Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Παιχνίδια με μύγες…, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Θα το βρείτε: σε “Πολιτεία”, “Πρωτοπορία” Αθήνας-Θεσσαλονίκης-Πάτρας, “Ιανός” Αθήνας και Θεσσαλονίκης, και σε όλα τα βιβλιοπωλεία της Ελλάδας και του εξωτερικού που θα ζητηθεί σε 2-5 ημέρες. β) ΗΠΑ μέσω του “Εθνικού Κήρυκα”. γ)στις εκδόσεις Φίλντισι  on line, με μειλ ή τηλεφωνικά  210 65 40 170 – [email protected]

όλα τα συγγραφικά έσοδα θα διατεθούν σε οικογένειες με παιδικό καρκίνο.

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Παιδιά στο χωριό, έτσι και άρχιζαν να ωριμάζουν τα πρώτα αχλάδια περί τον μήνα Ιούνιο όπου και οι ζέστες έσφιγγαν, άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες πολύχρωμες χρυσόμυγες – βασιλιάδες και βασίλισσες τις λέγαμε – για να ρουφήξουν τους χυμούς από τα αχλάδια τραυματίζοντάς τα αλλά και οι αλογόμυγες επίσης σε σμήνη να έχουν ως μόνιμη ‘’κατοικία’’ τους τα σώματα των ζωντανών του χωριού ιδίως τα γαϊδούρια και τα άλογα ρουφώντας τους το αίμα. Πιάναμε εμείς τις χρυσόμυγες που ήσαν και συμπαθείς οπτικά, τις δέναμε με πετονιά που ήταν αόρατη από την πλάτη και τις στριφογυρίζαμε για λίγο στον αέρα, εκείνες άνοιγαν τα φτερά, πετούσαν μέχρι του σημείου εκείνου που εμείς αναλόγως του μήκους του νήματος τους επιτρέπαμε, έχοντας την εντύπωση οι άμοιρες ότι είναι ελεύθερες, αλλά μόλις  αρχίζαμε να μαζεύουμε την πετονιά τις αφήναμε να πέσουν καταγής. Μετά από αρκετές τέτοιες περιστροφές, κουράζονταν πλέον και δεν είχαν δύναμη να ανταποκριθούν σε άλλους γύρους. ‘’Μας παριστάνουν τις ψόφιες’’ λέγαμε, φουσκώνοντας τα στήθη μας από περηφάνεια για τα κατορθώματά μας αυτά.

Εδώ που τα λέμε, μαράζωνα εγώ βλέποντας τις άμοιρες να εγκαταλείπουν την προσπάθεια όχι γιατί η δική μου η φαντασία η αρρωστημένη δεν ικανοποιόταν αλλά περισσότερο για αυτές επειδή μέσα από τις δικές μου κινήσεις συνειδητοποιούσα ότι ήμουν πολύ μικρός κι αδύναμος, πολύ κενός και απογοητευμένος να τους συμπεριφέρομαι έτσι. Όταν πια μετά από αυτόν τον βασανισμό, αυτή τη δοκιμασία κουραζόμουν να τις βλέπω ξαπλωμένες, τις εγκατέλειπα εκεί αναζητώντας κάποιο άλλο πιο ενδιαφέρον παιχνίδι. Εκείνες, μετά από ολιγόωρη ταλαιπωρία τα κακάρωναν ή πριν ακόμα ψοφίσουν, μισοζώντανες όπως ήσαν εγίνοντο τροφή για τις κότες που παραμόνευαν δίπλα με το ρύγχος ‘’ετοιμοπόλεμο’’. Μετά από τόσα χρόνια που πέρασαν πλέον πετούν ελεύθερες και χωρίς τον φόβο να αιχμαλωτιστούν από κάποιους υποψήφιους βασανιστές καθότι αυτοί εγκατέλειψαν το χωριό. Εν τω μεταξύ οι αλογόμυγες περιορίστηκαν στο ελάχιστο λόγω του ότι άλογα και γαϊδούρια σπάνια υπάρχουν στα χωριά διότι πωλήθηκαν έναντι μερικών ευρώ προκειμένου να γίνουν αγροτικά μηχανήματα για να σκάψουν μια γη η οποία παραδόθηκε στο έλεος των βροχών και των καιρικών φαινομένων και συν τω χρόνω απογυμνώνεται πλήρως. Τα παιδιά αναζητώντας την τύχη τους στα μεγάλα αστικά κέντρα εγκατέλειψαν την επαρχία για ένα κομμάτι ψωμί εργαζόμενα στις μεγαλουπόλεις – όσα έχουν εργασία – από το πρωί ως τα άγρια μεσάνυχτα. Τα παιχνίδια με τις μύγες ξεχάστηκαν πια. Μα εάν τύχει κανένα Σαββατοκύριακο και κάνουν καμμιά  βόλτα έως τα εξοχικά που πήγαν και έστησαν (πολλά εκ των οποίων παραμένουν μισογκρεμισμένα οικόπεδα ακόμα ή έχουν μετατραπεί σε πρόχειρα παραπήγματα, ως σήμα κατατεθέν του νεοέλληνος) στους πέριξ ορεινούς όγκους της Ευβοίας ‘’ως οι καιροί της ευμάρειας και του νεοπλουτισμού επέτασσαν κάποτε’’, τους περικυκλώσει κάποιο σμήνος χρυσόμυγων ή αλογόμυγων, τότε ασυναίσθητα κουνούν τα χέρια τους απεγνωσμένα να τις διώξουν, κι αν αυτές αρχίσουν να μπερδεύονται στα πόδια τους τότε με όποιο πόδι ή χέρι τους είναι βολικό αρχίζουν να κλωτσούν ή να ψάχνουν τις αόρατες εκείνες πετονιές που τους κρατούν δεμένους, να τις κόψουν σε μια προσπάθεια απελευθέρωσής τους, γλυτώνοντας από τη σκλαβιά, τα επικίνδυνα, βασανιστικά παιχνίδια και τις άνευ οίκτου συμπεριφορές απέναντί τους.            

SHARE
RELATED POSTS
Πόνος; Ναι. Πόνος…!, της Ιωσηφίνας Τσουμπή
Ασυνήθιστο πρωϊνό ξεκίνημα, του Γιάννη Στουραΐτη
Η Κιάρα, του Κωστή Α. Μακρή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.