Όταν πριν λίγες μέρες ο γιος μου, ο Γιώργος, με ρώτησε «Μπαμπά γιατί θέλεις να γίνεις Δήμαρχος Χάλκης;», ήρθα αντιμέτωπος με όλα αυτά τα «επειδή» που με κυρίευαν συναισθηματικά πολλά χρόνια…
Επειδή παιδί μου εκεί γεννήθηκα, εκεί έκανα τα πρώτα μου βήματα, εκεί είπα τις πρώτες μου λέξεις. Στο σχολειό της Χάλκης, ο δάσκαλός μου ο Κώστας ο Κρητικός, με έμαθε όχι μόνο γραφή και ανάγνωση, αλλά και την αξία και σπουδαιότητα της πειθαρχίας και του σεβασμού των κανόνων.
Επειδή στη Χωράφα, παίζοντας μπίλιες και χρυσά, έχτισα τις παιδικές φιλίες μου. Αυτές που μέχρι σήμερα με συντροφεύουν σε όλες τις όμορφες, αλλά κυρίως τις δύσκολες στιγμές της ζωής μου.
Επειδή εκεί ξεκίνησα τα όνειρά μου, με καραβάκια από τενεκέους που τα δέναμε με την παρέα, με τον σπάχο και τα τραβούσαμε από το σκαλί της πιάτσας προσποιούμενοι τους σπουδαίους καπετανέους που θα κατακτούσαμε όλους τους ωκεανούς της υφηλίου. Βλέπεις…οι πατεράδες μας ήταν ναυτικοί και ταξίδευαν σε όλο τον κόσμο για μεγάλα χρονικά διαστήματα, για να ζήσουν τις οικογένειές τους.
Όταν γεννήθηκα εγώ, ο παππούς σου, ο Γιώργος του Άγγελου, ταξίδευε και με είδε για πρώτη φορά 8 μηνών. Σ’ ένα άλλο μεγάλο μπάρκο του, η ζωή με ανάγκασε να αναλάβω, πριν την ώρα μου, τον ρόλο του κηδεμόνα για τα δυο μικρότερα αδέλφια μου, τον Λάμπρο και τον Γιάννη. Η αγαπημένη μάνα μου, η Αγλαΐα, η γιαγιά σου, ήθελε βοήθεια και ο μεγάλος γιος έπρεπε να δείξει υπευθυνότητα και ωριμότητα, αν και ήταν σε πολύ μικρή ηλικία, για να βοηθήσει την οικογένειά του. Ο Λάμπρος, ο θείος σου, όπως ξέρεις, ακολούθησε το επάγγελμα του ναυτικού. Τώρα εργάζεται σαν αρχικαπετάνιος στη Δωδεκανησιακή ναυτιλιακή εταιρεία Dodecanisos Seaways. Ο μικρός, ο Γιάννης, μετά από πολλές αναζητήσεις, επέλεξε να ζήσει και να δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά μαζί με την οικογένειά του στο νησί.
Επειδή, παιδάκι μικρό ακόμα, ένιωσα κυριολεκτικά στο κόκκαλό μου τη ρεαλιστική απομόνωση των νησιωτών και την παντελή έλλειψη πρωτοβάθμιων δομών υγείας, όταν ως ανήσυχο πνεύμα από μικρός, έσπασα τα χέρια μου τέσσερις φορές (δύο στο γήπεδο του σχολείου και δύο στο πατρικό μου σπίτι) και έπρεπε να μεταφερθώ στο νοσοκομείο της Ρόδου. Την τελευταία φορά είχε τέτοιο νοτιά που δεν μπορούσε να φύγει κανένα καΐκι. Θυμάμαι ακόμα πόσο στενοχωρημένοι ήταν οι καπετάνιοι, που δεν μπορούσαν να με μεταφέρουν στην Κάμειρο Σκάλα. Έμεινα στην Χάλκη αποκλεισμένος δυο ολόκληρες μέρες με συντριπτικό κάταγμα στον δεξιό καρπό, με αποτέλεσμα ακόμα και τώρα να έχω κάποια μικρά προβλήματα επειδή έδεσε στραβά το κόκκαλο.
Επειδή ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά αγαθά, το νερό, για το νησί μας δεν ήταν αυτονόητο. Ήταν υφάλμυρο και αν δεν ερχόταν λόγω κακοκαιρίας η υδροφόρα, δεν είχαμε για πολλές μέρες νερό ούτε να πιούμε, ούτε βέβαια να κάνουμε μπάνιο. Θυμάμαι τον πατέρα μου να με βάζει, δεμένο με σχοινί γύρω από την μέση, μέσα στη βυσταίρνα της κουζίνας του πατρικού σπιτιού μας, διότι μόνο εγώ χωρούσα, για να τη γλύσω.
Επειδή σαν παπαδάκι στον Αι-Νικόλα, με τον Παπά Ηλία και τον επίτροπο Σταυρή, η πίστη μου προς τον Θεό και την Παναγιά άρχισε να γλυκαίνει την ψυχή μου και να με τροφοδοτεί με μια τεράστια εσωτερική δύναμη. Κι ήταν αυτή που με καθοδηγούσε και με καθοδηγεί σε όλη την πορεία της ζωής μου, στις μεγάλες και κρίσιμες αποφάσεις μου.
Επειδή ξέρω τι σημαίνει μοναξιά και ανημπόρια για τους ηλικιωμένους. Θυμάμαι που πήγαινα μικρός στο σπίτι στου σκουληκιού στην σια την Κασσάνδρα και τον θείο τον Περούλη ( εκείνη τυφλή κι εκείνος κατάκοιτος στο κρεβάτι), να τους πάρω, αν ήθελαν, κάτι από του Πέτρου, της Φλουρούς ή του Διαμαντή. Μου άρεσε να κάθομαι με τις ώρες μαζί τους και να ακούω εκστασιασμένος ιστορίες από τα παλιά, αλλά και μαντινάδες που με τόση τέχνη ήξερε να ταιριάζει ο θείος Περούλης. Με μεγαλείο ψυχής και οι δυο, γιατί, παρόλα τα μεγάλα προβλήματα που είχαν , δεν διαμαρτύρονταν ποτέ. Μόνο η παρέα τους έλειπε. «Να έρχεσαι να μας βρίσκεις συχνά» μου έλεγε η σια η Κασσάνδρα, «δεν θέλουμε τίποτα, τα καταφέρνουμε, μόνο παρέα για να μην είμαστε μοναχοί συνέχεια».
Επειδή, Γιώργο μου, ο σεβασμός και το αίσθημα ευθύνης και υποχρέωσης προς τον Πατέρα μου, ήταν τόσο ισχυρό, ώστε παρ’ όλο τον πόνο και την απελπισία μου να μην εγκαταλείπω ποτέ τη θέση μου και πάντα να φέρνω εις πέρας τα καθήκοντά μου. Ήταν τότε που ο πάππους σου πήρε το καινούριο καΐκι, το «ΑΓΓΕΛΟΣ» και με έπαιρνε μαζί του στο ψάρεμα, γιατί ήθελε βοήθεια να καλάρει και να λεβάρει τα δίκτυα. Κρατούσα λοιπόν το τιμόνι με το ένα χέρι και με το άλλο τον γάντζο που ήταν δεμένος στο κλότσι, μέσα στην καμπίνα της μηχανής. << Μπρος – κράτει – πίσω>>, μου φώναζε κι εγώ ζαλιζόμουν και έκανα εμετό, αλλά έμενα όρθιος, γιατί έπρεπε να τον βοηθήσω. Σ’ αυτό το καΐκι, όταν μια φορά με χτύπησε ένα σκορπιαέλι, πεθαίνοντας από τον πόνο και με δάκρυα στα μάτια, συνέχισα να ξεψαρίζω, για να αποδείξω στον πατέρα μου ότι είμαι δυνατός και ικανός.
Επειδή ένιωθα τη γεύση στην πραγματική της διάσταση, κάθε φορά που πηγαίναμε με τους παιδικούς μου φίλους να βοηθήσουμε στον λαόμυλο στη Χιόνα. Όλοι μας έδιναν για ανταμοιβή μια καψαλιά και αυτό ήταν ό,τι νοστιμότερο έχω φάει στη ζωή μου.
Επειδή εκεί, στην ηλικία σου περίπου, μαθητής γυμνασίου πλέον, έβγαλα τα πρώτα μου λεφτά. Έπρεπε να συνεισφέρω στο οικογενειακό εισόδημα, σε μια από τις πιο σημαντικές περιόδους της ζωής μου. Έκανα λοιπόν δυο δουλειές τα καλοκαίρια. Το πρωί στον Δήμο Χάλκης μεροκάματο και το απόγευμα σερβιτόρος στην καφετέρια ‘ ΚΩΣΤΑΣ’ και αργότερα στους ‘Μύλους’.
Μαζί με όλα τα παιδιά της ηλικίας μου δουλεύαμε τότε στα προγράμματα απασχόλησης του Δήμου, για να έχουμε ένα χαρτζιλίκι. Κι αυτό γινόταν με πολλή χαρά αλλά και μεγάλη υπευθυνότητα, γιατί αγαπούσαμε τον τόπο μας. Ήταν τότε που η Σταματία Βασιλογιώργη, η πρώτη γυναίκα Δήμαρχος του νησιού με αγάπη και μεράκι προσπάθησε με τα συνεργεία του Δήμου, που όλα αποτελούνταν μόνο από Χαλκίτες, να καθαρίσει τις ρίμες και τα καταλύματα και να ομορφύνει το νησί. Και ο επόμενος Δήμαρχος, ο Λαθουράκης, ο Λευτέρης, ένας άνθρωπος με πυγμή, συνέπεια και σταθερότητα έβαλε τα θεμέλια για τη σημερινή πανέμορφη εικόνα της Χάλκης μας.
Επειδή ο μάστορής μου ο Τάσος ο Αγροφύλακας, ο καλύτερος στο σκλήβωμα, με το καυστικό του χιούμορ, μου έμαθε όχι μόνο να χαμογελώ αλλά και να γελάω αληθινά. Τότε, που φτιάχναμε τον τοίχο του Ποντάμου, για να μην πάρει η θάλασσα τον μοναδικό κεντρικό δρόμο του Νησιού και μετά που ρίχναμε τσιμενταρία στον δρόμο του Αι-Γιαννιού.
Επειδή ο Καλόερος, το Δημητράκη, με βοήθησε να νικήσω τη μεγαλύτερη παιδική μου ανασφάλεια, το ύψος. Όταν πηγαίναμε να ξωμείνουμε στα κελιά του μοναστηριού με τους παιδικούς μου φίλους, για να πάμε το πρωί στο κυνήγι και του εξομολογούμουν ότι έχω υψοφοβία από μικρός, μου έλεγε «ήντα πού φοάσαι; Οι Χαρκίτες δεν φοούνται τίποτα». Έτσι ένα (όπως πάντα) ειδυλλιακό πρωινό σε ένα κρεμαρούλι στον Λευκό με τρεμάμενα πόδια και με τα λόγια του σφηνωμένα στο μυαλό μου, έδιωξα τον φόβο μου.
Επειδή από τη μάμη μου τη Σταθορίτσα, η οποία ώρες ολόκληρες μου διηγιόταν τα φτωχικά χρόνια της Αλιμιάς, έμαθα για τις εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις που αντιμετώπιζαν όσοι ζούσαν εκεί, αλλά και πως τα κατάφερναν γιατί όλες οι οικογένειες του νησιού ήταν μονιασμένες και αγαπημένες και ο ένας βοηθούσε και στήριζε τον άλλο. Παρόλο που ήταν αγράμματοι και πολύ φτωχοί είχαν απαράβατες αξίες σεβαστές από όλους. Το ζητούμενο γι αυτούς ήταν αυτό που μου έλεγε η μάμη μου, όταν ήμουν μικρός: «την ευκή μου να χεις παιί μου με τα είκοσι μου νύχια, να γίνεις ένας καλός άνθρωπος και χρήσιμος στην κοινωνία.»
Επειδή όταν έπαιρνα τη βάρκα του θείου του Σοφοκλή, μόνος, να πάω στην Τραχιά να βάλω νερό στις προάτες από το πηάι, είχα έντονες συζητήσεις με το είναι μου για τα θέλω και τα πρέπει μου. Αυτό το τρίωρο περίπου, ταξίδι ήταν μια διαρκής αναζήτηση του εαυτού μου και της προσωπικότητας μου κατά την περίοδο της εφηβικής μου ηλικίας.
Επειδή, όταν συμπλήρωσα το μηχανογραφικό μου για να πάω να σπουδάσω, δήλωσα μόνο Χαλκίδα, κι αυτό, μόνο και μόνο γιατί έμοιαζε το όνομα με την ιδιαίτερη πατρίδα μου, με μεγάλο ρίσκο να μην περάσω πουθενά. Τέσσερα χρόνια σπουδών για να γίνω Τεχνολόγος – Μηχανολόγος και σε κάθε ευκαιρία, έτρεχα στον Πειραιά να πάρω το καράβι να πάω για λίγες ημέρες να δω την οικογένειά μου, τους αγαπημένους παιδικούς μου φίλους και την όμορφη Πατρίδα μου.
Μετά ως Δόκιμος Έφεδρος Αξιωματικός με ειδικότητα ΜΤΠ στον Στρατό Ξηράς για 23 ολόκληρους μήνες, όπου και αν πήγα, Κρήτη, Γιάννενα και τέλος στη Ρόδο, δεν έπαψα να γυρίζω πάντα στο σημείο αναφοράς μου: Στην αγαπημένη μου Χάλκη. Ακόμη και λίγες μέρες, ήταν αρκετές για να γεμίζω την ψυχή μου με τα έντονα και γεμάτα συναισθήματα αρώματα της. Αγηματάρχης τη Μεγάλη Παρασκευή, στο άγημα του επιταφίου στον Αι-Νικόλα, τα στήθη μου πλημμύριζαν από χαρά κι υπερηφάνεια· και η φωνή μου, στο ‘αλλαγή μάλης’ ξυπνούσε τους μισοκοιμισμένους της μεταμεσονύκτιας λειτουργιάς.
Η διοίκηση Λόχου στο 542 Τάγμα Πεζικού στο Τσαΐρι, για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, ήταν μια τεράστια εμπειρία, που με βοήθησε πολύ στη μετέπειτα πορεία της ζωής μου. Διαφορετικοί άνθρωποι, ξεχωριστοί χαρακτήρες με ιδιαίτερα μοναδικά βιώματα στην προσωπική ζωή τους. Ο Ανθυπολοχαγός Φραγκάκης από την Χάλκη έπρεπε να έχει ένα πειθαρχημένο σύνολο, ώστε να εξασφαλίζει την εύρυθμη και ομαλή συνύπαρξη των μελών του και αυτό απαιτούσε πολλές δεξιότητες.
Επειδή η επαγγελματική μου αποκατάσταση ως Αστυνομικού, ξεκίνησε και αυτή από τη Χάλκη μου. Ένα πρωινό, Αύγουστος του 1999, ο Γιάννης του Τριντή, ως υπάλληλος του Δήμου Χάλκης, έβγαλε ανακοίνωση από το μεγάφωνο, γνωστοποιώντας μια προκήρυξη του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης που καλούσε όσους ενδιαφέρονται, να κάνουν τα χαρτιά τους. Καθόμουν στο μπαράκι του Κουρέα με έναν αδελφικό μου φίλο και ήταν αυτός που με προέτρεψε να ενδιαφερθώ σοβαρά. Η χαρά μου ήταν μεγάλη, όχι μόνο γιατί ήρθα πρώτος στα Δωδεκάνησα στις γραπτές και προφορικές εξετάσεις και στις αθλητικές δοκιμασίες, αλλά κυρίως γιατί έκανα υπερήφανους όλους τους φίλους μου, την οικογένεια μου και τους συμπατριώτες μου.
Η πρώτη μου τοποθέτηση ήταν στο Αστυνομικό Τμήμα Εξαρχείων. Τα επτά πολύ δύσκολα χρόνια που υπηρέτησα στο συγκεκριμένο τμήμα τάξης ήταν ένα άλλο μεγάλο μάθημα ζωής. Οι αμέτρητες και σκληρά ρεαλιστικές εμπειρίες καθημερινότητας με βοήθησαν να αναπτύξω τον επαγγελματισμό μου αποκτώντας συνέπεια, συστηματικότητα, υπευθυνότητα και σοβαρότητα και να εξοπλίσω τον εαυτό μου με συμπόνια, ειλικρίνεια και ακεραιότητα. Οι προγραμματισμένες καλοκαιρινές άδειές μου, κανονίζονταν πάντα στο τελευταίο γκρουπ (26 Αυγούστου και αρχές Σεπτεμβρίου) για να μη χάσω το πανηγύρι τ’ Αι-Γιαννιού μας, προστάτη όλων των Χαλκιτών ανά τον κόσμο, για να μπορέσω ν’ ανάψω ένα κεράκι και να προσευχηθώ, να έχει όλη την οικογένεια μου και όλους τους Χαλκίτες καλά.
Επειδή εκεί, σε ένα από αυτά τα ωραία γλέντια μέχρι το πρωί, που μόνο στη Χάλκη ξέρουμε να κάνουμε, γνώρισα τη μαμά σας τη Κική, που μου χάρισε εσένα και την αδελφή σου, τη Μαριέττα.
Επειδή το 2006 επιστρέφοντας από την Αθήνα, το αίσθημα της προσφοράς και του εθελοντισμού που είχα από μικρό παιδί κι έκαιγε τα σωθικά μου, με ώθησε να ξεκινήσω την ομορφότερη και παραγωγικότερη περιπέτειά μου, την ίδρυση του Αθλητικού Συλλόγου Χάλκης. Μέλος μιας ωραίας Χαλκίτικης παρέας με κυρίαρχα στοιχεία, τη συνεργασία, την αλληλεγγύη, την ανιδιοτέλεια και το ήθος (το οποίο βραβεύτηκε πολλές φορές από τα αρμόδια όργανα) καταφέραμε, χωρίς πολλά χρήματα και χωρίς παρασκηνιακές προσεγγίσεις, ν’ ανέβουμε δυο φορές στην Α΄ κατηγορία Δωδεκανήσου και να διαφημίσουμε το νησί, μέσω της ποδοσφαιρικής ομάδας του, σε όλη την επικράτεια. Κι όλ’ αυτά χωρίς δικό μας γήπεδο, που τόσο πολύ θέλαμε να γίνει στη Χάλκη. Όλοι οι Χαλκίτες νιώθουν πλέον υπερήφανοι για τον ΑΣ ΧΑΛΚΗΣ, ο οποίος μέσω ενός Ευρωπαϊκού προγράμματος ΕΣΠΑ – LEADER της ΑΝ.ΔΩ με 100% χρηματοδότηση έχει δικό του ιδιόκτητο γήπεδο και αριθμεί 100 περίπου παιδάκια στα αναπτυξιακά του τμήματα.
Επειδή η χαλκίτικη καταγωγή μου ήταν ο κυριότερος λόγος που η εξαιρετική οικογένεια Κρεμαστινού με επέλεξε ως άμεσο συνεργάτη του Καθηγητή Καρδιολογίας, Βουλευτή Δωδεκανήσου και σημερινού Αντιπροέδρου της Ελληνικής Βουλής κ. Δημητρίου Κρεμαστινού, ο οποίος αποτελεί αναγνωρισμένα, ένα σπουδαίο επιστημονικό και πολιτικό κεφάλαιο όχι μόνο για τα Δωδεκάνησα, αλλά σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα. Ένας ευφυής, χαρισματικός και ουσιαστικός Χαλκίτης, ο οποίος κατάφερε σε μόλις τρία χρόνια θητείας ως Υπουργός Υγείας, να φτιάξει έντεκα νοσοκομεία σε όλη την Ελλάδα και να δημιουργήσει το ΕΚΑΒ, δομές του υπέρτατου κοινωνικού αγαθού της υγείας οι οποίες εξυπηρετούν εκατομμύρια Έλληνες σε ετήσια βάση. Δίπλα του, από το 2009 έως σήμερα, έκανα το μεταπτυχιακό και το διδακτορικό μου πάνω στην ίδια τη ζωή, γνώρισα πολλούς ανθρώπινους χαρακτήρες και μελέτησα τα πάθη της ανθρώπινης ύπαρξης. Έγινα εξωστρεφής, κοινωνικός, οργανωτικός, περισσότερο δημιουργικός και κυρίως αποτελεσματικός. Συνάντησα όλους τους δημάρχους της Δωδεκανήσου, άκουσα τα προβλήματά τους, συζήτησα πολλές ώρες μαζί τους για τις λύσεις τους και χάρηκα που σε πολλά απ’ αυτά έπαιξε καθοριστικό ρόλο η έμπρακτη συνδρομή μου.
Επειδή δεν ξεχνώ όσα μου έλεγε συνέχεια ένας από τους μεγαλύτερους οραματιστές, ονειροπόλους και διορατικούς Χαλκίτες, ο Αναστάσιος Αναστάσης, «έλα βρε να σε κάμωμε Δήμαρχο στη Χάρκη. Είσαι προκομμένος και ικανός», «Τάσο μου» του έλεγα «μικρός είμαι ακόμα», και μου απαντούσε «τώρα είναι που βράζει το αίμα σου, πότε περιμένεις όταν πας 70 χρονών;;;»’
Για όλα αυτά τα «επειδή», αγόρι μου, θέλω να γίνω Δήμαρχος Χάλκης, γιατί ότι είμαι ως υπόσταση, ως ύπαρξη, ως οντότητα το διαμόρφωσε η Χάλκη μου και ήρθε η ώρα να της το ανταποδώσω, να της το επιστρέψω με όση γενναιοδωρία το έκανε εκείνη για εμένα. Το οφείλω στους προγόνους μου, στους παππούδες και τις γιαγιάδες μου, στους χαλκίτες ήρωες που θυσιάστηκαν για να μπορεί η δικιά μου και η δικιά σου γενιά να χαίρονται αυτόν τον τόπο.
Επειδή λέω ΝΑΙ τώρα είναι η κατάλληλη ώρα να μπορέσω να δώσω την ενέργεια, την εμπειρία και τις γνώσεις μου στη μεγάλη, παντοτινά αγαπημένη μου πατρίδα.
Δεν υπόσχομαι τίποτα και σε κανένα, μόνο σε εσένα Χάλκη μου , με Αγάπη, Σεβασμό, Ανιδιοτέλεια, Τιμιότητα και Ισονομία θα προσπαθήσω να σου δώσω την αίγλη που σου αναλογεί στον παγκόσμιο χάρτη και να σε κάνω καλύτερη, ομορφότερη και ποιοτικότερη.
Άγγελος Φραγκάκης
Υποψήφιος Δήμαρχος της Χάλκης μου!