Ανοιχτή πόρτα

Μεγάλη Παρασκευή στο Αγρινίο το 1944 (Δεν ξεχνώ !!!), του Δρ Πάνου Καπώνη

Spread the love

Ο Πάνος Καπώνης* είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, τ. Επ. Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών (Φαρμακευτική), ποιητής, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας ,από τους πρώτους ποιητές της λεγόμενης Γενιάς του ’70, γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου 1947 στο Αγρίνιο. Σπούδασε οικονομικά, νομικά και σκηνοθεσία και σταδιοδρόμησε ως Δικηγόρος στην Αθήνα. Ποιητής, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας, έχει εκδώσει εννέα ποιητικά βιβλία, δύο βιβλία λογοτεχνικών δοκιμίων, ένα με διηγήματα και ένα μυθιστόρημα. Δημοσιεύει επί 50 χρόνια άρθρα και λογοτεχνία σε διάφορες εφημερίδες, περιοδικά, έντυπα και ηλεκτρονικά.  Παράλληλα έχει συγγράψει οκτώ πανεπιστημιακά συγγράμματα φαρμακευτικού δικαίου για τα Πανεπιστήμια ΕΚΠ Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πατρών, όπου στο τελευταίο διατέλεσε και επισκέπτης καθηγητής φαρμακευτικού δικαίου για δύο χρόνια. Λογοτεχνική ιστoσελίδα : http://logos.caponis.gr.

[ΕΞ ΕΠΑΦΗΣ Π68]   

Μεγάλη Παρασκευή στο Αγρινίο το 1944

(Δεν ξεχνώ !!!)

[Απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Η Ιωάννα μέσα στ’ άσπρα»  των εκδόσεων Παρισιάνου (2023)] 

[…] Το πρωινό της Μεγάλης Παρασκευής και καθ’ όλη τη διάρκεια της Ακολουθίας των «Μεγάλων Ωρών», συγκεντρωνόταν σιγά-σιγά μέγα πλήθος στην Εκκλησία. Ο Λουκάς, που με κατάνυξη παρακολουθούσε την Ακολουθία, στην «ενάτη ώρα» που ακούστηκε το «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…», σκεπτόταν τη σταύρωση και τους σταυρωτήδες των ανθρώπων, αυτών των αθώων που κάποια άλλη Μεγάλη Παρασκευή κρεμάστηκαν από τους ναζί. Και σαν να ταίριαζαν οι σκέψεις του με την ψαλμουδιά που ακούστηκε εκείνη τη στιγμή: «Το ήλιον κρύψαντα τάς ιδίας ακτίνας ….», όπως ο ήλιος είχε κρυφτεί την ώρα που κρέμασαν οι Γερμανοί με τους δωσίλογους τα τρία παλληκάρια στην μεγάλη πλατεία τους, την πλατεία Μπέλλου.

Ήταν η ματωμένη Μεγάλη Παρασκευή του Αγρινίου το 1944. Οι Γερμανοί κατακτητές επέλεξαν την πιο πένθιμη ημέρα της χριστιανικής παράδοσης για μία φριχτή θηριωδία, καθώς στις 14 Απριλίου 1944 εκτέλεσαν 120 Αγρινιώτες. Το φοβερό και αποτρόπαιο γεγονός των ομαδικών εκτελέσεων και απαγχονισμών, από τους Γερμανούς κατακτητές και τους συνεργάτες τους, των Αγρινιωτών και άλλων συμπατριωτών, συνέβη έξω από το νεκροταφείο της Αγίας Τριάδας και στην κεντρική πλατεία  Πέντε μέρες νωρίτερα, στις 9 Απριλίου του 1944, αντάρτες του ΕΛΑΣ είχαν στήσει ενέδρα στην περιοχή της Σταμνάς, κοντά στο Αιτωλικό. Από εκεί θα περνούσε η αμαξοστοιχία που εξυπηρετούσε τον ανεφοδιασμό των γερμανικών στρατευμάτων. Αφού ανατίναξαν το τρένο και εξουδετέρωσαν τη φρουρά που το συνόδευε, οι αντάρτες απέσπασαν όλον τον οπλισμό και τις προμήθειες που μετέφεραν οι ναζί.

Από την επίθεση σκοτώθηκαν δεκάδες Γερμανοί, μεταξύ των οποίων και ένας ταγματάρχης των Ες Ες. Η γερμανική διοίκηση έδωσε εντολή για σκληρά αντίποινα. Πέρα από τις απώλειες και την ταπείνωση που υπέστησαν, ήθελαν να αποτρέψουν την αναζωπύρωση του αντάρτικου των σκλαβωμένων Ελλήνων. Τα αντίποινα έγιναν με τη σύμπραξη των προδοτικών Ταγμάτων Ασφαλείας που τελούσαν υπό τις διαταγές του Γεωργίου Τολιόπουλου. Ο Τολιόπουλος ήταν ένας σαρανταοκτάχρονος πρώην αξιωματικός του ελληνικού στρατού που κατά τη διάρκεια της κατοχής συνεργάστηκε με τους Γερμανούς. Στο μεσοδιάστημα, από την αντιστασιακή ενέργεια στη Σταμνά μέχρι τη 14η Απριλίου, κυκλοφορούσαν μόνο φήμες. Μάλιστα, οι ταγματασφαλίτες της περιοχής που προέρχονταν από την Πάτρα, έσπευσαν να καθησυχάσουν τους πολίτες. Ωστόσο, το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης κυκλοφόρησαν νέες φήμες ότι ανοίγουν λάκκους σ’ ένα χωράφι της περιοχής. Τα νέα διαδόθηκαν αλλά κανείς δεν ήταν σε θέση να φανταστεί το μακελειό που θα ακολουθούσε.

Το τραγικό τέλος στην αγωνία τους δόθηκε το ξημέρωμα της Μεγάλης Παρασκευής. Οι Γερμανοί, με επικεφαλής τον λοχία Καρλ Βέρνερ, εισέβαλαν στις φυλακές του Αγρινίου και φώναξαν τα ονόματα τριών κρατούμενων. Χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις, τους οδήγησαν με τη βία στην κεντρική πλατεία της πόλης. Σκόπευαν να τους κρεμάσουν. Τα άψυχα σώματά των αντρών αφέθηκαν πάνω στους στύλους σε κοινή θέα. Στόχος ήταν η τρομοκρατία και ο παραδειγματισμός της υπόλοιπης πόλης. Έπειτα, επέστρεψαν στις φυλακές και διέταξαν τους κρατούμενους να βγουν από τα κελιά τους και να παραταχθούν σε ομάδες των δέκα. Ύστερα, ανέλαβαν οι αποκαλούμενοι «Γερμανοτσολιάδες». Οι Έλληνες ταγματασφαλίτες παραλάμβαναν τους κρατούμενους σε δεκάδες και τους οδηγούσαν πίσω από την εκκλησία της Αγίας Τριάδας.  Εκεί τους περίμενε το εκτελεστικό απόσπασμα των προδοτών. Με συνοπτικές διαδικασίες τους εκτέλεσαν όλους. Δε γλίτωσε κανείς. Όλοι βρήκαν ακαριαίο θάνατο. Ο τραγικός απολογισμός ήταν 120 νεκροί. Ανάμεσά τους βρισκόταν μία γυναίκα και δύο Ιταλοί αντιφασίστες. Οι Αγρινιώτες την ημέρα εκείνη ξύπνησαν από τον ήχο των πένθιμων καμπανών της Μεγάλης Παρασκευής. Η ατμόσφαιρα μύριζε θάνατο. Μόλις συνειδητοποίησαν τι είχε συμβεί, άντρες, γυναίκες και παιδιά έτρεχαν πανικόβλητοι στους δρόμους αναζητώντας τους δικούς τους ανθρώπους.

Η Πλατεία Μπέλλου, που άλλοτε αποτελούσε σημείο ευχάριστων καθημερινών συναθροίσεων, είχε μετατραπεί σ’ έναν τόπο φρίκης και τρόμου. Από παντού ακούγονταν κλάματα και κραυγές. Οι Γερμανοί έριξαν τα πτώματα των εκτελεσθέντων στον μεγάλο λάκκο που είχε σκαφτεί την προηγούμενη νύχτα. Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, ξεκρέμασαν και τους απαγχονισμένους και τους έβαλαν μαζί με τους άλλους. Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, μόλις στοίβαξαν όλους τους νεκρούς στον ομαδικό τάφο, επιχείρησαν να τους κάψουν ρίχνοντας πετρέλαιο. 

 

SHARE
RELATED POSTS
Ένας χαμένος εθνικός πόρος, του Ηλία Καραβόλια 
Παιχνίδι με την αλφάβητο από τον Βαγγέλη Παυλίδη
Αν δεν χωράμε…, του Κωστή Α. Μακρή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.