Εγώ που λες Χαράλαμπε, κάθομαι στις καρέκλες με έναν φόβο, μια επιφύλαξη. Δεν αφήνομαι ποτέ. Δεν βολεύομαι. Δεν παίρνω σε καμία περίπτωση το σχήμα της καρέκλας. Πάντα σκέφτομαι πως οι καρέκλες- ειδικά οι συναρμολογούμενες, από αυτό το γνωστό μαγαζί, ναι αυτό – κρατιούνται από μια βίδα και πως αν αυτή βίδα λασκάρει, τότε θα σκάσω στο πάτωμα σαν τσαμπί σταφύλι παραγινωμένο και θα σκορπίσω ολούθε σε μικρά μικρά κομματάκια, αλλού ο μηνίσκος, αλλού ο γοφός κι αλλού η κλείδα μου, αλλού ο παπάς κι αλλού τα ράσα του! Τέτοια σκέφτομαι, η τρελή, και δεν μπορώ να ηρεμήσω. Και κάθομαι στην άκρη της καρέκλας λες και είμαι με το νουμεράκι στο χέρι, στην αναμονή της τράπεζας και η κυρία δίπλα κάνει πως υποφέρει και καλά, γιατί στο σπίτι της τρέχει ζήτημα ζωής και θανάτου, καίγεται το παστίτσιο, τρέχει το ψυγείο και περιμένει μάστορα και έχει κόσμο το βράδυ τα συμπεθεριά και θέλει να μου φάει την σειρά υπούλως και δολίως…Νόμιζε πως δεν την είχα καταλάβει.. Κάααακομοιρα και συ.
Βλέπω άλλες γυναίκες, Χαράλαμπέ μου, να κάθονται στις καρέκλες τους με τόση άνεση με τόσο στιλ, λες και τις έχουν φέρει από το σπίτι τους, τις καρέκλες εννοώ. Το πιθανότερο είναι να έχουν δει το “Βασικό Ένστικτο” ίσαμε τρεις χιλιάδες φορές! Ιδιαίτερα μαθήματα αποπλάνησης…distance learning.
Μερικές εν τω μεταξύ, κάνουν με τις γάμπες τους και κάτι απίστευτα αεροπλανικά σταυροπόδια, που προς στιγμήν χάνεις πιο είναι το αριστερό και πιο είναι το δεξί πόδι και κάπου εκεί, στον χαμό, εκεί που δεν το περιμένεις, ανάμεσα στα δύο γόνατα, τσουπ, ξεπροβάλει και ένα χέρι στολισμένο εικονοστάσι στην χάρη Της, με νάζι και άνεση αξιοθαύμαστη! Ένα καλλίγραμμο μπουρδούκλωμα. Εκεί είναι που λες «να μια ωραία χταποδίτσα»! Συνήθως, αυτή είναι η στιγμή που εγώ θα σκεφτώ ούζα και μεζέδες και παραλιακά ταβερνάκια, τσίκνες και πλοκάμια λιαστά, εγώ, γιατί εσύ μπορεί να σκεφτείς άλλα Χαράλαμπε. Πονηρέ Χαράλαμπε… Τι σου έλεγα; Α, μάλιστα.
Εντάξει, κάποιες, ας το αποδεχτώ, μπορεί μικρές να ήταν στην εθνική ομάδα ενόργανης γυμναστικής ή να έκαναν μπαλέτο στην Βοντιάνοβα και το σώμα, ξεύρετε, δεν ξεχνάει ποτέ! Λένε, δεν ξέρω, γιατί το δικό μου…μπούφος!
Τις κοιτάζω, που λέτε, σαν το χαζοπούλι, ν’ αλλάζουν πόδι και πλευρά και γωνία φωτογράφισης και να γέρνουν πότε πλώρη πότε πρύμνη και αν δεν φοβόμουν μην παρεξηγηθώ, πολύ θα ήθελα να ξεμοναχιάσω μία από αυτές στο powder room και να ρωτήσω: « Πώς το κάνεις αυτό το ¨φιόγκος¨ βρε πουλάκι μου και πώς να το κάνω και γω αλλά χωρίς να φαίνεται στο πρόσωπο μου πως υποφέρω φρικτά;!»
Μετά σκέφτομαι πως θα με κοροϊδέψουν, ξέρεις, τύπου μπούλινγκ, «η καημενούλα η αγαρμπούλα, δεν το΄χει» κι έτσι δεν μιλάω καθόλου. Τσιμουδιά. Βουβό δράμα. Μόνο κάθομαι στην άκρη της καρεκλίτσας μου ήσυχα ήσυχα κι αναστενάζω σιγανά και έχω και τον άλλον τον φόβο, μην με πάρει το βάρος μπροστά και μου ‘ρθει μαζί με την καρέκλα και το φερ φορζέ με το τασάκι και τους φρέντο καπέλο, να γελάσουν και οι εσπρεσιέρες, οπότε υπομένω, αναμένω και αναπνέω όσο γίνεται λιγότερο.
Διότι εγώ, Χαράλαμπε μου, δεν ξέρω αν με έχεις πετύχει ποτέ σε τέτοια κατάσταση, όσες φορές δοκίμασα να καθίσω έστω και για λίγη ώρα σε αυτή την στάση «σταυροπόδι της αποπλάνησης», να το παίξω πιο μοιραία, πιο …φαμ φατάλ, γυναίκα αράχνη βρε παιδί μου, ή κατέληγα με κράμπα που μ’ έσφαζε και τρέχαν γνωστοί και φίλοι να με γιατροπορεύσουν, την αγύμναστη και να βρουν ένα καναπεδάκι να με απλώσουν, την γραία με την οστεοαρθρίτιδα, ή μούδιαζε ολόκληρη η αριστερή μου πλευρά και μετά περπατούσα πέρα δώθε, κουνιοτραμπαλιστά, σαν τον Κουασιμόδο, μέχρι να επανέλθει η κυκλοφορία του αίματος στα φυσιολογικά της επίπεδα! Πασαρέλα του ελέους…Βήμα και βογκητό…έν’ δυό, έν δυό.
Όχι, όχι, μάλλον δεν είναι αυτά για μένα. Άσε που όταν κάθεσαι στην άκρη της καρέκλας αφήνεις χώρο να βάλεις πίσω σου την τσάντα, το πανωφόρι, τα ψώνια από το σουπερμάρκετ…το παιδί σου. Να το παραδεχτώ, δεν είναι πολύ άνετη θέση. Προκαλεί λίγο άγχος απ΄αυτό που βγάζει μάτι. Και πάψε επιτέλους να με ρωτάς αν βολεύτηκα κι αν κάθομαι άνετα. Τόσα χρόνια με ξέρεις. Όχι Χαράλαμπε μου, δεν θέλω να αλλάξουμε θέσεις, ευχαριστώ, είμαι μια χαρά εδώ στην ακρούλα μου. Ακροβατώντας στην τελευταία στροφή μιας καρέκλας του συρμού.
Νομίζεις πως είναι τυχαίο που πάντα διαλέγω να κάθομαι με την πλάτη στον τοίχο; Είμαι δαιμονία εγώ. Είναι η θέση η οποία εξαφανίζει το κενό ανάμεσα σε μένα και την πλάτη της καρέκλας. Εξαφανίζεται! Πουφ!
Άσε που γλιτώνεις και τα ρεύματα.
Και… πολύ σημαντικό επίσης, κόντεψα να το ξεχάσω, ελέγχεις και τον χώρο ένα γύρο. Ραντάρ! Κάθεσαι που κάθεσαι στα καρφιά, αν φοράς δε και τα γυαλιά σου είσαι ο καλύτερος κατάσκοπος για την φίλη που ενδιαφέρεται για τον προκομμένο στο απέναντι τραπέζι που κάποτε τα είχε με μια χαζοχαζή με βαμμένο φρύδι και πτυχιούχο του ακροβατικού σταυροποδίου συνδυασμένου μετά θανατερού ξεσκισμένου τζιν, ένα βήμα πριν τον γυμνισμό. Και αυτή την στιγμή λέει σαχλαμαρούλες στην σερβιτόρα! Αχού και κοίτα τσαχπινιές!!! Γιατί κι οι έρωτες, μας φάγανε τα χρόνια Χαράλαμπε…τί να λέμε! Και πως να της πεις πως ο τύπος που ερωτεύτηκε είναι επαγγελματίας πέφτουλας; Λέγονται αυτά τα πράγματα;
(Λέω και κάτι δικά μου, μη δίνεις σημασία)
Επίσης, κι αυτό σημαντικό, γλιτώνεις αυτή την απίστευτη παγωμάρα που αισθάνεσαι όταν σου «καρφώνουν» τον σβέρκο μ΄αυτό το βλέμμα «στιλέτο δωδεκάποντο χωρίς φιάπα». Για καλό, για κακό, δεν έχει σημασία. Σημασία έχει να βρεις στο τηλέφωνο τη μαμά σου να σε ξεματιάσει. Αυτό.
Και ξαναγυρνάω στο θέμα καρέκλα. Γιατί, μεταξύ μας, δεν έχω αποφασίσει ακόμα αν το θέμα μου έχει να κάνει με την ισορροπία, την αυτοπεποίθηση ή το ντιζάϊν.
Όπως και να έχει όμως το πράγμα, δύσκολα βρίσκεις την σήμερον καρέκλα να εμπιστευτείς. Να σε αγκαλιάσει, να ταιριάζετε γάντι, όπως οι σύγχρονες βελούδινες πολυθρόνες των multiplex κινηματογράφων ή ακόμα και εκείνες οι παλιές, του σκηνοθέτη, που αφηνόσουν να βουλιάξεις μέσα τους χωρίς φοβό. Αν και θα έπρεπε, γιατί έχω δει εγώ πανιά να σκίζονται κατά την διάρκεια της προβολής της ταινίας; Ουυυυ…Αλλά τότε οι άνθρωποι είχαν τρόπους. Όχι σαν σήμερα που σε σπρώχνει ο πισινός σου με το γόνατο για να βολευτεί και έτσι και του κάνεις παρατήρη σου βγάζει μιά γλώσσα ίσαμε το Χόλυγουντ! Κανείς τότε δεν θα κατηγορούσε την υπέρβαρη κυρία, αλλά θα τα έβαζαν με την παλαιότητα του υφάσματος και μιά καινούργια, πιο ανθεκτική πολυθρόνα θα ερχόταν αμέσως μαζί με τις συγνώμες της διεύθυνσης. Τί τα θες! Άλλοι καιροί. Σαν τις παλιές ελληνικές ταινίες…
Θυμήθηκα και κάτι άλλες Χαράλαμπε. Εκείνες τις μεταλλικές με τα καλώδια. Τις πρόλαβες; Πολύ μου άρεσαν. Αυτές μου άρεσαν τόσο που όταν κάποια στιγμή βρήκα παρόμοιες- σ’ αυτό το γνωστό μαγαζί με τα συναρμοπλογούμενα, ναι, αυτό- αγόρασα έξι για την βεράντα μου, ώσπου διαπίστωσα πως τα χερούλια είχαν κι αυτά από μία βίδα που τα κρατούσε στην θέση τους!
Οπότε, απόφάσισα να πάρω ένα κατσαβίδι για να σφίξω όσες βίδες μου δημιουργούν έστω και υποψία…λασκαρίσματος και να μην το φιλοσοφήσω άλλο. Δεν έχει νόημα, άκρη δεν βγάζω, άσε που αρχίζει και η ταινία και θα αρχίσουν τα σουτ σουτ οι πισινοί μας.
΄Ετσι κι αλλιώς, όλα σ΄αυτή την ζωή σε μιά βίδα στηρίζονται κι αν λασκάρει…κλάφτα Χαράλαμπε.
Χαράλαμπε κοιμάσαι; Αρχίζει η ταινία καλέ, ξύπνα! Καλέεε!
Α, δεν σε ξαναπαίρνω σινεμά.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr