Βιβλίο

Διαβάζοντας: “Δέσποινα” του Αύγουστου Κορτώ, του Άγγελου Κουτσούκη

Spread the love

Ο  Άγγελος Κουτσούκης είναι Ραδιοφωνικός Παραγωγός και Δημοσιογράφος.

 

Βιβλιοπρόταση: Άγγελος Κουτσούκης: “Ο άνθρωπος που έμενε στον Φάρο” από τις εκδόσεις Φίλντισι

“ΔΕΣΠΟΙΝΑ” του ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΚΟΡΤΩ εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ

Αυτό που με εντυπωσιάζει κάθε φορά που διαβάζω ένα μυθιστόρημα του Αύγουστου Κορτώ, είναι η ευκολία του να μεταπηδά από το ένα είδος στο άλλο, κάνοντάς το απόλυτα πετυχημένα. Ετσι, τα τελευταία χρόνια μετά την “Σκυλίσια Ψυχή” που είναι ένα εντυπωσιακό μυθιστόρημα που μιλά για την επιβίωση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, έγραψε το “Μυστικό του Λεονάρντο” που είναι ένα βιβλίο που μιλά για τον περίφημο Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Και φέτος, μας έδωσε την “Δέσποινα”. Ακόμα μία από τις γυναικείες περσόνες που του αρέσει να περιγράφει, θα μου πείτε. Δεν είναι ακριβώς έτσι. Γιατί η “Δέσποινα” δεν έχει καμμιά σχέση με την “Κατερίνα” ή την “Ρένα”. Ή ίσως και να έχουν όταν φτάνεις στο κουκούτσι του μυθιστορήματος που είναι η αγάπη.

Γιατί η “Δέσποινα” δεν είναι παρά ένα μυθιστόρημα που από την αρχή μέχρι το τέλος υμνεί την αγάπη της μάνας για το παιδί της. Με όλες τις υπερβολές που μιά μάνα μπορεί να κάνει για να εκφράσει αυτή την αγάπη.

Αυτή τη φορά η “φόρμα” που χρησιμοποιεί ο Αύγουστος Κορτώ είναι η φόρμα του μελοδράματος. Μού έφερε στο νού μελοδράματα του μεσοπολέμου, του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη.Φλερτάρει με την ιδέα η Δέσποινα να είναι μιά Ελληνίδα Παναγία των ημερών μας που έχασε τον γιό της τον Χρήστο όταν αυτός ήταν τριάντα τριών ετών,αλλά ,όπως είπε ο ίδιος σε μιά συνέντευξή του : “Η Δέσποινα σε μεγάλο βαθμό ακολουθεί την ιστορία της Παρθένου, μα κουβαλά και προσωπικές εμμονές ως προς τη μητρότητα, την τυφλή και μαινόμενη αγάπη, το πένθος ως αδιάκοπη συνομιλία με τη δική μας θνητότητα. Όσο για τις συνταγές –ή συμβουλές– είμαι λάθος περίπτωση, παράδειγμα προς αποφυγήν”.

Και για να πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή αντιγράφω από το οπισθόφυλλο:

“Κι αν η Παναγία ήταν Ελληνίδα μάνα;

Η Δέσποινα έχασε τον γιό της-τριάντα τριών χρονώ παλικάρι, από μιάν αποκοτιά, μιά φτυσιά στα μούτρα της Χούντας-κι έχει γυρίσει την πλάτη στον θρύλο που ξεπήδησε απ΄τον χαμό του:τι να την κάνει τη λατρεία του κόσμου, τους οπαδούς και τους πιστούς, όταν το παιδί της είναι μες στο χώμα;

Κι έτσι επιστρέφει με τον νου στο μόνο καταφύγιο-στο παρελθόν-και ξαναζεί τα πάθη και τα λάθη της: το ακριτικό χωριό και τους γέρους γονείς της, το μωρό στα σπλάχνα της, με τον ανομολόγητο πατέρα, τον ξενιτεμό στην Αθήνα, στο αρχοντικό της Δεξαμενής. Από ψυχοκόρη αφέντρα και κυρά, γυναίκα του καλόκαρδου Σήφη, σύντροφος και στήριγμα στα μαύρα χρόνια της κατεχόμενης Κρήτης-μα πάνω απ΄όλα, μάνα του Χρήστου.

Αλλά όση αγάπη κι αν του έδινε, ο μοναχογιός της ήταν μιά ζωή ατίθασος, άπιαστος σαν αγρίμι, άφοβος στον κίνδυνο κι αψήφιστα δοσμένος στη φιλία και στον έρωτα, λες και μπορούσε να πατήσει χάμω ως και τον θάνατο. Κι έτσι παρασύρθηκε, απ΄τον φανατισμό της κουστωδίας του και τα μάτια της Μάγδας, κι έφαγε το κεφάλι του.

Μα όλα αυτά τα χρόνια, τα μερόνυχτα της αγωνίας και της πίκρα  ,η Δέσποινα είχε μιά κρυφή παρέα. Ορατή μόνο στα μάτια της ψυχής της, την κόρη που δεν απόκτησε, την κόρη που θα μεγάλωνε στο πλευρό της και θα γινόταν απάγκιο κι αποκούμπι της. Μήπως κι η ίδια η Παναγιά δεν θα΄θελε ένα κοριτσάκι, για να γλυκαίνει η αντάρα που την πότιζε ο κανακάρης της, για να αλαφραίνει ο πόνος του φευγιού του.

Ώσπου μιά μέρα, ένας χαμένος φίλος του Χρήστου-ο Γιαννάκης, αφοσιωμένος σαν μαθητής και γλυκός σαν παραγιός-έρχεται να ταράξει τη μοναξιά της Δέσποινας με τις αποκαλύψεις του, με την αλήθεια που λουφάζει στην πιό απίθανη κρυψώνα.

Μια ιστορία γι΄αυτό που ζήλεψε ακόμα κι ο Θεός, την αγάπη της μάνας”.

 “Η Δέσποινα είναι από αυτά τα βιβλία που αν δεν τα είχε γράψει ο Κορτώ δε θα τα διάβαζα ποτέ μιας και η θεματολογία τους μου είναι αδιάφορη. Κι όμως εκείνος καταφέρνει και με κάνει όχι απλά να τα διαβάσω, αλλά να μη μπορώ να σηκώσω κεφάλι μέχρι να τελειώσουν. Αυτό οφείλεται στον μοναδικό τρόπο γραφής του που είναι λες και κάποιος σε παίρνει μια αγκαλιά και σου αφηγείται μια ιστορία μπροστά στο τζάκι”, έγραψαν για την “Δέσποινα” στο Bookreviews .

 Θα συμφωνήσω απόλυτα με αυτή την άποψη. Ο Αύγουστος Κορτώ έχει αυτό το χάρισμα.Ξέρει να γράφει ιστορίες. Και όχι μόνο να τις γράφει, αλλά γνωρίζει πως να μπαίνει στην ψυχή κάθε ηρωίδας του. Η Δέσποινα είναι μιά γυναίκα γεννημένη σε ένα χωριουδάκι της βόρειας Ελλάδας, σχεδόν αγράμματη, που μένει έγκυος κατά λάθος και για να γλυτώσουν τη ντροπή από τους συγχωριανούς, οι γονείς της τη στέλνουν ψυχοκόρη σε ένα πλουσιόσπιτο στην Αθήνα, όπου τα “αφεντικά” της που δεν μπορούν να κάνουν παιδιά θα υιοθετήσουν το παιδί που θα γεννήσει. Η κυρά της, μιά ασθενική γυναίκα, πεθαίνει λίγο πριν γεννηθεί το παιδί, και ο πλούσιος χήρος παντρεύεται την Δέσποινα και μεγαλώνει το αγόρι που γεννιέται σαν δικό του. Όλα αυτά στα χρόνια λίγο πρίν τον πόλεμο.

Το έγραψα και στην αρχή, η όλη υπόθεση μοιάζει με μελόδραμα του μεσοπολέμου. Αλλά μπαίνει στη μέση ο συγγραφέας και αυτό το μαγικό πράγμα που λέγεται γραφή και μεταμορφώνει μια χιλιοειπωμένη ιστορία σε κάτι μοναδικό. Το μελόδραμα παύει να είναι μελό. Γίνεται; Στην περίπτωση του Κορτώ γίνεται. Η γραφή του είναι απλή, λαϊκή. Αλλά είναι απλή και λαϊκή επειδή έτσι αποφάσισε ο ίδιος ότι πρέπει να είναι.Με ακρίβεια χειρούργου μπαίνει στη θέση της Δέσποινας και δημιουργεί μιά ηρωίδα απόλυτα πειστική. Από το πώς μιλάει, πώς ντύνεται, πώς μαγειρεύει, πώς σκέφτεται, πώς αντιδρά. Μόνο και μόνο για τη γλώσσα που χρησιμοποιεί του αξίζουν συγχαρητήρια. Αλλά δεν είναι μόνο η γλώσσα αυτό που κάνει την “Δέσποινα” ένα μυθιστόρημα που διαβάζεται από την αρχή μέχρι το τέλος απνευστί. Είναι η αμεσότητα που έχει,  είναι οι μικρές λεπτομέρειες μιάς ζωής που δεν έχει πολλά κοινά με τη δική μας, είναι ο τρόπος που “αναπνέει” η ηρωίδα του. Με λίγα λόγια, είναι απολύτως πειστική. Ίσως όχι σαν τη μέση-αστή- Ελληνίδα μάνα των ημερών μας, αλλά σαν μάνα που το μόνο που ουσιαστικά έχει, είναι το παιδί της. Το χωριό της Δέσποινας κάηκε στον εμφύλιο, δεν έχει επιστροφή, στην Αθήνα δεν ενσωματώθηκε ποτέ, το μόνο που έχει δικό της είναι ο Χρήστος, ο γιός της.

“Με τραβάει το σκοτάδι – είναι σαν να μου ζητάει μια στάλα θάρρος, μια σπίθα φως”, είπε σε μιά συνέντευξή του στη Γιούλη Τσακάλου ο συγγραφέας. Και ίσως ο κοινός παρανομαστής σε ό,τι έχει γράψει να είναι αυτός. 

Ο Αύγουστος Κορτώ είναι νέος, γεννήθηκε το 1979. Ίσως αυτός να είναι ο λόγος που περιμένουμε πολλά από αυτόν.

Μόνο στη Ρόδο: Αποστόλου Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στάδιο ΔΙΑΓΟΡΑΣ)-Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ)-Λεωφόρος Κρεμαστής – Πηγές Καλλιθέας (από Μάιο-Οκτώβριο) & catering Γάμοι-Βαπτίσεις, Συνέδρια, Εκδηλώσεις

PANE DI CAPO – AT RHODES – ΣΤΗ ΡΟΔΟ – ΤΗΛ: 22410-69007

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
«Η πέμπτη πόλη των Δωριέων» Κώστας Στοφόρος: το βιβλίο που διάβασα, του Κωστή Α. Μακρή
Τηλέμαχος Κώτσιας, «Στη δίνη του ψυχρού πολέμου», του Μάνου Κοντολέων (κριτική)
Διαβάζοντας: “Μικρές φωτιές παντού”, του Άγγελου Κουτσούκη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.