Ο κ. Σταύρος Γιαγκάζογλου είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Θεολογίας του Ε.Κ.Π.Α. (Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών) στον Tομέα της Συστηματικής Θεολογίας
… Η παρουσία του Χρήστου Γιανναρά στον δημόσιο χώρο υπήρξε ιδιαίτερα διακριτή κυρίως μετά τη Μεταπολίτευση και μέχρι σήμερα. Το πλούσιο συγγραφικό έργο του, αλλά και η δημόσια παρουσία του τον έχουν καταστήσει πλέον μία σημαντική προσωπικότητα της ελληνικής θεολογικής και φιλοσοφικής σκέψης. Το συνολικό έργο του αριθμεί πάνω από 80 βιβλία, τα οποία είναι είτε εκτενείς επιστημονικές μονογραφίες είτε συλλογή άρθρων και επιμέρους μελετών. Ένα μεγάλο μέρος της εργογραφίας του έχει μεταφραστεί σε πάνω από ένδεκα ευρωπαϊκές γλώσσες. Το συγγραφικό έργο του αποτελεί σπουδή και έρευνα κυρίως των διαφορών μεταξύ της ελληνικής σκέψης είτε στην αρχαιοελληνική φιλοσοφική είτε στην πατερική και θεολογική έκφρασή της σε σχέση με τη δυτικοευρωπαϊκή φιλοσοφία και παράδοση είτε στη μεσαιωνική είτε στη νεωτερική εκδοχή της. Για τον Χρήστο Γιανναρά οι διαφορές αυτές εκπροσωπούν δύο διαφορετικούς πολιτισμούς και συνιστούν δύο εντελώς διαφορετικούς τρόπους του βίου. Ο Χρήστος Γιανναράς επί σειράν ετών υπήρξε ένας από τους πλέον επιδραστικούς διανοούμενους στον δημόσιο χώρο, διατηρώντας σταθερή επιφυλλιδογραφία σε μεγάλες κυριακάτικες εφημερίδες. Συχνά εμφανιζόταν στην τηλεόραση σε ποικίλες εκπομπές συζητήσεων για θέματα και προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας και προσκαλούνταν να μιλήσει σε διάφορες πόλεις στην Ελλάδα αλλά και στον Ελληνισμό της διασποράς . Η έγνοια του για την πορεία του Ελληνισμού στο εξωτερικό αλλά και οι διάφορες περιοδείες σε πόλεις της Ελλάδος ήταν μια προσπάθεια να μεταφερθεί η θεολογία αλλά και οι θέσεις του για την ελληνική παράδοση και ταυτότητα σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Συνάμα, συνδέθηκε στενά και με τη γόνιμη παρουσία των Ορθοδόξων στη Δυτική Ευρώπη οι οποίοι προέρχονταν από διάφορες εθνικές και πολιτισμικές παραδόσεις…
Κάθε νέο βιβλίο που εξέδιδε, γινόταν αφορμή γόνιμων συζητήσεων. Τα κείμενα και ο προφορικός του λόγος εξέφραζαν την αμεσότητα και την αίσθηση μιας σύγχρονης και διαλεγόμενης σκέψης πάντοτε με ιδιαίτερη και πολυεπίπεδη εκφραστική τέχνη. Ο Χρήστος Γιανναράς υπήρξε για πολλές δεκαετίες ο αιώνιος έφηβος της νεοελληνικής θεολογίας. Όταν πρωτοδιάβασα ως φοιτητής τα κείμενα του , το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση ήταν η «μαστορική» της γλώσσας του, μια γλώσσα καίρια ποιητική, βαθιά υπαρξιακή και έντονα παραστατική, ο λόγος ως «τέχνημα». Παρόμοια θεολογική γλώσσα εντόπισα κατόπιν στον Πωλ Ευδοκιμώφ, Ρώσο θεολόγο της διασποράς, αλλά και στον Ολιβιέ Κλεμάν, από τους οποίους, καθώς νομίζω, επηρεάστηκε γλωσσικά και αισθητικά. Σημαντική επίδραση ως προς τη γλώσσα και το ύφος της έκφρασης δέχτηκε επίσης από τον Ζήσιμο Λορεντζάτο και ευρύτερα από τη λογοτεχνική γενιά του 1930 κυρίως ως προς τον ελληνοκεντρικό άξονα του έργου του. Ως προς τη σημασία της ελληνικότητας, την ιθαγένεια του τοπίου και της λαϊκής παράδοσης, ο σπουδαίος αρχιτέκτονας και ακαδημαϊκός Δημήτρης Πικιώνης φαίνεται να άσκησε σημαντική επίδραση στις αισθητικές αντιλήψεις του Χρήστου Γιανναρά ήδη από τη νεότητά του. Η θεολογική αφύπνιση και η αλλαγή πορείας του μετά την αποχώρησή του από τη «Ζωή» φαίνεται ότι σχετίζεται με τη γόνιμη μαθητεία που είχε κοντά στον Δημήτρη Κουτρουμπή στα χρόνια της Σκαπάνης και του Συνόρου. Τη θεολογική του σκέψη φαίνεται να επηρέασαν αφετηριακά ο Νίκος Νησιώτης (1956) και ο Ιωάννης Ζηζιούλας (1965) με τις πρωτοποριακές διατριβές τους, και κατόπιν ο Βλαντιμίρ Λόσκυ, ο Πωλ Ευδοκιμώφ και ο Ολιβιέ Κλεμάν, ενώ στη φιλοσοφική του προσέγγιση επέδρασε καταλυτικά ο Μάρτιν Χάιντεγκερ, ο σημαντικότερος φιλόσοφος του υπαρξισμού του 20ου αιώνα. Οι πηγές της σκέψης του Χρήστου Γιανναρά ανιχνεύονται σε όλο το εύρος της βιβλικής και πατερικής παράδοσης με ιδιαίτερη έμφαση στις αρεοπαγιτικές συγγραφές, στον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, στον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, στον άγιο Ισαάκ τον Σύρο, στον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, στον άγιο Γρηγόριο Παλαμά, ενώ ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και η λογοτεχνική γενιά του 1930 φαίνεται ότι τον ενέπνευσαν ποικιλοτρόπως σε ότι αφορά τη ζωντανή λαϊκή παράδοση και αδιάκοπη συνέχεια της ελληνικότητας. Συνάμα, ο Χρήστος Γιανναράς με το έργο του επιχείρησε να αναδείξει μία «ελληνική» ανάγνωση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, αλλά και τη γόνιμη πρόσληψη και συνέχειά της στη σκέψη των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας, πέρα από την αποσπασματική πρόσληψή της από τη δυτικοευρωπαϊκή φιλοσοφική παράδοση…
Ο Χρήστος Γιανναράς πρώτος εισήγαγε και καλλιέργησε τη σύγχρονη έκφραση της θεολογίας στη δημοτική γλώσσα, εισάγοντας τον τύπο του θεολογικού δοκιμίου και αλλάζοντας μια ολόκληρη νοοτροπία στην ακαδημαϊκή θεολογία αλλά και ευρύτερα στον εκκλησιαστικό χώρο. Το εγχείρημα αυτό, ιδιαίτερα μετά την κρίση και κατάρρευση του ευσεβισμού των χριστιανικών οργανώσεων, το ιδεολόγημα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού όπως επιβλήθηκε στην περίοδο της επτάχρονης δικτατορίας και μετά τις νέες κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές συνθήκες που εγκαινίασε η Μεταπολίτευση, υπήρξε καίρια καταλυτικό. Στην ουσία ο Χρήστος Γιανναράς μετασχημάτισε τη θρησκειοποιημένη και ηθικίζουσα γλώσσα του εκκλησιαστικού χώρου, αλλά και την ξύλινη και νοησιαρχική καθαρεύουσα γλώσσα της ακαδημαϊκής θεολογίας σε μία δόκιμη δημοτική γλώσσα, η οποία εξέφραζε στον δημόσιο χώρο μια θεολογία με έντονα υπαρξιακό χαρακτήρα και νόημα ζωής για τον σύγχρονο άνθρωπο. Από την άποψη αυτή ο Χρήστος Γιανναράς πρώτος διαμόρφωσε και εισήγαγε στην Ελλάδα μια δημόσια θεολογία. Πέρα από το έργο του, υπάρχει και η μαρτυρία πολλών ανθρώπων ότι χάρη στον δημόσιο και κριτικό λόγο του Χρήστου Γιανναρά μπορούσαν να μιλούν κατά τη δεκαετία του 1970 ή και του 1980 στα σχολεία, στο πανεπιστήμιο και στην κοινωνία για θέματα ορθόδοξης πίστης και ζωής δίχως να ντρέπονται ή να αντιμετωπίζουν ένα είδος άμεσου πολιτικού διασυρμού ή κοινωνικής υποτίμησης, λόγω της ιδεολογικής καπηλείας του λεγόμενου ελληνοχριστιανικού πολιτισμού από το δικτατορικό καθεστώς. Πρόκειται, όντως, για μια καίρια πτυχή της συμβολής του Χρήστου Γιανναρά στα θεολογικά πράγματα. Ασφαλώς, οι ιδέες που συνδέονται με συγκεκριμένες ανάγκες και προβλήματα μιας εποχής κάποτε παλαιώνουν και χάνουν την αρχική τους λάμψη, ακόμη και τη σημασία ή τη λειτουργία τους. Πολλά από όσα ο Χρήστος Γιανναράς με τόλμη, γενναιότητα και πρωτοπορία εξέφρασε στις πρώτες δεκαετίες της πνευματικής πορείας του, σήμερα μοιάζουν να είναι κοινοί τόποι. Η συμβολή του, όμως, στη γλώσσα και στη λειτουργία της θεολογίας στον δημόσιο χώρο και ευρύτερα στον χώρο του πολιτισμού, νομίζω ότι θα πρέπει κάποτε να αναγνωριστεί ότι οφείλεται κατεξοχήν στη δική του εργώδη και εμπνευσμένη συμβολή…
Η συμβολή του Χρήστου Γιανναρά υπήρξε πολύπτυχη, καίρια και σημαντική. Η θαρραλέα κριτική του στάση στον απροκάλυπτο και παιδαριώδη ηθικισμό των χριστιανικών οργανώσεων, στην ακαδημαϊκή και νοησιαρχική θεολογία του καιρού του, στην αθέμιτη διαπλοκή της ηγεσίας της Εκκλησίας με το δικτατορικό καθεστώς των συνταγματαρχών, στην αδράνεια και στην αφωνία της μετά τη Μεταπολίτευση, αλλά και η προσπάθειά του να μελετήσει και να προβάλλει τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις της ορθόδοξης θεολογίας σε έναν γόνιμο διάλογο με τη νεότερη ευρωπαϊκή σκέψη, με τον σύγχρονο κόσμο και πολιτισμό, η έγνοια του να φέρει σε επαφή τη νεοελληνική θεολογία με το ρεύμα της θεολογίας των Ρώσων της διασποράς, αλλά και αργότερα η τόλμη του να ασκήσει ριζοσπαστική κριτική προς τη θρησκειοποιημένη εκδοχή της Ορθοδοξίας, να αναδείξει τις εκκλησιολογικές παραμορφώσεις του φονταμενταλισμού και του εθνικισμού των Ορθοδόξων καθώς και άλλων φαινομένων θρησκευτικής αλλοτρίωσης στον τόπο μας, δείχνει ότι ο Χρήστος Γιανναράς επί δεκαετίες εξέφραζε την πρωτοπορία στα θεολογικά πράγματα. Ίσως αυτό να εξηγεί γιατί προβλήθηκε έντονα και συνάμα γιατί δημιούργησε αντιπάθειες και αντιπαραθέσεις. Ενδεχομένως, ανέλαβε πολλά και μεγάλα βάρη και επιχείρησε να τα σηκώσει μόνος του σε εποχές δύσκολες. Ο Χρήστος Γιανναράς άνοιξε πολλά μέτωπα με κατεστημένες νοοτροπίες. Οι χριστιανικές οργανώσεις τον εκδικήθηκαν γιατί τις απομυθοποίησε τεκμηριωμένα. Ακόμη και πολλοί φίλοι και συνοδοιπόροι του που στελέχωναν το νεανικό έργο των οργανώσεων δεν του συγχώρεσαν ότι αποδόμησε τα χριστιανικά ιδεώδη της νιότης τους. Η ακαδημαϊκή θεολογία της εποχής δεν του άνοιξε τις πόρτες. Οι ομότεχνοί του τον υποτίμησαν. Τα βιβλία και οι παρεμβάσεις του, όμως, άνοιξαν δρόμους, συζητήθηκαν έντονα, επηρέασαν γόνιμα. Ο αγώνας της πρωτοπορίας, η συνειδητοποίηση ότι αναμετρήθηκε μόνος του με τις δυνάμεις του κατεστημένου και της αδράνειας, ενδεχομένως να του έδωσαν την αίσθηση ότι παίρνει επιτέλους τη revanche…
Γράφοντας αυτές τις γραμμές και αναδιφώντας στο έργο του φέρνω στον νου μου και τη δική μου πορεία στη σπουδή της θεολογίας αλλά και την εκ του σύνεγγυς γνωριμία μαζί του στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Όσο και αν η θεολογία γίνεται συχνά το εφαλτήριο για ατομική σταδιοδρομία, η γόνιμη σπουδή της αλλά και η κριτική αποτίμηση του θεολογικού μόχθου των άλλων οφείλει προπαντός να γίνεται μέσα σε ένα πλαίσιο ευθύνης για την κριτική πρόσληψη, την εμπνευσμένη οικοδομή και κυρίως την ανανέωση της θεολογικής μαρτυρίας στην εποχή μας. Ο Χρήστος Γιανναράς με τον χαρισματικό του λόγο σμίλεψε μια καίρια ποιητική γλώσσα και εξέφρασε με πρωτόγνωρο τρόπο τον πλούτο της Ορθόδοξης θεολογίας και μαρτυρίας στον καιρό μας. Διερμηνεύοντας την αγωνία και τα αδιέξοδα της εποχής μας, έκανε προσιτό στον σύγχρονο άνθρωπο το βαθύτατα υπαρξιακό νόημα της πίστης, της λατρείας και της ζωής της Εκκλησίας. Όλοι εμείς που μαθητεύσαμε στα κείμενά του, όλοι εμείς που τον συναντήσαμε, τον ευχαριστούμε!
Πηγή: Τα αποσπάσματα προέρχονται από τη μελέτη μας, «Τὸ ἀληθεύειν ὡς κοινωνεῖν. Θεολογία και φιλοσοφία στο έργο του Χρήστου Γιανναρά», η οποία θα δημοσιευθεί τον Οκτώβριο στο προσεχές τεύχος 13 του ηλεκτρονικού περιοδικού Φρέαρ. [φβ]