Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Αδέλφια, Ομόνοια, Αγάπη, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή

Spread the love

 

Ματίνα Ράπτη -Μιληλή

Σήμερα ( 25η Μαρτίου) που ΄ναι μέρα γιορτής και χαίρεται η πατρίδα μας  απ΄άκρη σ΄άκρη ( κι απ΄ότι έφάνει …κι ο κόσμος όλος), σήμερα που λέτε, σήμερα, όλη μέρα, έβλεπα τηλεόραση.  Έβλεπα τηλεόραση, τηγάνιζα  μπακαλιάρους, κοπάναγα σκόρδα και ζούμπαγα πατάτες, λόγω της ημέρας φυσικά. Δεν είμαι τρελή να ταίζω τον σύζυγο σκορδαλιά συχνότερα από μία, άιντε δύο φορές τον χρόνο. Την πίεση την ρυθμίζουμε και με άλλο τρόπο, λιγότερο …διαδραστικό.

Μέρα δημιουργική, που λέτε, και συναισθηματικά φορτισμένη. Αν και ποίημα από το σχολείο δεν θυμάμαι, ολική διαγραφή, ή απλά «δεν τα’ λεγα». Ποιός να ξέρει πια;  Επίσης  δεν, (το τονίζω αυτό  μαμά), ΔΕΝ,  έχω φωτογραφία ντυμένη Αμαλία, από το  φωτογραφείο του κυρ Σταύρου, όπως έχουν όλες οι συμμαθήτριές μου,  του φωτογράφου  που ήταν στον πεζόδρομο της πλατείας, ξέρεις.  Ούτε φωτογραφία από παρέλαση βρήκα(μαμά;;;!) , παρ΄όλα αυτά  λίγο  ο εθνικός μας ύμνος, λίγο ο ήχος από τα Rafale , λίγο οι δίμερτοι  εύζωνες, λίγο η ενθουσιώδης πιτσιρικαρία με τα σημαιάκια στο Σύνταγμα, λίγο τα άλογα με τους καβαλάρηδες αγωνιστές, πολύ η σκορδαλιά, λίγο  ο Κάρολος και η Καμίλα με τα καφτάνια(αυτή τώρα θα γυρίσει σπίτι της και θα ψάχνει αυτόν τον άχρηστο που της είπε πως δεν κάνει κρύο στην Ελλάδα…), λίγο που δεν μπορώ να πάω στη νέα Πινακοθήκη, λίγο η σημαία με τα ζουμπούλια , λίγο τα λόγια του Λαζάρου…ε, δεν ήθελα και πολύ να τα μπήξω.

  Ήταν μιά μέρα απολύτως αφιερωμένη στην γαλανόλευκη πατρίδα,  αυτή που κάποτε ήταν κομματάκια κομματάκια κομματάκια, σαν πάζλ ένα πράμα και ήρθανε καιροί δύσκολοι και βασανίστηκε πολύ, αλλά στο τέλος την συναρμολογήσανε, ντόπιοι και ξενομερήτες, ώσπου  πήρε το  τελειωτικό της σχήμα, αυτό που με κόπο και πολύ προσοχή ξεπατικώναμε από τον σχολικό  Άτλαντα και χρωματίζαμε με τρίμματα  ξυλομπογιάς και μπαμπάκια  στο μάθημα της  Γεωγραφίας. Θυμάστε, εκείνον τον χάρτη που είχε για σύνορα κάτι μαύρες διακεκομμένες γραμμούλες  που στριφογύριζαν πάνω στο χαρτί και έκλειναν μέσα τους όλο το νόημα και την ουσία αυτής της μέρας.

Κι όλα αυτά για να μπορώ τώρα εγώ να κυκλοφορώ ελεύθερη, δηλαδή  να πηγαίνω όπου θέλω,  (για όταν θα ξανακυκλοφορήσουμε πρώτα ο Θεός  το λέω αυτό), να λέω ό,τι κατεβάσει η γκλάβα μου, να γράφω ό,τι θέλω σε όποιον ξένο τοίχο μου φανεί αρκετά καθαρός και γενικά να μην φοβάμαι να είμαι εγώ.

Η αλήθεια είναι πως  η ιστορία αυτού του τόπου έχει πολλά σκαμπανεβάσματα και μπες βγες, πάνω κάτω και πλαγίως, πολύ παρασκήνιο, πολλά μυστικά και σκελετούς στα σεντούκια της.  Γιατί θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία (Αντρέας Κάλβος Μουστάκια), αλλά κρύβει  πολύ προδοσία, αίμα, δάκρυα και ιδρώτα (Σάκης Ρουβάς  Μουστάκια).  Παραταύτα, εγώ δεν θα σταθώ στις λεπτομέρειες και στον διάβολο που κρύβεται από πίσω τους(κι αυτό κλεμμένο Μουστάκια).

  Θα σταθώ στην ουσία και η ουσία είναι πως ναι,  ίσως να  προτιμούσα να ακούσω τον εθνικό μας ύμνο, εκεί, στον ιερό βράχο της Ακρόπολης, κάτω από τον  βαρύ  Αττικό ουρανό, από ένα πιτσιρίκι με τρεμάμενη φωνή, ή από έναν λεβέντη  εύζωνα, γιατί όχι, αλλά δεν με πείραξε και η καημένη η σοπράνο με την διεθνή καριέρα, που πέσανε να την φάνε ζωντανή, επειδή δεν ήταν και τόσο διεθνής, επειδή άνοιξε τα χέρια της ή επειδή φορούσε χλαμύδα, για τον απλούστατο λόγο πως  όποτε και να ακούσω τον εθνικό μας ύμνο, είτε τον βροντοφωνάζουν είτε τον μουρμουρίζουν, είτε έχω μπροστά μου μια  συμφωνική ορχήστρα, είτε μια μελόντικα, ένα παράξενο πράγμα αλλά πάντα, μα πάντα  θέλω να κλάψω.  Γιατί; Γιατί είμαι Ελληνίδα κι άλλη εξήγηση δεν υπάρχει αυτή την στιγμή στο μυαλό μου. (Δικό μου Μουστάκια)

Και η ουσία είναι πως μπορεί ο συνταξιούχος πρίγκιπας Κάρολος (και η δούκισσα του)  να  κουβαλάει  ένα λοβ στόρυ για σινερομάντζο, να κουβαλάει μια σειρά ανεκδότων που αφορούν την σιδηρά μητέρα του, να τον ακολουθεί ένας τσιγκούνης αγέρωχος  Σκωτσέζος, καθώς και  μιά τραγωδία που αφορά την αδικοχαμένη  πρώην σύζυγο, μπορεί να ζει στον αντίλαλο  ενός σκανδάλου  που αφορά τον τσαχπίνη αδερφό του κι ενός άλλου, πιό φρέσκου, που αφορά το τσιβαέρι του, μπορεί να ζει με έναν καημό αγιάτρευτο για το αν και πότε θα γίνει επιτέλους βασιλιάς, αλλά δεν παύει να είναι και ένας πολύ ευγενής άνθρωπος που ψάχνει εναγωνίως μιά θέση στην ιστορία αλλά και στην ίδια του την οικογένειά επίσης (έχουμε δει ίσαμε ένα καντάρι The Crown)και η ιδέα της ελάχιστης  σύνδεσης με την δική μας ένδοξη ιστορία  φάνηκε πως τον άγγιξε λίγο περισσότερο από ότι θα περίμενε κανείς.   

Αυτό το « ευχαριστώ που σκεφτήκατε να με καλέσετε» σχεδόν με στεναχώρησε και ενώ ήθελα να βάλω σε λειτουργία το δικό  μου, προσωπικό  φλεγματικό χιούμορ ξαφνικά δεν μου ερχόταν τίποτα παρά πάνω να πω…παρεκτός του «αν μας έφερνες πίσω και τα γλυπτά του Παρθενώνα … τί καλά που θα ήτανε!» Και του ευχήθηκα καλή επιστροφή και ελπίζω να πετύχαμε το νούμερο του ντουλαμά για τον εγγονό…γιατί αλλαγές δεν γίνονται.

Η σκορδαλιά μου τελικά  αποδείχτηκε πολύ «κακιά» και μάλλον κάποια στιγμή φαίνεται πως οι αναθυμιάσεις άρχισαν να με επηρεάζουν αρνητικά γιατί έπιασα τον εαυτό μου να ετοιμάζεται να κάνει μακροβούτι  στην λούμπα του ιντερνετ…εκεί που ο συναγωνισμός για την μεγαλύτερη κακία μοιάζει με σκυταλοδρομία των Ολυμπιακών  αγώνων.

Ο ένας ράβει κι ο άλλος ξηλώνει και στο τέλος το εργόχειρο είναι του τρελού το πανηγύρι και δεν θυμάσαι ποιος το ξεκίνησε αλλά τέλος δεν υπάρχει μέχρι να βρεθεί το επόμενο θέμα προς ξεπουπούλιασμα.

Κάπου εκεί,  πάω να θυμηθώ ένα προσωπικό μου βίωμα, όταν κάποτε πήγαμε με τον σύζυγο, απόκριες, σε φιλικό σπίτι, ντυμένοι καρνάβαλοι για να διαπιστώσουμε πως το πάρτυ δεν ήταν μασκέ! Εγώ ντυμένη Κλεοπάτρα  με το μάτι διχάλα και ο σύζυγος Σουλειμάν ο μεγαλοπρεπής (καθότι Αντώνιος με κοντή δερμάτινη φούστα με πιέτες και  καταχείμωνο…δεν…καταλαβαίνετε!). Ποιός δεν κατάλαβε καλά, ποιός δεν εξήγησε σε ποιόν, μυστήριο μέγα. Το θέμα είναι πως σκάμε σε ένα σαλόνι με κουστούμια και μικρά μαύρα φορέματα,  σαν μπουλούκι από περιοδεύοντα θίασο και ήταν να ανοίξει η γης να μας καταπιεί. Πλησιάζουμε ένα μυστακοφόρο κύριο που καθόταν σε μία γωνιά και έπινε το ποτό του  για να διαπιστώσουμε πως ήταν μιά φίλη μας που και εκείνη δεν είχε καταλάβει το dress code του καλέσματος και είχε φορέσει το κουστούμι του πεθερού της για να έρθει ντυμένη ως συμβολαιογράφος του μεσοπολέμου! Ευτυχώς είμασταν τρεις οι δαχτυλοδειχτούμενοι και εδώ ακριβώς είναι που άρχισα να συμπάσχω με την καημένη κυρία Αγγελοπούλου που δεν κατάλαβε κι αυτή η έρμη πως τα καλέσματα για την εθνική μας επέτειο  δεν ήταν θεματικά; Τί είχε συμβεί;

Πολύ γελάσαμε όλοι και είπαμε ένα σωρό χοντράδες και ο καθε ένας έλεγε το κοντό του και το μακρύ του περί του ενδυματολογικού της κυρίας παμπλούτου,  ώσπου  διάβασα αυτό…Διαβάστε προσεκτικά μαζί μου παρακαλώ.

« Η πρόεδρος της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» εμφανίστηκε στην δοξολογία στην Μητρόπολη Αθηνών  φορώντας έναν ντουλαμά. Πρόκειται για πανωφόρι του 19ου αιώνα. Το συγκεκριμένο πανωφόρι είναι φτιαγμένο από τον Αριστείδη Τζονευράκη , τον τελευταίο ίσως, ή έναν από τους τελευταίους ‘Ελληνες κοπτοράπτες ή «τερζήδες» όπως τους έλεγαν επί Τουρκοκρατίας. Ο κύριος Τζονευράκης είναι άμεσος συνεργάτης του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος, στο Ναύπλιο. Δημιουργεί σχέδια και κεντήματα για το «Αριστοτέχνημα» το δικό του εργαστήριο στο ΄Αργος. ¨Εχει μελετήσει σε βάθος τις παραδοσιακές φορεσιές και σήμερα εκμοντερνίζει την παράδοση.»

«Στην εκδήλωση για την  Εθνική πινακοθήκη η κ. Αγγελοπούλου επέλεξε ένα λευκό πουκάμισο και παραδοσιακό αμάνικο επενδυτή. Πρόκειται  για επενδυτή πιρπιρί Ιωαννίνων, δάνειο από το μουσείο του Λυκείου Ελληνίδων, το οποίο διαθέτει πολλά παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα . Το ρούχο δάνεισε στην Γιάννα Αγγελοπούλου η πρόεδρος του μουσείο, Ελένη Μάουζη Τσαλδάρη. Λεπτομέρεια  στην εμφάνισή της η ασημένια ηπειρώτικη πόρπη από ασημοτεχνίτες των Ιωαννίνων.»

Αυτόματα θυμήθηκα πως και η μητέρα μου και εγώ και τα αδέρφια μου αλλά και η κόρη μου μετά από μένα, ήμασταν και είμαστε μέλη του Λυκείου Ελληνίδων της δικής μας, ιστορικής  πόλης.  Θυμήθηκα πως φοράω και γω κάποιες φορές κοσμήματα, αντίγραφα, ή και γνήσια από την παραδοσιακή μας φορεσιά, την γρίζα, τη νυφική φορεσιά  των γιαγιάδων μας, και πολύ το χαίρομαι και το καμαρώνω κάθε φορά.

Η επίδραση της «κακιάς» σκορδαλιάς πέρασε ευτυχώς γρήγορα και η μέρα έκλεισε με ντοκυμαντέρ και ταινίες ιστορικού περιεχομένου. Είπα να χαρίσω στον παράξενο εορτασμό αυτής της σημαντικής επετείου ολόκληρη την ημέρα μου και έτσι με πήρε ο ύπνος με την εικόνα της Λασκαρίνας  Μπουμπουλίνας- Ειρήνης Παπά και του Παπαφλέσσα -Δημήτρη Παπαμιχαήλ, να με νανουρίζουν με κανονιοβολισμούς και στίχους από τον Θούριο του Ρήγα Φερραίου του Βελεστινλή …και μιά ελαφριά βαρυστομαχιά …

«Αδέρφια, ομόνοια, αγάπη»(Γιωργάκης Μαυρομιχάλης, Μουστάκια)

SHARE
RELATED POSTS
Τριάντα, του Αλέξανδρου Μπέμπη
Καπνίζοντας στην παγωνιά, του Γιώργου Αρκουλή
‘Έρωτας κι ‘ Αγάπη’, της Δέσποινας Γρηγοριάδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.