Άθλια εικόνα και για την δημοκρατία και για το κοινοβούλιο. Εικόνα που δικαιώνει όσους καταγγέλλουν την διαπλοκή δικαιοσύνης και εξουσίας. Εν προκειμένω η ανώτατη δικαστικός αποχωρεί επιδεικτικά ενώ στο βήμα της Βουλής βρίσκεται ένας πρώην πρωθυπουργός που καταγγέλλει δικαστικά σκάνδαλα (ψευδή ή πραγματικά, λίγη έχει σημασία).
Αυτή την στιγμή η συγκεκριμένη κυρία δεν εκπροσωπεί τον εαυτό της αλλά ολόκληρο το δικαστικό σώμα. Ακόμη χειρότερα την ηγεσία της δικαιοσύνης στη χώρα. Είναι δηλαδή ένα σύμβολο. Θα αποχωρούσε, διερωτώμαι, αν στο βήμα ήταν ο πρωθυπουργός; Αισθάνονται δικαιωμένοι όσοι την εξέλεξαν; Μία τέτοια στάση αποδεικνύει ανεξαρτησία ή υποταγή της δικαιοσύνης; Απαντήστε μόνοι σας.
ΥΓ. (Από τον Παύλο Νεράντζη)
“Γυρνάς στην Ελλάδα μετά από ένα μήνα απουσίας και ηθελημένης αποστασιοποίησης από τα πολιτικά δρώμενα και μαθαίνεις ότι ο άνθρωπος-κλειδί για την εμπλοκή του στην υπόθεση Predator και στο σκάνδαλο των υποκλοπών, ουδέποτε κλήθηκε από τη Δικαιοσύνη για να καταθέσει. Αναρωτιέσαι τότε πώς και γιατί τον περασμένο Αύγουστο η ηγεσία της Δικαιοσύνης έκλεισε την υπόθεση.
Αντιθέτως, αυτή η Δικαιοσύνη, μόλις πριν λίγες μέρες, ήρε το καθεστώς προστασίας για τους δύο τελευταίους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος στο σκάνδαλο Novartis, και έσπευσε, ασθμαίνουσα, να ανασύρει από τα αρχεία της τις μηνυτήριες αναφορές που είχαν καταθέσει σε βάρος τους υψηλά ιστάμενα πολιτικά πρόσωπα, που φέρονταν να εμπλέκονται στο σκάνδαλο.
Και αναρωτιέσαι πάλι τι στην ευχή συμβαίνει.
Δεν είναι ακόμη μια προσπάθεια θεσμικής συγκάλυψης ενός σκανδάλου, αλλά και μια απόπειρα εκφοβισμού των πολιτών;
Γιατί ποιος, ποια αλήθεια θα αποφασίσει να μιλήσει αύριο ενώπιον της Δικαιοσύνης εάν διαπιστώσει φαινόμενα διαφθοράς, στα οποία ενδεχομένως εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα; Γιατί σ΄ αυτές τις δύο υποθέσεις (υποκλοπές, Novartis) διαπιστώνεις από νομικής πλευράς δύο εκ διαμέτρου αντίθετες στάσεις της δικαστικής εξουσίας, που προκαλούν εύλογα ερωτηματικά για ενδεχόμενη άσκηση πιέσεων προς τη Δικαιοσύνη και την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Λείπεις ένα μήνα από τον αγαπημένο σου τόπο και διαπιστώνεις ένα κρεσέντο καταστολής από την ΕΛΑΣ. Τα ΜΑΤ επιτέθηκαν εναντίον εποχικών πυροσβεστών, που εύλογα διαμαρτύρονταν, τραυμάτισαν κάποιους, συνέλαβαν ένα δημοσιογράφο,
κατατρομοκράτησαν απλούς πολίτες και θαμώνες μιας ταβέρνας στη Θεσσαλονίκη, ρίχνοντας πάλι χημικά και πολύ ξύλο.
Και αναρωτιέσαι σε ποια χώρα επιτέλους ζούμε. Αυτά συμβαίνουν σε χώρες τύπου Μπανανίας, σε δικτατορικά καθεστώτα και όχι σε δυτικές δημοκρατίες. Αυτά θυμίζουν άλλες, μαύρες σελίδες της ιστορίας.
Αν μάλιστα τολμήσεις και μιλήσεις στο εξωτερικό, όπως έκανε η Καρυστιανού για το έγκλημα των Τεμπών, για την υποχώρηση του Κράτους Δικαίου, για πολιτική συγκάλυψη, κινδυνεύεις να δεχθείς επίθεση αλά Βόζεμπεργκ ότι καθοδηγείσαι από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον …διάβολο.
Ή ακόμη χειρότερα, εάν είσαι δημοσιογράφος, που σέβεται το κοινό και τη δουλειά του, να δεχθείς μια αγωγή SLAPP, να βρεθείς κατηγορούμενος και να κινδυνεύεις να πληρώσεις εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, γιατί κάποιος θεώρησε ότι θίχθηκε η τιμή και η αξιοπρέπεια του. Κι ας είναι, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, «χωμένος μέχρι τον λαιμό» σε σκάνδαλα διαφθοράς και ύποπτες συναλλαγές.Κι ας έχει βουίξει το σύμπαν σε θεσμικά όργανα διεθνών οργανισμών.
Κοντολογής, και σε τρομοκρατούν και σε εκφοβίζουν και δεν πρέπει να μιλάς για τα κακώς κείμενα. Αν αυτό δεν αποτελεί θεσμική εκτροπή, αν αυτό δεν είναι ένδειξη των προθέσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη για το πώς αντιμετωπίζει τους πολίτες και εν τέλει πώς ο ίδιος ο πρωθυπουργός αντιλαμβάνεται τη Δημοκρατία, τότε τι είναι;
Τίποτε, όμως, δεν αναφέρουν για όλα αυτά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα δελτία ειδήσεων στα συστημικά ΜΜΕ. Τα αποσιωπούν. Ή τα διαστρεβλώνουν, αναπαράγοντας την κυβερνητική προπαγάνδα. Άντε για τα μάτια του κόσμου, στην καλύτερη των περιπτώσεων, να προσθέσουν δύο λόγια από μια ανακοίνωση της μείζονος ή της ελάσσονος αντιπολίτευσης. Όταν, όμως, πλήττεται η εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς, στην κυβέρνηση, τη Δικαιοσύνη, στα ΜΜΕ, όταν η διάκριση των εξουσιών, θεμελιώδης αρχή του Κράτους Δικαίου, δεν είναι εμφανώς ορατή, και η αντιπολίτευση «περί άλλα τυρβάζει», τότε μύρια κακά έπονται σ΄ αυτήν την έρμη τη χώρα.
Και κανείς δεν πρέπει να επιχαίρει.
Εκτός κι αν αποφασίσεις να ιδιωτεύσεις, όπως κάνουν τόσοι και τόσοι, που απαξιώνουν το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του ή/και στρέφονται στην ακροδεξιά. Ή να φύγεις πάλι στο εξωτερικό, να ζήσεις αυτοεξόριστος, μακριά από την Ελλάδα που σε πληγώνει, εκεί όπου η φωνή του πολίτη γίνεται σεβαστή και οι θεσμοί φαίνεται πως λειτουργούν”.
Παύλος Νεράντζης