο κράτος για να μας εξασφαλίσει την ασφάλεια; Και μιας η λογοκρισία και η πειρατεία, δεν έχουν μεταξύ τους μια σχέση αντίθεσης, αλλά μια σχέση αιτίου και αποτελέσματος, οι σύγχρονες λύσεις στα σύγχρονα προβλήματα, περιμένουν ακόμα να εισακουστούν. Η τέχνη πρέπει να πληρώνεται για να συνεχίζει να υπάρχει. Ωστόσο η τέχνη είναι από τη φύση της ελεύθερη, και δεν έχει κανείς το δικαίωμα να αποκλείει ένα έργο από το κοινό, τουλάχιστον αν όλα στην κοινωνία πήγαιναν όπως έπρεπε. Κάτι τέτοιο δεν γίνεται. Οι κοινωνικές τάσεις που καθορίζουν το τι ανεβαίνει και τι όχι στον ιστό, προκύπτουν από τις επιθυμίες της ίδιας της κομπλεξικής κοινωνίας στην οποία διαβιούμε. Κατά την εποχή της λεγόμενης ‘‘δικτατορίας των συναισθημάτων’’ και του ‘‘πολίτικαλ κορρέκσιον’’ λοιπόν, τι τελικά μπορεί να δημοσιευτεί στο ευρύ κοινό χωρίς να προκαλέσει σάλο και να απομακρυνθεί τελικά; Κάθε άτομο έχει πλέον την δύναμη να εκφράζει την γνώμη του και να κρίνεται παγκοσμίως. Ωστόσο απ’ ό,τι φαίνεται, ο κόσμος δεν έχει αλλάξει διόλου κατ’ ουσίαν, παρά την τεχνολογική του εξέλιξη. Ό,τι κι αν έχει μεσολαβήσει το ίδιο απαίδευτη και συναισθηματικά εύθραυστη παραμένει μια μερίδα ανθρώπων στις ‘‘ανεπτυγμένες’’ μας κοινωνίες (και το τονίζω αυτό, καθώς αρνούμαι να πιστέψω ότι το διαδικτυακό κύμα αγανακτισμένων, μπορεί να αποτελεί κάτι περισσότερο από μια μερίδα). Αυτοί οι άνθρωποι υπήρχαν πάντοτε, ωστόσο τώρα έχουν αποκτήσει δύναμη και φωνή. Το ίντερνετ αποτέλεσε για αυτούς κατά κάποιον τρόπο μια μάσκα για να μπορέσουν να μιλήσουν και να εκφράσουν κάθε αδυναμία που είχαν αναπτύξει. Οπότε ανακεφαλαιώνοντας, μέχρι στιγμής έχουμε μεγάλα μέσα, μικρούς ανθρώπους να τα επηρεάζουν και έναν κορωναϊό που μας κράτησε σε εγκλεισμό με τα βιβλία, το λάπτοπ και τις σκέψεις μας. Έναν εγκλεισμό, που έχει δείξει το πόσο δύσκολο μας είναι να πειθαρχήσουμε σε κανόνες, το πόσο ευαίσθητοι είμαστε σε φέικ νιούζ και το πόσο προβληματικά έχουμε δομήσει την παγκοσμιοποιημένη μας κοινωνία τα τελευταία 20 χρόνια.

Τέλος, αν δεν συμπαθώ κάτι σε πολλά άρθρα, είναι το γεγονός ότι ενώ αναλύουν αποτελεσματικά κάποιον προβληματισμό, δεν καταλήγουν σε σαφείς λύσεις. Οπότε, έχοντας αραδιάσει όλο μου τον προβληματισμό πάνω σ’ αυτό το άρθρο, ευκαιρία να διατυπώσω και τις λύσεις που βλέπω εγώ. 1)Ενδυνάμωση των απλών καθημερινών ανθρώπων, από νωρίς. Ένταξη στο εκπαιδευτικό σύστημα ενός μαθήματος “Συναισθηματικής Αγωγής’’ για την διαχείριση του εαυτού μας. 2) Το μέτρο του περιορισμού της έκφρασης συγκεκριμένων χρηστών από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να επιβάλλεται αποτελεσματικότερα, μέσω της εγκαθίδρυσης ενός νέου συμβολαίου κυβερνοσυμπεριφοράς, το οποίο θα λαμβάνει υπόψιν βέβαια τους προβληματισμούς αυτού του άρθρου. 3)Καθημερινή περισυλλογή και πνευματική άσκηση με ωραία ψυχαγωγία, ειδικά τώρα που επιστρέψαμε στην προκοροναϊού πραγματικότητα μας. Μόνο με δημιουργικότητα μπορεί να νικήσει κανείς τις αδυναμίες του…

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Εν βρασμώ και πρόχειρα, του Κωστή Α.Μακρή
Υπάρχουν κι άλλες νίκες, του Δημήτρη Κατσούλα
Podemos?*, του Ηλία Καραβόλια

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.