Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Μνημόσυνο, του Μάνου Στεφανίδη

Spread the love

Ο Μάνος Στεφανίδης είναι Ιστορικός Τέχνης και Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ

 

Αυτό που ακολουθεί ένα πολύ πικρό κείμενο, δεν είστε υποχρεωμένοι να το διαβάζετε αλλά και εγώ δεν μπορώ να μην το καταθέσω δημόσια γιατί φοβάμαι πως αφορά στους πιο πολλούς από εμάς.

Πριν 40 μέρες έφυγε, χτυπημένη από την ανίατη ασθένεια, την οποίαν πάντως αντιμετώπισε γενναία και με χιούμορ, μια πολύ ταλαντούχα Ελληνίδα εικαστικός, στην ηλικία μόλις των 30 χρόνων. Όσο καιρό έδινε τη μάχη της, η πρώτιστη έννοια της δεν ήταν η ίδια αλλά η υγεία των αγαπημένων της γονιών και ο πόνος που ένιωθε ο αγαπημένος της. Όλοι αυτοί σήμερα βιώνουν την έσχατη οδύνη, την απόλυτη απελπισία.

Η μητέρα της μού εξομολογήθηκε δύο φορές πως δεν έχει πια για εκείνη η ζωή κανένα νόημα και ότι τις περνάνε σκέψεις απ’το μυαλό της… Και την καταλαβαίνω απόλυτα παρότι δεν μπορώ – ανθρώπινα δεν μπορώ – να έρθω στη θέση της. Κανείς μας δεν μπορεί. Της είπα λοιπόν όσο πιο ψυχρά μπορούσα πώς μία τέτοια εξέλιξη, όσο κι αν την ανακούφιζε, ποιος γονιός δεν θα σκεφτόταν το ίδιο, θα θανάτωνε το παιδί της για δεύτερη φορά.

Η κόρη της έφυγε οργανώνοντας μ’ έναν διαβολεμένα ευαίσθητο και ποιητικό τρόπο τις μέρες μετά το μοιραίο. Θέλοντας να ενισχύσει, να χαλυβδώσει τους γονείς της για μετά. Το πως δηλαδή οι φίλοι της θα απασχολούσαν τους αγαπημένους της ώστε να πονούν κατά το δυνατόν λιγότερο. Ώστε να μοιράζονται το πένθος τους και με άλλους ανθρώπους, ει δυνατόν, για να ξεχνιέται, έστω για λίγο, ο πόνος.

Έτσι σκηνοθέτησε αξιοθαύμαστα από το κρεβάτι του μαρτυρίου της και σε συνεργασία με τους μεταπτυχιακούς συμφοιτητές της στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, μία σειρά από δράσεις, εκπλήξεις, εξόδους, συναντήσεις έτσι ώστε οι πρώτες μέρες να μην φαίνονται τόσο αβίωτες όσο πραγματικά είναι. θα παιχνίδι δηλαδή ατελείωτων ψευδαισθήσεων, παραισθήσεων, παιγνίων έτσι ώστε η καθημερινότητα να υποφέρεται κατά το δυνατόν.
Δεν μπορώ λοιπόν να μην παραδεχθώ ότι το κορίτσι αυτό ζει, όχι μόνο μέσα από το έργο του αλλά και μέσα από όλη αυτή την αγάπη που μοίρασε, από την οργάνωση του πένθους για τις μέρες που θα ακολουθούσαν και για την ευφυΐα να σκηνοθετήσει ακόμα και το μνημόσυνο της με μουσικές και τραγούδια. Πόση ζωή δηλαδή μπορούσε να μεταφέρει ακόμα και στο θάνατο.

Ένα τέτοιο πλάσμα δεν έχει πεθάνει ένα τέτοιο πλάσμα είναι παρόν όχι μόνο μέσα από τα έργα της αλλά πιο άμεσα, μέσα από τη συνείδησή των αγαπημένων της. Αυτό είναι. Όσοι έφυγαν, ζουν μέσα μας όσο τους αγαπάμε και όσο τους θυμόμαστε. Μερικές φορές έτσι γίνονται πολύ πιο ζωντανή από τους κατά συνθήκη ή ευκαιριακά ζωντανούς. Είναι πικρό, είναι οδυνηρό αλλά μερικές φορές είναι και παρήγορο και απελευθερωτικό. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος.

Στη φωτογραφία μία λεπτομέρεια από έναν ζωγράφο που αγαπούσε για την απλότητα αλλά και το βάθος του, τον Beato Fra Angelico από το μοναστήρι του Αγίου Μάρκου στη Φλωρεντία.

Πρόκειται για το υποπόδιο της Παρθένου από μία μεγάλη σύνθεση το οποίο, αν προσέξετε θυμίζει αφηρημένο πίνακα σαν έργο του Pollock ας πούμε. Δεν είναι πολύ ενδιαφέρον; Δεν είναι πολύ τρυφερό το πώς μπερδεύονται οι εποχές έτσι ώστε σαν να μηδενίζεται ο χρόνος; Τι εγκυμονεί περισσότερο και πολύ πιο έντονα τη ζωή παρά ένα έργο τέχνης;

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Η Λαίδη και ο Ιππότης – Μια αληθινή ιστορία, της Μαρίας Κοζάκου
Ερωτήματα ενός αφελούς πιστού ή, ενός πονηρού απίστου, του Μάνου Στεφανίδη
Daremo shiranai (Ποιός ξέρει;), του Νίκου Βασιλειάδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.