Ζούμε σε δύο παράλληλες πραγματικότητες, σας ενημερώνω.
Δεν είναι που σε όλη μου την ζωή τρελαίνομαι με τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας, που όμως τείνουν επικινδύνως προς το θρίλερ τύπου να σου σηκώνεται η πέτσα και να χορεύει τσάμικο, ενώ παραλλήλως έχω διαβάσει και τα άπαντα των χρυσών Άρλεκιν (ευτυχώς πριν το πράγμα αποκτήσει τις 50 αποχρώσεις της βλακείας ).
Δεν είναι που ήμουν πρώτη δέσμη, μου άρεσε η Φυσική, ο μπαμπάς μου με φανταζόταν μηχανικό ή γεωπόνο ή χαρωπή νοικοκυρά και εγώ ξεκίνησα να γίνω ψυχολόγος και στο τέλος κατέληξα να σπουδάσω κοινωνιολογία, ούσα χαρωπή γενικώς.
Και, όχι, δεν θα ήθελα να παραδεχτώ πως είμαι διχασμένη προσωπικότητα.
Μεταξύ μας, αν ξυπνούσα το πρωί Λωξάντρα, να φτιάξω τα μπερκέτικα τα πρωινά μου με τα φρέσκα τα βουτύρατα και τις τηγανίτες με το μέλι, μετά γινόμουν η Σίντι Κρόφορντ ή η Τζέσικα Ράμπιτ και κατά το μεσημεράκι ξαναγινόμουν Λωξάντρα για να μαγειρεύω γιαλαντζί ντολμάδες και παστουρμαδόπιτες, δεν θα με χάλαγε ουδόλως!
Εντάξει, αρκετά με τις υπερβολές. Θα το κλείσω εδώ το χαζομαρέξ. Είναι αυτό που σας έλεγα πριν, πως άλλο σκέφτομαι, άλλο λέω κι αλλού καταλήγω.
Έχετε netflix; (Εδώ μου βγαίνει το επιθετικό, μην τρομάζετε, δεν θα σας μαλώσω αν δεν έχετε, μια απλή ερώτηση είναι). Όχι, δεν είμαι πάλι εκτός θέματος, απαντήστε μου για να συνεννοηθούμε.
Γιατί αν έχετε και έχετε δει το Black Mirror θα καταλάβετε πιο εύκολα τι ακριβώς εννοώ.
Αν δεν έχετε netflix θα δυσκολευτώ λίγο να σας εξηγήσω την κατάσταση.
Βασικά την κατάσταση ενός νεαρού που ζει την ζωούλα του κανονικά, έχει τα χόμπυ του, το ακατάστατο δωματιάκι του με τις αφίσες του και όλο αυτό τον κλασικό χαμό της εφηβείας, ασχολείται με τους υπολογιστές (όταν αυτοί ήταν στα σπάργανα ) ελαφρώς φύτουκλα θα τον έλεγαν κάποιοι, εγώ τον λέω ¨πολύ ωραίο τύπο¨. Ζει τα μικρά ή μεγαλύτερα δράματά του, έχει τα υπαρξιακά του, μιλάει ελάχιστα, είναι κουλ, και παρακολουθείται από ψυχολόγο γιατί έχει χάσει τη μαμά του και του έχει κολλήσει πως φταίει αυτός και μπλα μπλά μπλά.
Ώσπου κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως κάνει κινήσεις, απλές κινήσεις του χεριού του σχεδόν σαν ρομπότ. Τρώει τα δημητριακά του, αλλά σαν κάποιος μέσα στο κεφάλι του να του έχει πει ποιά δημητριακά να διαλέξει να βάλει στο μπολ του! Ακούει μουσική και είναι σαν κάποιος άλλος να του έχει επιβάλλει την κασέτα που μόλις έβαλε στο γουόκμαν του (οι νεότεροι αρχίστε να γκουγκλάρετε γιατί αν αρχίσω να σας εξηγώ τα του 1980 θα νυχτώσουμε) Σαν κάποιος άλλος να του λέει «Πάρε το τασάκι και σπάσε το παράθυρο».
Κι ενώ παλιότερα απλά θα έσπαγε το παράθυρο με ένα τασάκι μέσα στα νεύρα του για …κάτι, δεν έχει σημασία τί, ξαφνικά πιάνει τον εαυτό του να μην θέλει να το κάνει. Αρχίζει μια εσωτερική συζήτηση με τον εαυτό του -και το χέρι σου ενίοτε- για τις αποφάσεις που παίρνει, για τις απαντήσεις που δίνει, για τις κινήσεις που κάνει… σχεδόν ακούσια.
Στην πραγματική μας ζωή ίσως να λέγαμε απλά ¨Τώρα γιατί το είπα αυτό στην μαμά μου, αφού δεν το εννοώ¨ ή ¨γιατί δέχτηκα να κάνω αυτή την αγγαρεία για την θεία Ζίτσα, αφού δεν προλαβαίνω¨. Και μετά συνεχίζουμε τις ζωές μας σαν να μην συμβαίνει τίποτα το παράξενο. Σαν να μαθαίνουμε τους εαυτούς μας να χαμογελάνε σε ανθρώπους που θέλουμε να βρίσουμε, να λέμε « θέλω πολύ να βρεθούμε» σε ανθρώπους που έχουμε ξεχάσει και το όνομά τους, να λέμε σε κάποιον «μου έλειψες» και την ίδια στιγμή να μετράμε τα λεπτά για να απομακρυνθούμε ή να λέμε ¨ δεν αισθάνομαι τίποτα για σένα¨ ενώ κόβουμε φλέβες!
Σκεφτείτε, πόσες φορές την ώρα που μιλάτε με έναν άνθρωπο πιάνετε τον εαυτό σας να σκέφτεται εντελώς διαφορετικά πράγματα. Να σας ρωτάνε κάτι και εσείς να απαντάτε χαμογελαστοί και την ίδια ακριβώς στιγμή μέσα σας να γίνεται η μάχη του Δράμαλη, να διαφωνείτε με ό,τι συμφωνείτε φωναχτά και να βρίζετε τον εαυτό σας γιατί είναι τόσο κότα και δεν λέει απλά αυτό που αισθάνεται να τελειώνει το θέμα. Είναι το ¨πρέπει¨, είναι η στιγμή αδυναμίας ή εκνευρισμού; Μην είναι οι κάμποι, τα ψηλά βουνά;
Όχι, μην σκεφτείτε στιγμή πως η αυτολογοκρισία δεν είναι παρά μια παρέκκλιση του υποσυνείδητού σας. Γιατί αν παραδεχτούμε πως το υποσυνείδητό μας είναι γεννημένος τσαμπουκάς αυτό αυτομάτως σημαίνει πως το συνειδητό μας είναι γεννημένος χαλβάς. Και τούμπαλιν.
Κι εμένα δεν μου φτάνει η ρετσινιά του «καλού παιδιού», με μπόνους τον ρομαντισμό του ονειροπαρμένου Ιχθύ …ένα συνειδητό «χαλβάς» μου λείπει να μπω στην γυάλα να περνάνε να με γλεντάνε στα πανηγύρια!
Όχι, όχι, θα προτιμήσω την εναλλακτική της παράλληλης πραγματικότητας. Θα αποδεχτώ πως είμαι πρωταγωνίστρια σε άλλο ένα black mirror και μπορεί να ρωτάω από καιρού εις καιρών «Είναι και κάποιος άλλος εκεί; Τι θέλετε από μένα;»
Απάντηση μπορεί να μην πάρω ποτέ, αλλά τουλάχιστον το έχω καταλάβει.
Σας έχω καταλάβει εκεί έξω…Ού ου…
Ναι, σε σας μιλάω, από το κοντρόλ.
Κανονικά το κείμενό μου θα τελείωνε εδώ. Ίσως και να τελείωσε και εγώ να γράφω τώρα με αόρατο μελάνι. Ίσως να μην γράφω καν εγώ, αλλά να έχω περάσει στην αντίπερα πραγματικότητα, αυτή που κρύβεται πίσω από τις φράντζες μου, στο τρίτο μάτι.
Τα άλλα δύο μάτια μου έχουν μυωπία, αλλά το τρίτο έχει όραση 12 στα 12…Πιλότος!
Ό,τι διαβάσατε πιο πάνω ξεκίνησε να κατεβαίνει στο μυαλό μου σαν χιονοστιβάδα και να αποκτά σχήμα και ορμή με αφορμή τα πράγματα και την αξία τους.
Να ξέρετε, όσο πιο μπερδεμένο μας ακούγεται κάτι τόσο πιο απλό είναι. Έχει μια ριζούλα μόνο, μια κλωστή, που όμως μπερδεύεται όσο μεγαλώνει και μέχρι να βγει στην επιφάνεια και να γίνει δέντρο έχει τόσο παρακλάδια που χάνεται το αρχικό νόημα. Αν ψάξουμε για την μαμά ρίζα τότε όλα γίνονται τόσο απλά που είναι για γέλια. *Δική μου η θεωρία, παρακαλώ να καταγραφεί.
Με αφορμή μιαν απάντηση που έδωσα σε μιαν ερώτηση που μου έκαναν άρχισα να σκέφτομαι και στο τέλος με έπιασε αϋπνία! Και αυτή την στιγμή διαβάζετε ( ή έχετε σταματήσει από ώρα να διαβάζετε) το αποτέλεσμα μιας τέτοια αϋπνίας.
Αναρωτιόμουν κοιτάζοντας το ταβάνι γιατί απάντησα κάτι που ίσως και να μην είναι αλήθεια, γιατί δεν είπα αυτό που σκεφτόμουν πραγματικά και στην ουσία, γιατί κάποιος να σε ρωτήσει κάτι που μπορεί και να χρειαστεί να απαντήσεις κάτι άλλο από αυτό που θέλεις να πεις. Γιατί η αλήθεια να πρέπει να είναι ραφιναρισμένη, γιατί η ειλικρίνεια και η αγένεια να ταυτίζονται κάποιες φορές, γιατί να πρέπει να φορτωνόμαστε την ωμότητα ή την αφέλεια των άλλων, γιατί να πρέπει να σκεφτώ τόσο πριν απαντήσω σε ερωτήσεις που δεν θα έπρεπε καν να τίθενται; Μήπως έτσι σκέφτονται και οι άλλοι για μένα. Και τελικά τι έχει μεγαλύτερη αξία, η σωστή ερώτηση ή η σωστή απάντηση;
Ερωτηματικόν.
Και, πολύ σημαντικό επίσης, γιατί να ξενυχτάω το μυαλό μου για πράγματα που δεν έχουν καμία αξία; Για λέξεις που τις πήρε ο αέρας και σκορπίστηκαν στο άπειρο κι ακόμα παραπέρα.
Ίσως κάπου το μέσα μου να κατάλαβε πως υπάρχει και δεύτερο επίπεδο. Πως οι ζωές μας μοιάζουν μερικές φορές τόσο προσχηματικές που καταντάει αστείο. Να καμουφλάρουμε τους εαυτούς μας πίσω από ρούχα, τσάντες, παπούτσια, αυτοκίνητα, ντουβάρια και στην ουσία να ζούμε στο γνωστό παραμύθι που ο βασιλιάς ήταν γυμνός, τσιτσιδούλης, όπως τον γέννησε η μανούλα του.
Εμένα όλο αυτό, δεν ξέρω γιατί,αλλά μου βγαίνει σε χιούμορ. Ίσως το μοναδικό επάγγελμα που θα μπορούσα να κάνω ποτέ να ήταν του σκηνοθέτη για να έχω τον χρόνο να προετοιμάζω τις σκηνές της ταινίας που όλοι είναι πρωταγωνιστές…ακόμα και οι θεατές.
Ίσως η αξία των πραγμάτων γύρω μας και τα πράγματα που έχουν αξία να είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Και όταν το συνειδητοποιήσουμε η ταινία μας να έχει καλύτερο τέλος.
cut
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr