Ο Κωνσταντίνος Μεϊντάνης είναι Απόφοιτος Κλασικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, καθώς και του King’s College και Birkbeck College του Πανεπιστημίου τού Λονδίνου.
Όταν τον έπιασα στα χέρια μου, δεν βάσταξα να μην τον ρωτήσω. Αν και αρχικά, δίστασα.
«Τί είδες από ’κει ψηλά, όπου έφτασες πάλι;»
«Τον ουρανό ολόκληρο», μου απάντησε.
Κι όμως, επέμεινα εγώ, ίσως για κάτι πιο «χειροπιαστό», ίσως πιο κοντινό μου:
«Και τί άλλο είδες, πες μου. Μόνον ουρανό;»
«Είδα εσάς τους ανθρώπους πολύ μικρούς, όλους. Μοιάζατε ίδιοι όλοι σας…»
«Μοιάζαμε;…»
«Ναι. Γιατί οι πιο πολλοί κοιτούσαν κάτω, στη γη, το χώμα. Και κάποιοι άλλοι, πρώτα τα παιδιά, κοιτούσαν μόνο ψηλά, συνεχώς, για να βλέπουν πώς πετώ. Δεμένος με σκοινί, και να πετάω.
Και με κοιτούσαν με λαχτάρα και με θαυμασμό, αν και εκείνοι με κρατούσαν. Και, μετά, κατέβηκα εδώ ξανά, να μην σας στενοχωρήσω».
«Πώς θα το έκανες αυτό, ποια στενοχώρια λες, τώρα δα κιόλας στην αρχή της άνοιξης;»
«Να σπάσω το σκοινί, όπως ’καναν άλλοι χαρταετοί. Και αφέθηκαν στον ουρανό, ακόμα ψηλότερα…»
«Κι αν κι εσύ έτσι έκανες; Και ανεβαίνοντας, σκιζόσουν, κι έχανες την ισορροπία στο πέταγμα; Κι έπεφτες, έπεφτες, δίχως τελειωμό; Γιατί ξέρεις πόσο φόβο φέρνει η πτώση;!»
«Κι αν σκιζόμουν, κι αν έπεφτα… Όσο πιο ψηλά, τόσο πιο δύσκολο είναι να συνεχίσεις. Αλλά πώς το ξέρεις αν δεν το τολμήσεις; Ψηλότερα δίχως σκοινί. Ξέρεις γιατί;»
«Πες μου. Τώρα που είσαι στα χέρια μου, ασφαλής».
«Γιατί το σκοινί κάποτε τελειώνει. Ο ουρανός ποτέ. Ρώτησε τον άνεμο, αν δεν πιστεύεις εμένα…»
16 Μαρτίου ’21,
Κωνσταντίνος Μεϊντάνης