Ανοιχτή πόρτα

Μια χώρα στο ντιβάνι, του Ηλία Καραβόλια 

Spread the love

 

Ο Ηλίας Καραβόλιας είναι Οικονομολόγος  με ειδίκευση Γενικής Θεωρίας και Οικονομικής Πολιτικής. Κατέχει Master of Arts από το European Institute of Philosophical  Anthropology

Ας περιπλανηθούμε λίγο στην τυραννία των λέξεων πριν εισέλθουμε στο βασίλειο  των νοημάτων. Πότε ως «χαρμολύπη» και πότε ως «ηδονοδύνη»(Cogito Mortis , Δ. Σδρόλιας, εκδ. Νήσος) μεταφράζουμε την «jouissance»της λακανικής ψυχαναλυτικής ορολογίας. Πρόκειται για ερμηνευτικές που ορίζουν την ασυνείδητη απόλαυση που αντλεί το υποκείμενο από το κυρίαρχο σύμπτωμα του( Enjoy your symptom, S. Zizek)Σε αυτό το ατομικό και συλλογικό «σύμπτωμα» περιλαμβάνονται όλες οι παθογένειες και οι νευρωτικο-ψυχωτικές συμπεριφορές ατόμου και κοινωνίας.

Ο πρόλογος έγινε ώστε να προσεγγιστεί όσο το δυνατόν  ακριβέστερα το πως οι Έλληνες ζήσαμε μια δεκαετή σχεδόν καθυπόταξη ενστίκτων και ορμών : η βούληση για δημιουργία υποτάχθηκε στην βία της λιτότητας και στην καθίζηση του βίου, εν ονόματι της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η εμφάνιση του «συμπτώματος» ξεκίνησε με την εξουθενωτική παρακολούθηση του τεχνοκρατικού ζουρλομανδύα που μας περιέβαλλε με τα μνημόνια : ποσοτική χαλάρωση, αξιολόγηση, spreads αλλά και τεχνοκρατικά συμβολικά ακρωνύμια ( SLA, ELA, QE, ESM, EFSF, BRRD, κ.α. ) έμοιαζαν με σύγχρονες μεταφυσικές έννοιες που επιστράτευε το διεθνές νομισματικό ιερατείο μέσω της πληροφοριακής τρομοκρατίας περί λιτότητας και πτώχευσης.

Ο υπερχρεωμένος και εφευρετικός νεοέλληνας, που «κατανάλωνε» ευημερία για τρεις δεκαετίες περίπου, ξαφνικά άκουγε και διάβαζε τα μακροοικονομικά μεγέθη, όπως το δημόσιο χρέος των δισεκατομμυρίων ευρώ, και έτσι ζούσε σε μια συνεχή καθήλωση. Επινοήθηκε το σημαίνον «θεσμοί» για να ντυθεί  με κύρος και εξουσία ο βίαιος χρηματοπιστωτικός έλεγχος εθνικών και ατομικών εισοδημάτων. Οι «Μεγάλοι Άλλοι» που θα έλεγε και o Lacan, έδιναν τις κατευθυντήριες οδηγίες στις εγχώριες ηγεσίες μας, ώστε να ξαπλώσουμε στην κλίνη του προκρούστη.

Η χώρα λοιπόν αυτή -προ της παγκοσμιοποιημένης πανδημίας – πορευόταν στον ιστορικό χωροχρόνο σαν ένας «αναλυόμενος» που αντιστέκεται στην χαρμολύπη και την ηδονοδύνη του. Εθιστήκαμε στο σύμπτωμα του μόνιμου χρέους, της ατέρμονης εθνικής οφειλής, τόσο ως άτομα όσο και ως κοινωνία. Γίναμε εκείνο το συλλογικό οικονομικό υποκείμενο που ήξερε ότι δεν θα ξεχρεώσει ποτέ και μάλιστα ασυνείδητα πείστηκε για την ενοχή του, επειδή όμως συνειδητά συμμετείχε στην εικονική πραγματικότητα μιας πολυετούς ευμάρειας που σχεδόν αφορούσε τους πάντες.

Καθηλωθήκαμε προ των μνημονίων στον μικροαστισμό της κοινωνικής ανόδου, υποταγμένοι στους «βαθιά ριζωμένους αυτοματισμούς της νεοελληνικής σκέψης: στην μικροαστική έπαρση του αυτοδημιούργητου» (Κ. Καρακωτιάς).

Μέσα στην καλά προστατευμένη μεταπολιτευτική γυάλα του μικροπαραγωγικού οικονομικού μοντέλου( καφετέριες, ρουχάδικα, μικρομάγαζα) χάσαμε τις συντεταγμένες στα αχαρτογράφητα νερά της παγκοσμιοποίησης.

Ζούσαμε (και θα ζούμε )με μια «σιωπηρή συνεννόηση»μεταξύ πολιτικής ηγεσίας και πολιτών, μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού πεδίου δραστηριότητας, και έτσι δημιουργούσαμε ταυτόχρονα πλούτο και συσσωρεύαμε χρέος.

Και τότε  ακριβώς είναι που αναδύθηκε το συλλογικό ψυχοπαθολογικό μας σύμπτωμα : στο χάσμα, στο κενό της επαφής μας με την διεθνή πραγματικότητα, οπότε και πήρε τα ηνία ο βίαιος νεοφιλελεύθερος μονεταρισμός για να «ρυθμίσει» υποτίθεται την καθημερινότητα και τον βίο μιας δήθεν δυτικής χώρας, αγκυρωμένης όμως εσαεί στο ανατολίτικο στοιχείο της Ιστορίας της.

Από τότε εντάθηκε η «ταυτοτική αγωνία» (Δ.Σεβαστάκης) αφού ανέκαθεν η ελληνική κοινωνία και η θεσμισμένη φαντασιακά «αναπαράσταση» της στον χρόνο και στην ιστορία, έψαχνε και ψάχνει ακόμη το ιδεώδες αντίτυπο της μέσα στην Ευρώπη : πότε στην πειθαρχημένη Γερμανία, ενίοτε στο σκανδιναβικό μοντέλο, συχνά-πυκνά στην μεσογειακή Ιταλία, και σχεδόν πάντα στην υποτίθεται πολιτισμένη και φιλελεύθερη Γαλλία.

Δεν πρόκειται για δικό μας μόνο σύμπτωμα ιστορικής αναζήτησης ταυτότητας : στο πλαίσιο της μόνιμα ανολοκλήρωτης ευρωπαϊκής ενοποίησης και σύγκλισης των κοινωνιών, σχεδόν κάθε χώρα ψάχνει το «φαντασιακό ισοδύναμο» των εθνικών και ιστορικών της ματαιώσεων.

Σήμερα, λόγω της απρόβλεπτης «κατάστασης εξαίρεσης» σχεδόν δεν καταλάβαμε τον βίαιο μετασχηματισμό της «κανονικότητας».Έχουν πλέον εγκατασταθεί μόνιμα εντός μας τα συστημικά ολοκληρώματα προσαρμοστικότητας και συμμόρφωσης της πλανητικής σημείο-καπιταλιστικής οικονομίας.

Οι Έλληνες ψηφιακοί πολίτες( netizens) εντέλλονται -όπως οι περισσότεροι στον κόσμο -να ζουν στον on line οικονομικό και κοινωνικό χωροχρόνο, αλλά κουβαλώντας τους περιορισμούς και την υποτίμηση του βίου απο την προ πανδημίας μνημονιακή εποχή, και ταυτόχρονα θα αναγκαστούν να επιβιώνουν μέσα σε ένα μόνιμο καθεστώς «θυσίας».

Και επειδή στην νέα μεταπανδημική κανονικότητα πάλι «δεν θα υπάρχουν ανάκτορα για κατάληψη»(S. Neuman) θα υιοθετούμε ολοένα και περισσότερο τα ψευδο-ιδεολογικά φίλτρα μιας «θολής» πραγματικότητας. Η ασυνείδητη ανάκληση εμφυλιοπολεμικών συνδρόμων και η παράλληλη ροπή μεγάλου μέρους της κοινωνίας στο χαοτικό ιδεολογικά «ακραίο κέντρο», θα απωθούν στο συλλογικό καπιταλιστικό ασυνείδητο την μόνιμη έλλειψη ταξικής συνείδησης, αλλά και την έλλειψη συγχρονισμού μας με το νέο συμβολικό διεθνές πολιτικοοικονομικό μοτίβο( μετα-κευνσιανισμός).

Άραγε για πόσο καιρό ακόμα θα αντέχουμε την «εθνική ηδονοδύνη», να απολαμβάνουμε δηλαδή το σύμπτωμα της ποθητής ανάπτυξης και ευημερίας, ξαπλωμένοι στο ντιβάνι της προγονόπληκτης ιστορίας μας….

SHARE
RELATED POSTS
Η πτώση, του Νίκου Βασιλειάδη
«Κουτσοί στραβοί…»!, του Γιώργου Σαράφογλου-George Sarafoglou
Για την Παγκόσμια Ημέρα Ελευθεροτυπίας, του Κώστα Αρβανίτη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.